Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο «Σχιζοφρενής Δολοφόνος με το Πριόνι» (1974) αποτελεί μία από τις πιο ανατριχιαστικές ταινίες τρόμου που γέννησε ποτέ το σινεμά – και τα πολλαπλά σίκουελ / πρίκουελ / ριμέικ που γνώρισε (όπως ο νέος «Δολοφόνος με το Πριόνι» που βγαίνει αυτήν την εβδομάδα στις αίθουσες) δεν αποδεικνύουν τίποτα άλλο παρά την πρωτοκαθεδρία του στο είδος. Ποιο είναι όμως το αληθινό πρόσωπο πίσω από τη φρικιαστική αυτή ιστορία, το οποίο υπήρξε πηγή (διεστραμμένης) έμπνευσης για πολλές ακόμα ταινίες;
Από τον Τζακ τον Αντεροβγάλτη μέχρι την Αϊλίν Γουόρνος, η αληθινή ζωή των ψυχοπαθών δολοφόνων της διπλανής πόρτας υπήρξε πάντοτε ένα πρώτης τάξεως υλικό για χολιγουντιανά θρίλερ, ανορθόδοξα biopic και τριτοκλασάτες ταινίες φρίκης. Κανείς όμως δεν υπήρξε περισσότερο περιζήτητος από τον Εντ Γκέιν, που ενέπνευσε ούτε μία ούτε δύο, αλλά τρεις από τις καλύτερες ταινίες τρόμου όλων των εποχών, μια ντουζίνα φτηνές κυκλοφορίες με βιογραφικό άλλοθι, ακόμα και ένα θεατρικό μιούζικαλ!
Γεννημένος το 1906, ο Εντ Γκέιν ήταν ένα συνεσταλμένο αγόρι που μεγάλωσε σε ένα απομονωμένο αγρόκτημα στο Ουισκόνσιν, καταδυναστευμένο από μια αυταρχική μητέρα, η οποία ανέθρεψε αυτόν και τον αδελφό του με βιβλικά εδάφια και τρομακτικές διηγήσεις για το πυρ το εξώτερο. Ο θάνατος του αδελφού του και του αλκοολικού πατέρα του έκανε ακόμα πιο ισχυρό τον αρρωστημένο δεσμό αγάπης-μίσους με την πουριτανή μητέρα του, που συνέχιζε να φορτώνει το μυαλό του ήδη αντικοινωνικού και προβληματικού Εντ με προειδοποιήσεις για τις αμαρτωλές γυναίκες που απειλούσαν την είσοδό του στον παράδεισο.
Μετά το θάνατό της το 1945, ο Εντ θα συνέχιζε να ζει αποτραβηγμένος στην οικογενειακή φάρμα, αν και παρά τη φήμη του ως «τρελού του χωριού», κανείς από τη μικρή κοινότητα δεν πίστευε ότι μπορούσε να πειράξει ούτε μύγα. Η εμμονή του με αφηγήσεις για κανίβαλους, ανθρωποθυσίες και ναζί φρικαλεότητες και το ενδιαφέρον του για βιβλία ανατομίας και εγχειρίδια ταρίχευσης αντιμετωπιζόταν ως απλή εκκεντρικότητα ενός μοναχικού άνδρα.
Όλα αυτά θα άλλαζαν όταν ο Εντ θα προκαλούσε υποψίες σχετικά με την εξαφάνιση μιας ντόπιας γυναίκας, της Μπερνίς Γουόρντεν.
Ο διαβόητος Εντ Γκέιν κατά τη σύλληψή του
Οι αστυνομικοί που θα έμπαιναν στο σπίτι του, στις 16 Νοεμβρίου του 1957, βρέθηκαν μπροστά σε ένα θέαμα που δεν ξέχασαν ποτέ. Εντόσθια, φρέσκα ή σε αποσύνθεση, κείτονταν στην κουζίνα, κομμένα μέλη, οστά και κρανία χρησιμοποιούνταν σαν αυτοσχέδια έπιπλα ή κουζινικά, κεφάλια κρέμονταν ως τρόπαια από τους τοίχους, κομμένες μύτες ως μπιμπελό και αληθινά χείλη περασμένα σε σκοινί διακοσμούσαν το σαλόνι, βαμμένα και αποξηραμένα γυναικεία αιδοία φυλάσσονταν σε κουτιά, ενώ τα ντουλάπια του ήταν γεμάτες με χειροποίητα ρούχα και μάσκες φτιαγμένα από ανθρώπινο δέρμα – με αποκορύφωμα ένα ολόκληρο «κουστούμι» (συμπεριλαμβανομένου ενός ασορτί προσωπείου), φτιαγμένο από το δέρμα της μαμάς Γκέιν και άλλων γυναικών.
Κάπου εκεί βρισκόταν και το αποκεφαλισμένο, ξεκοιλιασμένο πτώμα της προσφάτως εξαφανισθείσας Μπερνίς Γουόρντεν. Συνολικά, βρέθηκαν τα υπολείμματα 12 με 15 διαφορετικών γυναικείων σωμάτων, αν και ήταν ασαφές πόσα ακριβώς ανήκαν σε θύματά του και πόσα ο Γκέιν ξέθαψε από το τοπικό νεκροταφείο.
Σύντομα, οι ειδήσεις για τα απίστευτα αυτά ευρήματα θα κατέκλυζαν τα πρωτοσέλιδα και τα τηλεοπτικά δίκτυα, σοκάροντας ολόκληρη την Αμερική. Χωρίς καμιά σχεδόν μνήμη των εγκλημάτων του, ο ίδιος ο Γκέιν θα ζούσε έγκλειστος σε ψυχιατρική κλινική μέχρι το θάνατό του, στις 26 Ιουλίου 1984.
Όπως ήταν αναμενόμενο, ένα τόσο ειδεχθές περιστατικό δεν θα μπορούσε παρά να προκαλέσει το ενδιαφέρον κινηματογραφιστών που αναζητούσαν έμπνευση σε μια πραγματικά τρομακτική ιστορία. Την αρχή θα έκανε φυσικά ο πάντα «ανήσυχος» Άλφρεντ Χίτσκοκ με το «Ψυχώ» (1960). Ωστόσο, τόσο η ταινία όσο και το βιβλίο του Ρόμπερτ Μπλοκ στο οποίο βασιζόταν, θα κρατούσαν από την υπόθεση κυρίως την παρενδυσία, το στοιχείο της εμμονής του Γκέιν με την καταπιεστική μητέρα του και –εν μέρει– εκείνο του ταριχευμένου της σώματος – οι αηδιαστικές λεπτομέρειες ήταν μάλλον υπερβολικές για την εποχή.
Tο τρέιλερ του πρωτότυπου «Σχιζοφρενή Δολοφόνου με το Πριόνι»
14 χρόνια αργότερα, μία ανεξάρτητη αμερικάνικη ταινία δεν θα νοιαζόταν για τέτοιες λεπτότητες. Ο Τομπ Χούπερ θα στόλιζε το μακάβριο σκηνικό του «Σχιζοφρενή Δολοφόνου με το Πριόνι» (1974) με κάθε λεπτομέρεια από τις ιδιαίτερες απόψεις του Εντ περί εσωτερικής διακόσμησης και θα χάριζε στη μοβόρικη οικογένεια του Leatherface αρκετά στοιχεία από τις εμετικές συνήθειες του αληθινού Εντ Γκέιν.
Κλείνοντας αυτήν την άτυπη, αριστουργηματική τριλογία φρίκης, η «Σιωπή των Αμνών» (1991) του Τζόναθαν Ντέμι θα υιοθετούσε ένα άλλο κομμάτι της ψυχοσύνθεσης του Γκέιν στη σκιαγράφηση του Μπάφαλο Μπιλ: τον τραβεστισμό (πριν αρχίζει να γδέρνει αληθινές γυναίκες για τα αντισυμβατικά συνολάκια του, ο Εντ Γκέιν ντυνόταν με ρούχα της μητέρας του, βρίσκοντας ανακούφιση στην ιδέα πως εκείνη ήταν και πάλι κοντά του) και, φυσικά, το χόμπι της μοδίστρας από την κόλαση.
Σκηνή από το παραγνωρισμένο καλτ φιλμ «Deranged»
Αν και δεν διαθέτει τη φήμη των παραπάνω ταινιών, αναμφίβολα, η πιο πιστή απόδοση της ιστορίας του Εντ Γκέιν ανήκει στο καλτ «Deranged» που σκηνοθέτησαν οι Άλαν Όρμσμπι και Τζεφ Γκίλεν το 1974, το οποίο –παρά τον εμφανώς χαμηλό προϋπολογισμό και την ακατέργαστη σκηνοθεσία του– αποτελεί ένα άκρως πετυχημένο και ωμό παραγνωρισμένο φιλμ που αξίζει να αναζητήσουν οι φαν του είδους.
Ακόμα κι έτσι, κανένα φιλμ (ούτε καν οι δήθεν βιογραφικές ταινίες που βρίσκουν κατά καιρούς το δρόμο για τα ράφια των βιντεοκλάμπ) δεν κατόρθωσε ποτέ να αγκαλιάσει πλήρως την αποτροπιαστική συλλογή ακροτήτων που έκρυβε η φάρμα των Γκέιν. Ίσως γιατί ολόκληρη η αλήθεια έπεφτε βαριά ακόμα και για την πιο τολμηρή μυθοπλασία.