«Adolescence»: Το γύρισμα της σειράς που αλλάζει το παιχνίδι

Το Empire πραγματοποιεί μια μικρή περιήγηση στο πώς γυρίστηκε μια σειρά που εδώ και δύο εβδομάδες γίνεται το κλωτσοσκούφι των social και στο τέλος της χρονιάς θα έχει, δίκαια (και εκτός απροόπτου), τιμηθεί με κάμποσα βραβεία.

Από τον Ηλία Δημόπουλο
«Adolescence»: Το γύρισμα της σειράς που αλλάζει το παιχνίδι

Ας μην παρεξηγηθώ - από τους ρέποντες στην παρεξήγηση. Κλωτσοσκούφι όχι επειδή ο καθένας (μας) λέει το μακρύ και το κοντό του και δεν είναι άξιος να φέρει γνώμη, αλλά επειδή το βάρος της ακατάπαυστης άποψης πανταχόθεν αλληλοεξουδετερώνεται, μοιράζεται στις αυλές και τα προσκλητήρια του καθενός και χάνει κάθε έρμα που θα μπορούσε να έχει σημασία σε δύο μήνες (πολλούς λέω) από τώρα. Αλλά μήπως όλο αυτό δεν είναι, επίσης, ένα θέμα της κατά βάση έξοχης σειράς των Γκρέιαμ, Μπαραντίνι και Θορν;

Τέλος πάντων, άλλος θα γράψει ότι είναι μια καταδίκη της τοξικής πατριαρχίας, άλλος θα παραθέσει αναλύσεις της γυναικοκτονίας, ένα τρίτος θα ωρύεται για τα social, ένας τέταρτος θα εντρυφήσει στο «μεγαλύτερο από ποτέ» χάσμα των γενεών, ένας πέμπτος θα πει κάτι που δεν καταλαβαίνω, ένας έκτος (και θα συνυπογράψω) θα θρηνήσει την αφέλεια μιας (ακόμα) γενιάς που που δεν κατάλαβε την εποχή που δημιούργησε, ένας έβδομος, ο καλύτερος από όλους, θα δει πώς όλα αυτά συντίθενται σχεδόν άριστα σε μια δημιουργία που αν ήταν ταινία (οπότε μια λιτότητα γραφής και χρόνου, όχι πολλή αλλά κρίσιμη, θα ήταν απαραίτητη) θα ήταν μια κορυφαία καλλιτεχνική στιγμή σχετικότητας με τον κοινωνικό χωροχρόνο. Και τώρα, ωστόσο, σπουδαία παραμένει.

Το Empire μας ενημερώνει στο how to της δημιουργίας. Μας λέει ότι κάθε επεισόδιο γυρίστηκε περίπου 10 φορές, το δεύτερο (που είναι τρελής δεξιότητας) χρειάστηκε 13. Κάθε μέρα γυρίζονταν δύο takes ενός επεισοδίου. Για να συμβούν βέβαια αυτές οι πρόβες τζενεράλε εκ των οποίων μία θα ήταν η τελική εκδοχή, θα έπρεπε να προηγηθεί ένας παλαβός σχεδιασμός (ξανά, ειδικά στο 2ο επεισόδιο), στην ουσία η δημιουργία ενός σκηνοθετημένου μικρόκοσμου που για περίπου 50-60 λεπτά θα πρέπει να έχει σεναριογραφηθεί στην εντέλεια γνωρίζοντας καθείς επακριβώς που βρίσκεται η κάμερα ανά πάσα στιγμή και πότε «βγαίνει». Σαν ένα ζωντανό, κινηματογραφικό θεάτρο, ας πούμε, σαν μια ακόμα υποσυνείδητη απόπειρα της τέχνης να αρχιτεκτονήσει το χάος. Που ακόμα και στο στατικό σκηνικό του 3ου επεισοδίου (που θα χαρίσει στον Όουεν Κούπερ καριέρα - αν δεν του την ανακόψει η Έμεραλντ Φενέλ που τον κάνει νεαρό Χίθκλιφ στα «Ανεμοδαρμένα Ύψη» της), είναι ένας χορογραφικά ζηλευτός μεν οργανισμός, που υποχωρεί σύσσωμος υπό το βάρος της σχεδιασμένης του σύλληψης και της σκεπτικής συγκίνησης που προκαλεί. Κάνοντας τον δικηγόρο του Εωσφόρου θα χρειαζόμουν και εδώ λίγη αφαίρεση, όμως ώς έχει είναι που προσθέτει στην αληθοφάνεια και γιγαντώνει τις στιγμές τρόμου που εμπεριέχει. Όπως συμβαίνει συχνά, οι δημιουργοί ξέρουν καλύτερα.

Σε άλλα τεχνικά μπορείτε να φανταστείτε το επίτευγμα του Μάθιου Λιούις, του διευθυντή φωτογραφίας, και των συνεργατών του. Οι κάμερες, οι operators, οι φωτιστές, οι boom, οι γερανοί, το καθαρό τρέξιμο που πρέπει να χρειάστηκε, η ταχύτητα με την οποία έπρεπε να περάσει η stedicam από το χέρι, στην ράγα, στον γερανό και πίσω. Επίτευγμα. Δεν χρειάζονται συγκρίσεις, τώρα πια άλλωστε είναι θέμα απόφασης και χειρωνακτικότητας να γυρίζονται η ταινίες σε μονοπλάνο, εδώ αρκεί ότι η επιλογή δεν είναι τρυκ από την φαρέτρα των απατεώνων και ότι συνιστά ακρογωνιαίο λίθο της δραματικής οξύτητας.

Ας κρατήσουν οι χοροί και οι συζητήσεις, το πώς γυρίστηκε είναι δευτερεύον μπροστά στο τι πραγματεύεται, είθε να σημειωθεί μια νέα αρχή κατά την οποία η απεικονιστική τέχνη θα καταφέρει να είναι τόσο καλλιτεχνικά αποτελεσματική στην σχετικότητά της με τα αιωνίως τρέχοντα.

Καθρέφτη, καθρεφτάκι μου, ποια αίθουσα είναι πιο αδειανή; (Ελληνικό box-office, Τετραήμερο 20/03/25 - 23/03/25)Αγγελική Παπούλια: «Ζούμε τον απόλυτο κυνισμό»