«...Για Πάντα»: Ο Γιάννης Τσιμιτσέλης και η Κατερίνα Γερονικολού μιλούν στο cinemagazine

Το «...Για Πάντα» έρχεται στις αίθουσες αυτή την εβδομάδα και μαζί του φέρνει τον αέρα της γλυκιάς ρομαντικής μελαγχολίας ενός love story, αέρα εντελώς περιζήτητου στην εγχώρια παραγωγή. Συναντήσαμε το ζευγάρι των πρωταγωνιστών ένα χριστουγεννιάτικο απόγευμα και είπαμε για...τα πάντα.

Συνέντευξη στον Ηλία Δημόπουλο
«...Για Πάντα»: Ο Γιάννης Τσιμιτσέλης και η Κατερίνα Γερονικολού μιλούν στο cinemagazine

Τους συνάντησα στου Παπάγου την προπαραμονή των Χριστουγέννων μη ξέροντας τι ακριβώς θα συναντήσω. Δυο όμορφα πρόσωπα ψυχρού επαγγελματισμού; Ένα πολυσυζητημένο ζευγάρι ανάμεσα στο τουπέ και τον τρόμο εισβολής της προσωπικής ζωής; Δυο «κανονικούς» ανθρώπους/καλλιτέχνες της γενιάς και της ηλικίας τους;

Τελικά τίποτα απ’ όλα αυτά. Ωραία, απλά πράγματα, ασυνήθιστα κάπως στη χώρα μας που το ύφος πάει κι έρχεται. Μπροστά μου είχα δυο νέους ανθρώπους, χωμένους ως το λαιμό στη δουλειά τους, με εμφανή πραότητα στην αντιμετώπιση της επιτυχίας, εύλογο άγχος για την πορεία της αναμενόμενης ταινίας, αγορίστικη συνεννόηση και κοριτσίστικη γλυκύτητα. Και διάθεση κουβέντας που αντικατέστησε την τυπική συνέντευξη. Η μισή ώρα έγινε μιάμιση συν άλλη μισή έξω στην αθηναϊκή υγρασία για ένα (και δύο) τσιγάρα, γενικής και ειδικής ενατένισης των κινηματογραφικών πραγμάτων. Με μόνη ένσταση ότι του Γιάννη δεν του πολυάρεσε ο καινούργιος Αλμοδόβαρ και η Κατερίνα δεν έρχεται πια (όσο θα ήθελε) στις Νύχτες Πρεμιέρας. Συγχωρεμένοι.

Πρώτα τους ρώτησα αν έχουν τρελαθεί από το άγχος. Η Κατερίνα μου συνόψισε γαλήνια την καθημερινή δουλειά στο σίριαλ, την τετράωρη (!) θεατρική παράσταση και τα ταυτόχρονα γυρίσματα και προώθηση της ταινίας. Ο Γιάννης όμως, υπεύθυνος και για την προσαρμογή του σεναρίου της ταινίας, μπήκε στην κουβέντα με την ευθύτητα (και την καψούρα) του χωμένου βαθιά στο εγχείρημα του «…Για Πάντα».

- Γ.Τ. […] Μαζί με όλα αυτή είναι και η πρώτη μου εμπλοκή σε παραγωγή ταινίας κι έχω εκκρεμότητες που πρέπει να κλείσουν. Απλώς επειδή εγώ έχω έναν συγκεντρωτισμό κι έναν μαζοχισμό, θέλω να περνάνε όλα από το χέρι μου ώστε σε επόμενη παραγωγή να έχω το know how. Από τα σάντουϊτς των εργαζόμενων μέχρι την ιδέα του να κάνουμε την προσαρμογή.

- Το είδα, σήμερα το πρωί!

- Κ.Γ. Το «Issiz Adam»; (σ.σ. το τουρκικό πρωτότυπο)

- Ναι, το δικό σας το είδα στην δημοσιογραφική προβολή.

- Γ.Τ. (Υπομειδιά) Α, εξαιρετική προβολή έμαθα (γελάμε). Δεν περίμενα και κάτι άλλο να σου πω την αλήθεια.

- Η.Δ. Δεν έμεινα μετά να πάρω κλίμα.

- Γ.Τ Εγώ πήρα feedback. Ξέρεις τι μ’ ενοχλεί εμένα; Το να πει κάποιος ότι είναι κακή ταινία το δέχομαι, είναι θέμα προσωπικού γούστου. Απλά επειδή χρονιά χωρίς ελληνικό σινεμά που να πιάσει είναι χρονιά που δεινοπαθούν οι αίθουσες…

- Κ.Γ. …μας το έλεγαν αιθουσάρχες μεμονωμένων…

- Γ.Τ. ναι, περιμένεις τουλάχιστον την στήριξη μιας κριτικής που θα σου λέει εποικοδομητικά να διορθώσεις πράγματα.

άμα δεις τι κυκλοφορεί εκεί έξω σε «σενάρια», σου γυρνάει το μάτι. Ακόμα και συντακτικά, ούτε καν να φτάσω σε κανόνες κωμωδίας

- Κοίτα αυτό μπορούμε, λέω εγώ τώρα, να ελπίζουμε ότι θα το δούμε σε κάποια κείμενα.

- Γ.Τ. Δεν νομίζω, δεν θα ‘ναι η πρώτη φορά που διαβάζω κριτικές για ταινία (τον διακόπτει η Κατερίνα)

- Κ.Γ. Κάτσε βρε παιδί μου μη ξεκινάς έτσι, δες πρώτα τι θα γραφτεί και μετά. (Τον… συνεφέρνουμε, αν και μοιάζει βέβαιος για το είδος των κριτικών που τον περιμένουν).

- Ας περιμένουν οι κριτικές, πρώτα το έργο. Γιατί αυτό λοιπόν, τι σε τράβηξε όταν το πρωτοείδες;

- Γ.Τ. Κοίτα εμένα ο κόσμος θα με περίμενε στερεοτυπικά να κάνω κωμωδία, δεν το ήθελα. Όταν πρωτοείδα το έργο, έστω και με το σκεπτικό «τι project να γυρίσουμε», στην πρώτη μισή ώρα είχα φρικάρει, δεν ήξερα από πού να φύγω! Μετά όμως άρχισε να με τραβάει το ότι ξεκινούσε σαν ρομαντική κομεντί και σιγά-σιγά άλλαζε καταλήγοντας εντελώς διαφορετικά. Μου άρεσε σαν πρόκληση το ότι όσο περισσότερο πετυχαίναμε την κομεντί τόσο πιο δυνατό θα ήταν το δράμα. Και ειδικά άρχισε να μου δένει με την εμφάνιση της μάνας. Εκεί είπα «τώρα έχουμε έργο».

- Αν πρέπει πάντως να περιμένεις τόσο πολύ σ’ ένα έργο δεν είναι καλός σύμβουλος. Ευτυχώς για μένα αυτό δεν ισχύει ούτε στο τουρκικό ούτε στο δικό σας. Από την στιγμή της γνωριμίας, της χάρης του φλερτ και της δυναμικής δύο αντίθετων χαρακτήρων, έχεις τον πρώτο πόλο στο έργο. Μετά έχεις και το twist – που εγώ δεν γνώριζα κιόλας αφού δεν είχα δει το πρωτότυπο..

- Κ.Γ. Χαίρομαι που είδες πρώτα την δική μας την ταινία. Γιατί το είδες σαν αγνός θεατής, όχι σαν κάποιος που πάει για να συγκρίνει, που δεν είναι και το κοινό που πρωτίστως αναζητούμε.

- Γ.Τ. Ναι απλά για μένα αυτό το πρώτο κομμάτι δεν έχει το κάτι παραπάνω…(τον κόβω)

- Έχει, γιατί ο «Πέτρος» δεν είναι συμπαθής!

- Κ.Γ. Είσαι ψεύτης! (γελάμε)

- Ναι και όσο πιο αυτάρεσκος είναι τόσο καλύτερα για τα συναισθήματα που θα γεννά στο φινάλε.

- Γ.Τ. Ναι, κι αυτός ήταν στόχος. Να μην είναι μόνο αντιπαθής ο άνθρωπος. Ώστε αυτό που θα κάνει στην τρίτη πράξη να βγάλει μια ισορροπία και για τον δικό του χαρακτήρα και μια στάση του έργου απέναντι στην αγάπη που καμμιά φορά δεν είναι αρκετή.

- Πότε ξεκίνησε η υλοποίηση λοιπόν;

- Κ.Γ. Πριν από έναν χρόνο στο σπίτι του διευθυντή της Village. Κάτσαμε είδαμε το έργο, δεν είπαμε πολλά, είχαμε παράσταση μετά. Δεν ήξερα πως είχε λειτουργήσει στον Γιάννη, εγώ όμως αισθανόμουν πως το έργο μου λέει κάτι διαφορετικό κι έπειτα μου το επιβεβαίωσε κι εκείνος για τον ίδιο. Οπότε είπαμε «εμείς είμαστε το κοινό μας». Ας φτιάξουμε κάτι που έστω κι από άλλους θα θέλαμε να δούμε στο σινεμά. Με πολλή αγάπη.

- Γ.Τ. Εμένα αυτό που μου άρεσε, γιατί στην αρχή ήμουνα χειρότερος από σένα όταν κάνεις κριτικές (γελάμε, ενίσταμαι αλλά γελάμε), δεν μου πήγαιναν πολλά στο έργο, είναι ότι τελείωσε και δεν έκλαιγα μόνο γιατί ήμασταν ανάμεσα σε κόσμο. Μετά, κάθε φορά που έφτανα στο voiceover (σ.σ. η σκηνή του φινάλε) υπήρχε μια συγκίνηση.

- Καλά εκεί που ξεκινάει η γυναίκα το voiceover θα κλαίνε τα καθίσματα.

- Κ.Γ. Κι επίσης είναι ένα έργο που τελειώνοντας σε κάνει να θέλεις να γίνεις καλύτερο κομμάτι μιας σχέσης.

- Γ.Τ. Διάφοροι άνθρωποι πάντως ταυτίζονται με διάφορα σημεία της ταινίας, μας εντυπωσιάζει αυτό.

- Κ.Γ. Όντως! Από την μέχρι τώρα εμπειρία μας με ανθρώπους που βλέπουν το έργο, παρατηρούμε πως κάνει ιδιαίτερο γκελ και σ’ ένα ηλικιακό κοινό μεγαλύτερο, στην ηλικία της μάνας ας πούμε, από όπου δεν περιμέναμε τόση ανταπόκριση. Είναι το πιο ένθερμο κοινό μας!

Αν ματώσεις στην Ελλάδα είναι πολύ δύσκολο να ξανασηκώσεις κεφάλι 

- Μετράει πολύ το κομμάτι «η ζωή που δεν έζησα». Να σας ρωτήσω επ’ αυτού: Σας ανησύχησε που δεν γυρίζονται τελευταία ιστορίες αγάπης;

-  (Μαζί) Όχι καθόλου, (συνεχίζει η Κατερίνα) είναι ακριβώς ένας λόγος που θέλαμε τόσο να το κάνουμε. Γιατί μας λείπει και να το βλέπουμε. (Συνεχίζει ο Γιάννης) Είναι όπως στο «La La Land», στο φινάλε ας πούμε, που λες άστον ρε παιδί μου τον άλλον, βρείτε τα, όχι μη χωρίζετε, αυτό θέλαμε να πιάσουμε σαν αίσθημα του έργου.

- Περνάει στον κόσμο;

-Γ.Τ. Είναι ανάλογα με το κοινό. Άλλες φορές είναι όπως το θέλουμε, άλλες θέλω να τρέξω καρέ, σαν ο ρυθμός να καθυστερεί.

- Κάνεις ρομαντική ταινία σε πραγματιστικούς καιρούς.

- Γ.Τ. Μας επηρεάζει και το στερεότυπο που έχει ο κόσμος για μας, μας βλέπει κάθε μέρα σπίτι του, δεν περιμένει κάτι τέτοιο από εμάς.  Δεν είναι ότι κάθε τόσο βγάζουμε και ταινία.

- Κ.Γ. Κι έτσι πάντως, παρότι ξέρω πόσο πιέζεται ο Γιάννης, εγώ είμαι πια σχεδόν χωρίς καθόλου άγχος. Από την στιγμή που είδα κάποια ζευγάρια μάτια μετά τις προβολές και, ακόμα περισσότερο, είδα ανθρώπους να έχουν πολλά πράγματα να πουν, να τους έχει ξυπνήσει η ταινία ένα σωρό αντιδράσεις, αισθάνθηκα από καλλιτεχνικής πλευράς μια δικαίωση. Νοιώθω πολύ χαρούμενη, φυσικά θέλω να πάει εισπρακτικά καλά, αλλά είμαι ήδη χαρούμενη.

- Γ.Τ. Για μένα πάντως, μαζί με το πόσο εμπορική μπορεί να αναδειχθεί τελικά, παίζεται και το κατά πόσον θα μπορέσω στη συνέχεια να ασχοληθώ και με άλλες παραγωγές. Έτσι μου είναι πολύ σημαντικό, ως παραγωγού του έργου, να πιάσουμε το break even να μην χάσουμε λεφτά. Αν ματώσεις στην Ελλάδα είναι πολύ δύσκολο να ξανασηκώσεις κεφάλι.

- Πάντως προτείνω αισιοδοξία, η ταινία θα πάει καλά, ακόμα και αν ο μη γένοιτο δεν είναι τεράστια επιτυχία, συνιστά από μόνη της ένα «πρωτότυπο» για σήμερα δείγμα λαϊκού, εμπορικού σινεμά. Με το δικό σου εγχείρημα μπορείς να συμπαρασύρεις κομμάτι της ελληνικής παραγωγής.

- Γ.Τ. Ναι, σίγουρα. Είναι μια συνειδητή καλλιτεχνική επιλογή το «…Για Πάντα». Στήνοντας την εταιρεία η λογική έλεγε να κάνουμε μια κωμωδία στιλ «Bachelor», που μια χαρά, 240.000 εισιτήρια έκανε, πιτσιρίκια με σταματάνε στο δρόμο και με ρωτάνε γι΄αυτό, αλλά δεν θέλαμε να πάμε προς τα εκεί. Συζητήσαμε ακόμα και με Ρέππα-Παπαθανασίου, τον Λευτέρη Παπαπέτρου, πολλούς. Άνθρωποι που στα κείμενά τους δεν αλλάζεις ούτε «και». Επίσης ρε συ άμα δεις τι κυκλοφορεί εκεί έξω σε «σενάρια», σου γυρνάει το μάτι πια με τα πράγματα που βλέπεις γραμμένα. Ακόμα και συντακτικά, ούτε καν να φτάσω σε κανόνες κωμωδίας.

- Όπως τα πεσίματα που έβαλες μέσα στην ιστορία.

- Γ.Τ. Αυτά είναι από την κόρη μου. Από μικρή έπεφτε κάτω μόνη της κι έλεγε ένα «καλά είμαι».

-  Άνευ οποιασδήποτε κουτσομπολίστικης διάθεσης πόσο δύσκολο ερμηνευτικά είναι το μαζί έξω-μαζί μέσα;

- Κ.Γ. Έχουμε ξαναδουλέψει παλιά, προτού γίνουμε ζευγάρι, και ήταν μια τέλεια συνεργασία. Περάσαμε ενάμισι μήνα συνέχεια μαζί, με πολλές διαφωνίες, θέλαμε και οι δύο να φτιάξουμε ας πούμε «ένα κέικ με καρότο και κανέλλα» (σ.σ. αναφορά από το έργο) και έπρεπε να συμφωνήσουμε στις αναλογίες των υλικών.

- Ποιος είναι υπεύθυνος για τη ζάχαρη; (γελάνε)

- Γ.Τ. Η Κατερίνα είναι της Καλντέρας, της Σαντορίνης και του ηλιοβασιλέματος κι εγώ να βρούμε το πρώτο καφενείο να πιούμε ένα καφεδάκι.

- Δεν είναι απαραίτητα κακό αυτό σε μια δημιουργική σχέση.

- Γ.Τ. Δεν είναι κακό, όχι. Υπήρχε συνεργασία διαρκώς.

- Κ.Γ. Το δικό μας happy end ήταν να βλέπουμε το τελικό αποτέλεσμα και να συμφωνούμε.

- Γ.Τ. Το δικό μας happy end ήταν να βλέπουμε τους άλλους που έβλεπαν το έργο να κλαίνε! Συγχαρητήρια, πλαντάξαμε, χαιρόμαστε! (γελάμε).

- Κ.Γ. Τέτοια σαδιστικά τους έλεγε!

-  Σε σχέση με το πρωτότυπο πώς κρίνεις την ταινία;

- Γ.Τ. Όντες και πρωτάρηδες στην παραγωγή είμαι πολύ ευχαριστημένος που δεν υστερούμε σε τίποτα, σε κάποια θεωρώ πως είμαστε και παραπάνω, παρότι είμαστε μια χαμηλότερου budget ταινία. Και νομίζω πως και στα πρόσωπα διαφέρουμε όσο χρειάζεται, δεν μιμούμαστε αλλά, πιστεύω, καταφέρνουμε να κρατήσουμε το πνεύμα της αρχικής ιδέας. Δεν συμφωνείς για τα πρόσωπα;!

- Ναι, δεν χρειάζεται να με παροτρύνεις καθόλου σ’ αυτό (γελάνε). Είδαν συντελεστές του πρώτου φιλμ το έργο σας;

- Γ.Τ. Ναι, ο σκηνοθέτης, σεναριογράφος και ο παραγωγός. Τους άρεσε πολύ.

- Αυτό δεν είχε δουλέψει πολύ στην Ελλάδα;

- Γ.Τ. Όχι, στην Τουρκία όμως είχε κάνει 3 εκατομμύρια εισιτήρια.

- Κ.Γ. Ταξιδέψαμε και στην Κωνσταντινούπολη και πήγαμε στη στοά που εξελίσσεται το φινάλε! Κι επίσης εκεί διαπιστώσαμε πως οι Τούρκοι με τους οποίους μιλήσαμε την είχαν ανάμεσα στις 5-6 ταινίες που αναφέρονται κι έχουν μέσα στην καρδιά τους.

Βρίσκω τις κριτικές πολύ ενδιαφέρουσες, τις διαβάζω αφ' ότου δω ένα έργο, μου ενώνουν κομμάτια και συγκρίνω διαφορετικές προσεγγίσεις στο ίδιο θέμα

- Ερώτηση «κριτικού»: Από το 2008 του πρώτου έργου μέχρι σήμερα έχουν αλλάξει άρδην τα sexual politics και με την έλευση του #metoo η αντίληψη του γυναικείου ρόλου. Πώς το χειρίστηκες αυτό για την Ζωή;

- Κ.Γ. Η ταινία ακολουθεί βασικά τον Πέτρο. Η Ζωή είναι η μοιραία στιγμή της…ζωής του. Οπότε δεν θεωρώ ότι θα ήταν κατάλληλο να προσαρμοστεί σε αναλογία με τα sexual politics η ιστορία, θα άλλαζε εντελώς η φιλοσοφία της.

-  Δεν έπρεπε να αναπτυχθεί λίγο παραπάνω ο γυναικείος ρόλος;

- Κ.Γ. Ναι, θα έπρεπε. Κάποια πράγματα όμως μπορείς να τα διαπιστώσεις πιο καθαρά στο τελειωμένο αποτέλεσμα.

- Γ.Τ. Αν την ξαναγυρίζαμε τώρα, συμφωνώ κι εγώ, θα ήθελα να υπήρχαν δυο έξτρα σκηνές με τη φίλη της.

- Κ.Γ. Πάντως να πω εγώ ότι πιστεύω πως σε πολλές ανθρώπινες ιστορίες ο άνδρας είναι το μοιραίο πρόσωπο. Υπάρχει μεν το κλισέ που λέει ότι αν μια γυναίκα φύγει θα φύγει για πάντα, αλλά πολύ συχνά είναι η ανδρική ιδιοσυγκρασία που αποτελεί αίνιγμα.

- Γ.Τ. Συγγνώμη, κατηγορούμε τον άντρα όχι αυτήν που (εξακολουθεί με σωρεία spoilers για την πλοκή – αλλά γελάμε ξεκινώντας ολομέτωπη επίθεση στην Κατερίνα για το χαμένο δίκιο του ανδρός. Μας τακτοποίησε αμφότερους).

- Ρομαντικές ταινίες που σας αρέσουν;

- Κ.Γ. «500 Μέρες με τη Σάμερ»!

- Γ.Τ. Πεντακόσες ήτανε; (γελάμε)

Μου λένε μια σειρά από ρομαντικές κομεντί, ο κριτικός μέσα μου εξανίσταται:

- Δεν εννοώ μόνο κομεντί, και πιο ρομαντικές!...

- Γ.Τ. Εμένα μ’ αρέσουν περισσότερο οι κομεντί.

- Κ.Γ. Να ξεκινήσουμε από το «Όσα Παίρνει ο Άνεμος» εννοείς δηλαδή; (γελάμε, με δουλεύουν στην πραγματικότητα)

- Γ.Τ. «Καζαμπλάνκα».

- Κ.Γ. Μαζί το είδαμε αυτό!

- Γ.Τ. Ναι αλλά αυτή η άτιμη (σ.σ. εννοεί την Μπέργκμαν) μ΄ένα φωτοστέφανο σ΄όλο το έργο, τα φίλτρα του αιώνα να βγαίνει αγία!

- Κ.Γ. «Τα Καλύτερά μας Χρόνια» πάρα πολύ ωραίο και οι «Γέφυρες του Μάντισον» (εγώ σε παράλυση χαράς)

- Γ.Τ. Εμένα μου αρέσουν αταίριαστα μεταξύ τους έργα, το «Ρέκβιεμ για Ένα Όνειρο» αλλά και η «Αμελί», είμαι και φαν του «Άρχοντα των Δαχτυλιδιών». Αυτά που δεν μου λένε κάτι είναι τα τύπου «Πόλεμος των Άστρων».

- Κ.Γ. (θυμάται ένα που το τριγύριζε ώρα) Και το «Sliding Doors» μου αρέσει πολύ. Εμένα να ξέρεις μου αρέσει και να διαβάζω κριτικές αλλά μετά το έργο που βλέπω.

- Κάνεις την καλύτερη δουλειά.

- Κ.Γ. Ναι αμέ, και θεωρώ επίσης πως υπάρχει και εδώ και έξω πολύ καλή πένα στην κριτική.

- Καλός άνθρωπος.

- Γ.Τ. (σε κωμικό timing) Κατερίνα τι λες; (εκστατική τροπή στην κουβέντα)

- Κ.Γ. (υπομονετικά) Ναι, δεν λέω για τις απόψεις, για την πένα. Βρίσκω ότι μου ενώνουν κομμάτια πάνω σ’ αυτό που έχω δει αλλά μου αρέσει και να διαπιστώνω διαφορετικές προσεγγίσεις για το ίδιο θέμα. Πάρα πολύ ενδιαφέρον!

- Πάρα πολύ ενδιαφέρον και ακόμα πιο σπάνιο να το ακούω αυτό από κάποιον.

- Γ.Τ. Εμένα μ΄ενοχλεί να διαβάζω μια κριτική που συγκρίνει ανόμοια πράγματα, ταινίες τελείως δυσανάλογων προϋπολογισμών ας πούμε.

- Δεν παίζει ρόλο ο προϋπολογισμός Γιάννη η ταινία έχει μια ιστορία να πει, μπορεί να είναι πάμφθηνη και πανάκριβη μαζί. Εσείς για παράδειγμα που είστε με σφιχτό budget, βρίσκετε λύσεις στο φως που ακολουθεί τους δύο χαρακτήρες που δεν είναι θέμα χρημάτων.

- Γ.Τ. Ναι και στα χρώματα γίνεται το ίδιο καθώς προχωρά το έργο! Αλλά (σ.σ. επιμένει) υπάρχει πολλή εμπάθεια, προσωπική κριτική ή βλέπεις και παράξενα πράγματα τύπου διθυραμβική κριτική και τρεισήμισι αστέρια. Τι πρέπει δηλαδή να γίνει για να πάρεις πέντε;

- Να πραγματεύεσαι τα πιο σημαντικά πράγματα με κοσμοϊστορικούς συντελεστές και ριζοσπαστικό τρόπο. Αλλά δεν πιστεύω πως ταινίες σαν το «…Για Πάντα» πρέπει να πάσχουν ή πάσχουν για τα αστεράκια.

- Γ.Τ. Ναι οκ έχεις δίκιο εγώ άλλωστε έχω αντιμετωπίσει και αστεράκια κανονικό νεκροταφείο (γελάμε).

- Πες μου για τον σκηνοθέτη.

- Γ.Τ. Εγώ πιστεύω ότι ο Γιάννης Παπαδάκος έχει όλα τα φόντα να πάει μπροστά, πιάνει πάρα πολλά πράγματα μέσα στο γύρισμα και συμπίπτουμε και στο πως αντιλαμβανόμαστε τον ρυθμό που, και λόγω κωμωδίας ίσως που αγαπώ τόσο, είναι το πιο σημαντικό για μένα. Και έχει και μια ωραία κα@λα για το σινεμά.

- Κ.Γ. Πώς θα το γράψει αυτό ο άνθρωπος; (γελάμε και συγκατανεύω ότι χωρίς κα@λα για το σινεμά δεν γίνεται σινεμά).

Κλείνοντας, μιας και είχαμε ήδη περάσει τον τριπλάσιο του προβλεπομένου χρόνου, ρώτησα τον Τσιμιτσέλη για τα καθήκοντά του ως παραγωγού. Μου επιβεβαίωνε τις σωστές ιεραρχίες, την δέουσα συμπεριφορά στις πληρωμές, την βασική έγνοια διατροφής του συνεργείου για να διασφαλίζεται όσο το δυνατόν η καλύτερη ατμόσφαιρα δουλειάς, για να πεταχτεί στωϊκά η Κατερίνα: «Βέβαια εμείς είχαμε να ολοκληρώσουμε σκηνή ένας μ’ έναν, βασική συναισθηματική σκηνή της ταινίας κι εκείνος είχε άγχος με το αν είχαν πιεί όλοι καφέ και ήταν αφηρημένος! Ήθελα να του δώσω μπουνιά»!

Γελώντας όλοι κι εγώ ξέροντας πια πώς θα κλείσω την συνέντευξη, θυμήθηκα ξανά γιατί η καλή ατμόσφαιρα γυρισμάτων, η αγάπη των συμμετεχόντων και η αμοιβαία έγνοια για το υλικό μπορούν τελικά να μεταδώσουν ένα αίσθημα ταινίας που αντί να σκοντάφτει διαρκώς σε (υπαρκτές) αδυναμίες πιάνει μια μικρή θέση στη καρδιά σου και στρογγυλοκάθεται.