Μια νύχτα του 1986, τρεις έγχρωμοι νεαροί περπατούσαν αμέριμνοι σε μια από τις ελάχιστες συνοικίες του Κουίνς την οποία κατοικούσαν σχεδόν αποκλειστικά λευκοί. Όταν κοντοστάθηκαν έξω από μια πιτσαρία, δέχτηκαν επίθεση από πέντε ανοιχτόχρωμους ντόπιους οι οποίοι τους γρονθοκόπησαν άγρια, με την αιτιολογία ότι βρίσκονταν σε λάθος γειτονιά. Ο μικρότερος από τους τρεις άτυχους μαύρους, ένας 23χρονος ονόματι Μάικλ Γκρίφιθ, χτυπήθηκε από διερχόμενο αυτοκίνητο και έπεσε νεκρός στην άσφαλτο, έχοντας προηγουμένως κυνηγηθεί λυσσαλέα από τους λευκούς νταήδες. Οι υπόλοιποι δύο οδηγήθηκαν στο νοσοκομείο…
Τα Χριστούγεννα του 1987, ο 30χρονος τότε Σπάικ Λι ξεκίνησε να δουλεύει ένα σενάριο εμπνευσμένο από το παραπάνω αληθινό συμβάν, έχοντας εξαρχής αποφασίσει ότι «ο τίτλος του, προερχόμενος από μια φράση του Μάλκολμ Χ, θα ήταν απαραιτήτως ¨Κάνε το Σωστό¨». Δουλεύοντας σε έναν ευρύτερο καμβά από τις προηγούμενες δυο, μικρού βεληνεκούς δημιουργίες του, ο Σπάικ Λι επιθυμούσε η ταινία του να αποτελέσει έναν στοχασμό πάνω στις επικίνδυνες φυλετικές ισορροπίες που επικρατούσαν στην Αμερική των ημερών του ’80 και, πιο συγκεκριμένα, στη Νέα Υόρκη, «η οποία εκείνο τον καιρό αποτελούσε ένα πολωμένο ρατσιστικά περιβάλλον, πυροδοτούμενο - όπως ακόμη πιστεύω ακράδαντα - από τον τότε δήμαρχο, Έντ Κοχ».
Το περιοδικό Newsweek περιέγραφε το φιλμ σαν «δυναμίτη τοποθετημένο κάτω από τα καθίσματα κάθε σκοτεινής αίθουσας»
Με ανακουφιστικό χιούμορ, σπιρτόζικους πρώτους και δεύτερου ρόλους και μια εξαίσια πλειάδα ηθοποιών, το «Κάνε το Σωστό» διηγείται τις συνθήκες κάτω από τις οποίες μια πολυφυλετική συνοικία του Μπρούκλιν κατρακυλά στη βία κατά την διάρκεια μιας ασφυκτικά καυτής καλοκαιρινής μέρας. Πίσω όμως από το πολύχρωμο εθνολογικό μωσαϊκό από χαρακτήρες που γέννησε η πένα του Λι, πίσω από την πρόσκληση «Fight The Power» που απεύθυναν από τα ηχεία οι Public Enemy, πίσω από τις αντικρουόμενες διδαχές του Μάρτιν Λούθερ Κινγκ και του Μάλκολμ Χ που επικαλείται το φιλμ κρυβόταν η πιο επίκαιρη και οξυδερκής μελέτη των εύθραυστων διαφυλετικών σχέσεων που ενώνουν, χωρίζουν και απειλούν ανά πάσα στιγμή να τινάξουν την Αμερική στον αέρα.
Τα γυρίσματα ξεκίνησαν τον Ιούνιο του 1988 στις πραγματικές τοποθεσίες όπου εκτυλισσόταν η δράση της ταινίας και πραγματοποιήθηκαν με την υποστήριξη της Paramount, ενός μεγάλου χολιγουντιανού στούντιο το οποίο είχε παραχωρήσει, αρχικά χωρίς αντιρρήσεις, το ποσό των δέκα εκατομμυρίων δολαρίων που απαιτείτο για την ολοκλήρωση του φιλμ. Όταν όμως οι υπεύθυνοι της εταιρείας είδαν ότι η ταινία κορυφωνόταν σε ένα αμφιλεγόμενο και ιδιαιτέρως στενάχωρο φινάλε, κάλεσαν τον Λι και του ζήτησαν να το αλλάξει. «Ήθελαν τους δυο ήρωες που ανήκουν σε αντίθετα φυλετικά στρατόπεδα και των οποίων η ρήξη οδηγεί στο τραγικό κρεσέντο της ταινίας να φιλιώσουν τελικά και να αγκαλιαστούν εγκάρδια. Η παραπάνω επιθυμία μου γνωστοποιήθηκε την Παρασκευή. Δευτέρα πρωί είχαμε φύγει και απευθυνθήκαμε σε άλλη εταιρία, την Universal».
Η αντίδραση της Paramount έμελλε, παρ’ όλα αυτά, να αποτελέσει μόλις την κορυφή του παγόβουνου. Λίγο πριν την προγραμματισμένη έξοδο του φιλμ μεμονωμένες δημοσιογραφικές φωνές άρχισαν να χτίζουν μια ατμόσφαιρα απειλής και ζόφου γύρω από την ταινία, προειδοποιώντας ότι η προβολή της ήταν σίγουρο ότι θα εξαγρίωνε πολλούς μαύρους θεατές. Στο κείμενο που δημοσίευσε στις 26 Ιουνίου, ο κριτικός του περιοδικού New York, Ντέιβιντ Ντένμπι, υπογράμμιζε ότι «αν μερίδα του κοινού που θα δει την ταινία οδηγηθεί σε βιαιοπραγίες, υπεύθυνος θα είναι ο Σπάικ Λι».
Το περιοδικό Newsweek περιέγραφε το φιλμ σαν «δυναμίτη τοποθετημένο κάτω από τα καθίσματα κάθε σκοτεινής αίθουσας». Άρθρα σε εφημερίδες κατηγορούσαν τον Λι για ανευθυνότητα και απροκάλυπτη προτροπή στην αναρχία. «Υπήρχαν άνθρωποι που πίστευαν τέτοιες ανοησίες», σημειώνει ο σκηνοθέτης. «Πίστευαν ότι έγχρωμοι νεαροί ήταν πιθανό να μιμηθούν την πράξη του ήρωά μου, πετώντας σκουπιδοτενεκέδες σε βιτρίνες μαγαζιών και παράθυρα σπιτιών. Κάποιοι κριτικοί, μάλιστα, απευθύνθηκαν στην εταιρία διανομής, ρωτώντας την πώς τολμούσε να κυκλοφορήσει μια τέτοια ταινία μέσα στο καλοκαίρι. ¨Είναι σαν να παίζετε με τη φωτιά¨ έλεγαν. Εγώ όμως είχα εμπιστοσύνη στο λαό μου. Αν και πιστεύω ότι πολλοί λευκοί θεατές απέφυγαν να δουν το φιλμ στις αίθουσες, από φόβο μήπως περιτριγυρίζονταν από παρανοημένους μαύρους».
Η πιο οξυδερκής μελέτη των εύθραυστων διαφυλετικών σχέσεων που ενώνουν, χωρίζουν και απειλούν ανά πάσα στιγμή να τινάξουν την Αμερική στον αέρα
Όπως αναμενόταν, ο Σπάικ Λι δικαιώθηκε. Με την εξαίρεση ελέγχων της αστυνομίας σε σινεμά των Ηνωμένων Πολιτειών όπου προβλήθηκε το «Κάνε το Σωστό» εκείνο το καλοκαίρι του 1989 και ενός μαχαιρώματος έξω από μια αίθουσα, που λανθασμένα αποδόθηκε στην ταινία, κανείς δεν κινδύνεψε. Αυτό δεν εμπόδισε, δυστυχώς, το δημιούργημα του Λι από το να αποδειχθεί ανατριχιαστικά προφητικό, προαναγγέλλοντας τις φυλετικές εξεγέρσεις που, την άνοιξη του 1992, έσπειραν για έξι μέρες τον τρόμο και τον θάνατο στο Λος Άντζελες.
«Ελάχιστα πράγματα έχουν αλλάξει από τότε», ισχυρίζεται σήμερα ο σκηνοθέτης. «Όλοι περιμένουν ακόμη την αποφασιστική λύση στο ρατσιστικό ζήτημα. Όπως δήλωνε και η ταινία μου, όμως, εύκολες απαντήσεις σε τέτοια θέματα δεν γίνεται να δοθούν». Περιμένοντας καλύτερες μέρες, αξίζει κανείς να θυμάται το «Κάνε το Σωστό» ως ένα ανατριχιαστικά καίριο κοινωνικό σχόλιο, έναν υποδειγματικό συνδυασμό ψυχαγωγίας και μηνυμάτων όπως και ως ένα αποκορύφωμα καριέρας το οποίο ο δημιουργός του δεν θα μπορέσει ποτέ να ξεπεράσει, πόσω μάλλον να επαναλάβει.
DO THE RIGHT THING
ΗΝΩΜΕΝΕΣ ΠΟΛΙΤΕΙΕΣ, 1989
Σενάριο και σκηνοθεσία: Σπάικ Λι Φωτογραφία: Έρνεστ Ντίκερσον Μουσική: Μπιλ Λι Πρωταγωνιστούν: Σπάικ Λι, Ντάνι Αϊέλο, Τζον Τορτούρο, Ρόζι Περέζ, Τζιανκάρλο Εσποζίτο, Όσι Ντέιβις, Ρούμπι Ντι, Μπιλ Ναν Διάρκεια: 120'