Το «Σ.Ο.Σ. Πεντάγωνο Καλεί Μόσχα» του Στάνλεϊ Κιούμπρικ και ο πυρηνικός όλεθρος

Για έναν δημιουργό σαν τον Στάνλεϊ Κιούμπρικ που επιδέχεται πλήθος ερμηνειών στο πυκνοϋφασμένο έργο του η (δυστυχώς τόσο επίκαιρη ξανά) ταινία επισημαίνει μια θεματική που θα διέτρεχε το σύνολο της φιλμογραφίας του και συλλαμβάνει την περίτεχνα σκωπτική πλευρά του χαρακτήρα του.

Από τον Ηλία Δημόπουλο
Το «Σ.Ο.Σ. Πεντάγωνο Καλεί Μόσχα» του Στάνλεϊ Κιούμπρικ και ο πυρηνικός όλεθρος

Για τον «Dr. Strangelove», όπως και για κάθε ταινία του Κιούμπρικ που ακολούθησε, μπορεί κανείς να γράψει άπειρα πράγματα. Από καταπληκτικά παραλειπόμενα, μέχρι εκείνες τις ευφάνταστες ερμηνείες που τα φιλμ του προσελκύουν.

Η τελευταία ασπρόμαυρη ταινία του σκηνοθέτη επρόκειτο να βγει νωρίτερα, καθώς όμως η πρώτη μέρα των δοκιμαστικών συνέπεσε με την ημέρα της δολοφονίας του Κένεντι, το στούντιο έκρινε σκόπιμο να μην κοντράρει την σκυθρωπή ατμόσφαιρα των ημερών και μετέφερε την ταινία μερικούς μήνες αργότερα.

Κατά τα γυρίσματα απανωτά διασκεδαστικά συνέβαιναν. Από κατά λάθος φωτογραφήσεις αμερικανικών βάσεων – και συνακόλουθες υποψίες κομμουνισμού για τους συντελεστές – μέχρι πόλεμο στο τραπέζι του μοντάζ γιατί σε σκηνές που ο Σέλερς καταλαμβάνεται από το δεξί «ναζιστικό» του χέρι (ένα πραγματικό σύνδρομο που εν συνεχεία ονομάστηκε σύνδρομο Dr. Strangelove) το καστ δεν μπορεί να κρατήσει τα γέλια του και ο Κιούμπρικ προσπαθούε να βρει τις κατάλληλες οπτικές γωνίες για να τους κρύψει.

Ο Σέλερς, ένας ηθοποιός που ο Κιούμπρικ εκτιμούσε περισσότερο από κάθε άλλον που συνεργάστηκε ποτέ, έπαιξε τρεις ρόλους, ήταν και για έναν ακόμα αλλά δεν μπορούσε να πιάσει την τεξανή προφορά (και πήρε τον ρόλο ο Σλιμ Πίκενς – που για τους περισσότερους συνεργάτες του ήταν διαρκώς μέσα στον χαρακτήρα ενώ αυτός μιλούσε έτσι κανονικά!...), είναι σε ρεσιτάλ χωρίς ανάλογο στην ιστορία του σινεμά, μια εφευρετική ρελάνς τρόπων, αυτοσχεδιασμού και ευρημάτων που συνεισφέρουν στη νοηματική του Κιούμπρικ.

Μαζί με τον κομμουνιστοφοβικό Χέιντεν (στην πραγματικότητα κομμουνιστής) είναι η πηγή παροξυσμικού γέλιου για τον θεατή και είναι και ο πρώτος ηθοποιός που ήταν υποψήφιος για Όσκαρ σε τρεις ρόλους στην ίδια ταινία.

Οι σχέσεις του Κιούμπρικ με το καστ ήταν για πρώτη φορά κοντά στις περιγραφόμενες τα μετέπειτα χρόνια του σκηνοθέτη μανίες, με τους Σέλερς και Τζορτζ Σκοτ να μην δέχονται εύκολα ούτε τα επανειλημμένα takes μα ούτε και το σπρώξιμο του Κιούμπρικ στην αφύσικη, καρικατουρίστικη εκφορά του λόγου - που είναι και το πραγματικό προοίμιο του ελληνικού weird για να βάζουμε τα πράγματα σε προοπτική.

Αργότερα ο Σκοτ θεώρησε πάντως την ερμηνεία του σαν μια από τις αγαπημένες του, ενώ όπως προαναφέρθηκε η σχέση με τον Σέλερς ήταν υποδειγματική σχέση αμοιβαίας εκτίμησης – άλλωστε είχε προηγηθεί η συνεργασία τους στην «Λολίτα» (1962).

Ο Πίτερ Σέλερς σε φωτογραφία από το αχρησιμοποίητο φινάλε

Και στα περί νοήματος; Αν και η σκηνογραφική σαφήνεια και η δομική σεναριακή έμφαση στους τρεις γεωγραφικούς χώρους (η βάση, το γραφείο και η αίθουσα του πολέμου - «για τον Θεό κύριοι, δεν μπορείτε να τσακώνεστε εδώ μέσα, είναι η αίθουσα του πολέμου!») δίνουν λαβή για πλήθος συνειρμών, η ταινία λειτουργεί επί της αρχής σαν μια θριαμβευτική σάτιρα. Ο Κιούμπρικ απέφυγε το αρχικό φινάλε με τον τουρτοπόλεμο μεταξύ Αμερικάνων και Σοβιετικών, θεωρώντας πως η φάρσα θα εκτροχίαζε τη σάτιρα, μένοντας σ' ένα αρχικό πλάνο όπου με μια απίστευτη ακρίβεια και εμμονική προσοχή στη λεπτομέρεια (το αεροσκάφος Β-52 ήταν απρόσβατο φυσικά - «δεν με συμπαθούν στην Αεροπορία», έλεγε μετά ο Κιούμπρικ – οπότε έπρεπε να φτιαχτεί από την αρχή με κάθε λεπτομέρεια το κόκπιτ. Και φυσικά με τους διακόπτες να λειτουργούν....), απεικονίζονται τα πρόσωπα του τέρατος.

Τέρατος που εδώ, για μια φορά, είναι ξεκάθαρα τεντωμένο πάνω στο σατιρικό του νεύρο (αντίθετα με το «Full Metal Jacket» ας πούμε που η φαινομενική σάτιρα γυρίζει φρικωδώς ανάποδα στο μέσο του έργου), παρουσιαζόμενο σαν αθέλητο καλοθρεμμένο γέννημα μιας ανθρώπινης φύσης που αυτοπαγιδεύεται.

Σαν σε μια παρτίδα σκάκι και όπως σε όλα τα έργα του Κιούμπρικ, κάθε κίνηση προφητεύει την επόμενη, κάθε κίνηση προέρχεται από τις προηγούμενες αλλά και παγιδεύει στην πραγματικότητα γεγονότα που θα συμβούν (γιατί δεν μπορούν παρά να συμβούν) πολύ αργότερα στην παρτίδα. Απλώς εδώ, με την αφάνταστη βοήθεια του Σέλερς και την αδιανόητη για την ψυχροπολεμική εποχή της επικαιρότητα, το φιλμ περπατά το πιο εφιαλτικά τεντωμένο σχοινί, λέγοντας κοσμογονικές αλήθειες μ' έναν εκκωφαντικά σατιρικό τρόπο. Τόσο ώστε κάποιες εκατέρωθεν πολιτικές να φημολογείται πως τροποποιήθηκαν μετά το φιλμ και την απήχησή του.

Άλλα χρόνια.

«Τα Φώτα της Πόλης»: Ορίζοντας την ρομαντική κωμωδίαΜάρτιν Σκορσέζε, Λεονάρντο ΝτιΚάπριο και Λίλι Γκλάντστοουν μιλούν στο Variety