Φρανκ Σινάτρα: Ol' blue eyes, για πάντα

Σαν σήμερα γεννιέται ο Φρανκ Σινάτρα, ουδείς συγκρίσιμος με αυτόν στην ψυχαγωγία του 20ου αιώνα, θυμίζουμε τα κινηματογραφικά του και μερικά από τα άπειρα υπόλοιπα που έχουμε να θυμόμαστε.

Από τον Ηλία Δημόπουλο
Φρανκ Σινάτρα: Ol' blue eyes, για πάντα

Γεννημένος σε μια συνοικία του Νιου Τζέρσι, παιδί μιας όχι ακριβώς πλούσιας οικογένειας Ιταλών μεταναστών, ο Σινάτρα ήταν ο γιος ενός πυροσβέστη και πυγμάχου πατέρα και μιας βέρας Δημοκρατικής μαίας μάνας που παρά την δημοκρατικότητά της τις έβρεχε συχνα στον μικρό Φρανκ, ωστόσο με την πυγμή της χάρισε στον μικρό τη δική του μετέπειτα αυτοπεποίθηση.

Ο Σινάτρα πρωτοεμφανίστηκε στις αρχές του '40 σε φιλμ, το «Las Vegas Nights», τραγουδώντας με την ορχήστρα του Τόμι Ντόρσι το «I'll Never Smile Again» και για τα επόμενα χρόνια θα γινόταν βασικός τραγουδιστής αυτής της ορχήστρας αλλά και του αντίπαλου δέους της, αυτής του Χάρι Τζέιμς. Το 1943 ο Σινάτρα υπογραφει στην Κολούμπια και στα βίντεο της εποχής μπορείς να δεις τις bobby soaxers με τις φουστίτσες και τα σοσόνια τους να ξελαρυγγιάζονται για πρώτη φορά (τουλάχιστον μετά τον Ροδολφο Βαλεντίνο είκοσι χρόνια πριν) συστήνοντας τους πρώτους τιφόζι για έναν σταρ δημιουργημένο εξ ολοκλήρου από το ραδιόφωνο και τα περιοδικά. Η δημοτικότητα του Φρανκ είχε ήδη ξεπεράσει αυτή του ειδώλου του, Μπινγκ Κρόσμπι – οι δυο τους θα συναντιούνταν στα επόμενα χρόνια.

Περιοριζόμενοι στα κινηματογραφικά, η δεκαετία του '40 φέρνει τον Σινάτρα βασικό όνομα στη μαρκίζα μιούζικαλς όπως τα «Anchors Aweigh», με τον Τζιν Κέλι από δίπλα να παραδέχεται πως οι κλακέτες του Φρανκ ήταν απαράμιλλες, το «It Happened in Brooklyn», με Πίτερ Λόφορντ, Τζίμι Ντουράντε αλλά και Γκλόρια Γκράχαμ και φυσικά το σπουδαίο «On the Town» των Ντόνεν και Κέλι με τα εξωτερικά του γυρίσματα, το Τεχνικόλορ του και το Όσκαρ μουσικής του.

Κάπου εκεί έρχεται η κατραπακιά, ο Σινάτρα αρχίζει να χάνει σε δημοτικότητα, ένα πρωϊ ξυπνάει κι έχει χάσει την τραγουδιστική του φωνή, όλ' αυτά έχουν ονοματεπώνυμο, Άβα Γκάρντνερ τα λένε, ο Φράνκι την έχει πατήσει και την έχει πατήσει άσχημα. Ο γάμος του πάει περίπατο, η Άβα έχει έρθει στον κόσμο να καταστρέψει άντρες κι ο Φράνκι είναι μια από τις απώλειες. Βιβλία έχουν γραφτεί για την τρικυμιώδη αυτή σχέση, πιο χαμηλά δεν έχει να πέσεις από έρωτα, ο Σινάτρα τα έχει παρατήσει όλα, μέχρι και στην απόπειρα αυτοκτονίας φτάνει, η Εκκλησία, οι κουτσομπολίστικες στήλες οργιάζουν που εγκαταλείπει τη γυναίκα του, τελικά παντρεύονται το 1951 αλλά η Άβα (στον τρίτο της γάμο ήδη) δεν είναι καμμιά τυχαία. Γνωρίζεται μ' έναν ταυρομάχο κι ο Σινάτρα τρελλός από ζήλεια δεν κάνει τίποτ' άλλο από να την παρακολουθεί παντού. Ανεπίσημα θα χωρίσουν δυο χρόνια μετά, όχι όμως προτού η Γκάρντνερ (αυτή η μεγάλη σταρ πια) χρησιμοποιήσει την επιρροή της για να πάρει ο Σινάτρα τον ρόλο στο «Όσο Υπάρχουν Άνθρωποι» του Τσίνεμαν. Ο Σινάτρα δεν έπαψε ποτέ να τη νοιάζεται, φημολογείται πως ως το τέλος της την στήριζε οικονομικά.

Μετά το σοκ -Άβα, ο Σινάτρα επιστρέφει, η φωνή του είναι αισθητά διαφορετική αν ακούσεις τις ηχογραφήσεις πριν/μετά, ενώ ο τονισμός και η έκφραση του αποκρυσταλλώνονται σ' αυτό το αιώνιο crooning που, να είμαστε δίκαιοι, οφείλεται εν πολλοίς στα διδάγματα της ζωής με εκείνη. Ο ρόλος στην ταινία του Τσίνεμαν αναβίωσε σε μία βραδιά την καριέρα του – και του χάρισε το όσκαρ δεύτερου ανδρικού ρόλου. Οι κακές γλώσσες αναφέρουν εμπλοκή της Μαφία στο να επιλεγεί ο «καμμένος» τότε Σινάτρα σε μια πρωτοκλασάτη παραγωγή (ο Κόπολα στο «Νονό», στη σκηνή με το κεφάλι του αλόγου, συγκατανεύει), είναι μεγάλη ιστορία αυτή, ο καθένας τείνει να πιστεύει εκείνο που θέλει ανάλογα με τον αν συμπαθεί ή όχι τον Σινάτρα.

Το '50 έχει ωραία έργα. Το «Suddenly»με τον Στέρλινγκ Χέιντεν, χιλιοπαιγμένο public domain την εποχή που επιτρεπόταν το ασπρόμαυρο στην τηλεόραση, οι «Μάγκες και Κούκλες» δίπλα στον Μπράντο με τις λαμπρές χορογραφίες του Μάικλ Κιντ, την ίδια χρονιά ο θρίαμβος του «Ανθρώπου με το Χρυσό Χέρι» του Πρέμινγκερ, που ο Σινάτρα σοκάρει ερμηνεύοντας έναν ηρωϊνομανή σε πλήρη εξάρτηση. Το '56 είναι η συνάντηση με τον Μπινγκ Κρόσμπι – αλλά και την Γκρέις Κέλι να της τραγουδάει στο μπαρ You 're Sensational – τέλεια ταινία τώρα για τα Χριστούγεννα επίσης. Το '57 συναντά και την Ρίτα Χέιγουρθ (και την Κιμ Νόβακ, μια χρονιά πριν το «Vertigo»!) στο «Pal Joey», ενώ το '58 άλλο ένα βεληνεκούς, το «Some Came Running» του Μινέλι με τις πέντε υποψηφιότητες και τον Σινάτρα άδικα παραλειπόμενο.

Κάπου εκεί αρχίζει να συστήνεται και το θρυλικό rat pack, η παρέα με τον Ντιν Μάρτιν , τον Πίτερ Λόφορντ, τον Σάμι Ντέιβις και τον Τζόι Μπίσοπ, macho τρισκατάρατα πράγματα για το ορθωμένο σήμερα, ωστόσο έτσι είχε η ιστορία, η πεντάδα τους έκανε ταινίες, έλεγε τραγούδια, έκανε σόου στο Λας Βέγκας, έπινε κοιτασματικές ποσότητες και κυνηγούσε γυναίκες.

Οι ταινίες του rat pack δεν είναι σπουδαίες, αλλά είναι ανεπανάληπτο φαν – που κάπως ακούμπησε ο Σόντερμπεργκ και η παρέα του με τα «Ocean's» - εκεί γίνεται και το πρώτο «Ocean's 11» (1960). Εμβόλιμα βέβαια δεν λείπουν ξανά τα καλά έργα. Το «Devil at 4 O' Clock» με τον Σπένσερ Τρέισι είναι ωραία εξωτική περιπέτεια, αλλά ωχριά βέβαια μπροστά στον «Manchurian Candidate», το φοβικό αριστούργημα του Φρανκενχάιμερ που έχει κάνει ριμέικ, κατώτερο ελαφρώς αλλά άξιο, ο Ντέμι με τον Ντενζέλ Ουόσινγκτον. Το '65 ο Σινάτρα κάνει την μοναδική του σκηνοθεσία, το αξιέπαινο (τουλάχιστον) «None but the Brave», κάτι σαν «Γράμματα της Ιβοζίμα», όχι τόσο άρτιο, αλλά διεπόμενο από την ίδια ανοιχτόμυαλη και φιλελεύθερη διάθεση του Σινάτρα που υπήρξε παραδοσιακός φιλελεύθερος, υπέρ των δικαιωμάτων παντών μειονοτήτων και ουσιαστική αχρωματοψία ως προς τους ανθρώπους. Το '80 πάντως σόκαρε αυτούς που εκπλήσσονται όταν διαφωνείς μαζί τους, υποστηρίζοντας τον Ρόναλντ Ρέιγκαν.

Από την δεκαετία του '70 και μετά ο Σινάτρα σχεδόν εγκατέλειψε το σινεμά, όπως για ένα διάστημα άφησε και το τραγούδι μέχρι την επιστροφή του '74, επικεντρωμένος στις live εμφανίσεις, το Βέγκας φυσικά στις τελευταίες του εκλάμψεις, την διατήρηση αλώβητου ενός εν ζωή θρύλου. Η ζωή του υπήρξε θυελλώδης από τις ερωτικές του περιπέτειες, τους γάμους, τις φιλίες που γεννούσαν συζητήσεις (από τον Μπάγκσι Σίγκελ ως τον JFK), τις ταινίες, τα τραγούδια, την ανεπανάληπτη μουσική, την μοναδική ερμηνεία που σφράγισε με όλους τους τρόπους τον αιώνα της.

Πάνω απ' όλα όμως ο Σινάτρα υπήρξε το υπόδειγμα ενός entertainer κι ενός δημόσιου άντρα που είχε το άστρο πάνω απ' το κεφάλι του και την αυτοπεποίθηση του χαρακτήρα του αποτελώντας την προμετωπίδα ενός είδους καλλιτέχνη (και μιας εποχής) που υπερέβαινε την κουτσομπολική δημοσιογραφία. Κι αυτή ήταν μια εκδοχή πραγμάτων εντελώς ανεσταμμένη σήμερα που η συντριπιτική πλειοψηφία των καλλιτεχνών υπηρετεί αντί να υπηρετείται από την δημοσιογραφούσα μάζα.
Και μόνο γι' αυτό ο Σινάτρα είναι μεγάλος. Υπάρχει και το σινεμά, που υπήρξε πανάξιος. Και στο τραγούδι, αυτό το λιγνό παιδί απ' το Τζέρσι, δεν είχε ανάλογο.