Ο δρόμος προς τη δόξα: Ο Άντριου Σκοτ σε συνέντευξη-ποταμό στο Variety

Με αφορμή τον «Ripley» στο Netflix, αλλά και πέρασμα από καθετί που κάνει όλο και διασημότερο τον Ιρλανδό, το Variety χρίζει τον Σκοτ ως τον «ανοιχτά gay πρωταγωνιστή» που έλειπε. Κι ας έχει κουραστεί ο 47χρονος από τον προσδιορισμό. 

Από τον Ηλία Δημόπουλο
Ο δρόμος προς τη δόξα: Ο Άντριου Σκοτ σε συνέντευξη-ποταμό στο Variety

Τον ξέρουμε από παλιά, υπάρχει ακόμα και στην «Διάσωση του Στρατιώτη Ράιαν», έχει περπατήσει τον στενό και μακρύ δρόμο σε μια σειρά δουλειών που ποτέ δεν έφτασαν στο προσκήνιο της διασημότητας, κι έπρεπε τελικά να έρθει ο τηλεοπτικός Σέρλοκ Χολμς, όπου ως Μοριάρτι απέναντι στον Κάμπερμπατς-Σέρλοκ, έσπασε το κοντέρ της αντιπαθητικότητας - ότι ακριβώς χρειαζόταν ο ρόλος - και κέρδισε την άμεση αναγνωρισιμότητα.

Όμως σήμερα τα κόζα έχουν αλλάξει. Ξεκινώντας από το Fleabag, ξανά τηλεοπτικά, έχοντας ένα κινηματογραφικό Pride κορώνα στο κεφάλι του, και περνώντας διαδοχικά σε Black Mirror, σε Spectre, σε 1917, All of Us Strangers, κυριολεκτικά άφθονο θέατρο, και τώρα Ripley για το Netflix (το οποίο πάντως γυρίστηκε πριν από την ταινία του Άντριου Χέιγκ), ο Άντριου Σκοτ έχει περάσει κυριολεκτικά δια πυρός και σιδήρου σε μια πανάξια καριέρα και μια επάξια (βραχύβια ίσως, αλλά δεν πειράζει) θέση στην υψηλή διασημότητα.

Η συνέντευξη στο Variety δίνεται σε έναν δημοσιογράφο ολοφάνερα θύμα της γοητείας του έργου και του χαρακτήρα του ηθοποιού, και η αλήθεια είναι πως ο Σκοτ, και λόγω σκληρής δουλειάς και λόγω αξιέπαινων, λίαν αντι-σταρ μεταμορφώσεων το κερδίζει αυτό. Δεν βλάπτει που είναι και τόσο εγκάρδιος τύπος, ούτε που φαίνεται για άνθρωπο που έχει δουλέψει πολύ με τα συναισθήματά του, έχει μείνει μόνος και όλα αυτά μπορεί να τα χρησιμοποιεί με κάποια αυθεντικότητα και στη δουλειά του.

Αν πρέπει να διαλέξει κανείς μερικά εδάφια από την συνέντευξη, προτού παραπέμψει στο σύνολό της εδώ, αυτά θα ήταν όταν σκέφτεται την πρόσφατα χαμένη μητέρα του (κατά την διάρκεια της προώθησης του Ripley, μόλις τον περασμένο Μάρτιο) και «δικαιολογεί» την τάση του για να παίζει με την δημοσιότητα, την ενδυματολογία, τους τρόπους: «Ποιος νοιάζεται; Όλα είναι για την διάθεση του παιχνιδιού. Είναι για το να προσπαθείς να είσαι όπως θα ήθελες δίχως τον φόβο της κριτικής».

Ένα άλλο η ανάγνωσή του για τον νέο Ρίπλεϊ: «Δεν νομίζω ότι θα βολευόταν σε ένα γκέι ή ένα στρέιτ μπαρ. Η σεξουαλικότητά του τού διαφεύγει. [...] Αυτό που στην ανάγνωση του 1999 ήταν καθαρά ομοερωτικό εδώ αποκτά διαστάσεις σύγχυσης που είναι προκλητικότερες και πιο λογοτεχνικές. Αν ζούσε η Χάισμιθ πολύ θα ήθελε να την ρωτήσω περισσότερα γι' αυτό».

Ένα τρίτο έχει σχέση με το «ανοιχτά γκέι», που δεν είναι η πρώτη φορά που τον κουράζει. «Τι πάει να πει είμαι ανοιχτά κάτι. Γιατί να μην ήμουν; Δηλωμένα ναι, ανοιχτά μου φαίνεται λίγο φορτωμένο και λίγο πονηρό [...] Ζούμε σε μια εποχή όπου η πολιτική της ταυτότητας κυριαρχεί. Διαχωριζόμαστε πολύ περισσότερο απ' όσο θα έπρεπε. Η υστερία περί της σεξουαλικότητας σαν κάτι που είναι κατανοητό μόνο στους ανθρώπους που ανήκουν στην φυλή σου δεν μου φαίνεται πολύ ειλικρινής. [...] Θα ήταν ασυνήθιστο να μην αναφέρουμε την σεξουαλικότητά μου καθόλου;», διερωτάται αλλού. Ο δημοσιογράφος απαντά ρητορικά «ναι» στο άρθρο του. Ο καθένας με τις απόψεις του.

Αυτά και πολλά-πολλά ακόμα μπορείτε να βρείτε στο άρθρο του Variety.

* οι φωτογραφίες του άρθρου ανήκουν στην Σαντάλ Άντερσοn για λογαριασμό του Variety.

 
 
«Οι Beach Boys είχαν σκεφτεί να αλλάξουν το όνομα τους σε Beach Men» - Συνέντευξη με τον Φρανκ Μάρσαλ(Α)Κατάλληλοι Ελληνικοί Τίτλοι: Οι ταινίες του Απριλίου (2024 Edition)