Halloween Day! Επιχείρηση φόβος ή γιατί ο Μάριο Μπάβα είναι ο πιο σημαντικός δημιουργός του σινεμά τρόμου

Ο εορτασμός του Halloween μας δίνει κινηματογραφική αφορμή να θυμηθούμε έναν σπουδαίο και απίστευτα επιδραστικό σκηνοθέτη, με θαυμαστές όπως ο Φελίνι, ο Σκορσέζε, ο Λιντς και ο Ταραντίνο, στον οποίο το σινεμά τρόμου χρωστά μερικές από τις πιο ανεξίτηλες κινηματογραφικές του ανατριχίλες.

Από τον Λουκά Κατσίκα
Halloween Day! Επιχείρηση φόβος ή γιατί ο Μάριο Μπάβα είναι ο πιο σημαντικός δημιουργός του σινεμά τρόμου

Μπορεί να αναγνωρίστηκε λίγο καθυστερημένα ως ο σπουδαίος μαέστρος που ανέκαθεν ήταν και να πήρε μετά θάνατον τη θέση που του άρμοζε ανάμεσα στους μέγιστους στυλίστες του σινεμά, ακόμη κι έτσι όμως ο Μάριο Μπάβα ίσως να μην έχει ακόμη εκτιμηθεί πλήρως. Μιλώντας κανείς γι’ αυτόν είθισται να στέκεται κυρίως στους ευρηματικούς τρόπους με τους οποίους ο Ιταλός σκηνοθέτης αξιοποιούσε πάντοτε τους μηδαμινούς προϋπολογισμούς και τα απειροελάχιστα μέσα παραγωγής που είχε μονίμως στην διάθεσή του για κάθε ταινία, δίνοντας δυναμική προοπτική και υπόσταση σε σκηνικά φτιαγμένα από το τίποτα.

Ο Μπάβα δεν υπήρξε, εντούτοις, μόνο η τεχνική του, ο επαγγελματισμός του ή η δαιμόνια επινοητικότητά του. Ηταν η έξοχη γνώση του κινηματογράφου ως ανώτερο εκφραστικό όχημα και η ακλόνητη πεποίθησή του στην δυνατότητα του να διηγείσαι μια ιστορία λιγότερο μέσω των ασφαλών διαδρομών ενός σεναρίου και περισσότερο παραδομένος στον σαρωτικό ποταμό των εικόνων.

Ίσως αυτός είναι κι ο λόγος για τον οποίο οι περισσότερες ταινίες του Μπάβα σκαλώνουν στη μνήμη όχι για τις λεπτομέρειες των ισχνών πλοκών τους αλλά για τις γλαφυρές και μαγευτικές εικονογραφήσεις τους: Τα μπαρόκ εσωτερικά των θεόρατων πύργων, τα δέντρα των εφιαλτικών δασών που απλώνουν απειλητικά τις διακλαδώσεις τους, τα σκοτεινά δωμάτια που κρύβουν σε κάποια γωνιά τον θάνατο, τα βλοσυρά νεκροταφεία με τις ραγισμένες ταφόπλακες, τα ημι-φωτισμένα σοκάκια που γλείφει η ομίχλη, τα στοιχεία της φύσης που συνηγορούν για να κάνουν τις νύχτες ακόμη πιο βαθιές, ακόμη πιο απειλητικές.

Ο κόσμος του Μπάβα συγγενεύει μέσω υπόγειων διαδρόμων με τη λογοτεχνία του Εντγκαρ Αλαν Πόε ή τις αρχέγονες λαϊκές δοξασίες, το σινεμά του σκηνοθέτη δεν μπορεί να θεωρηθεί σε καμιά περίπτωση, όμως, παλιομοδίτικο και παρελθοντολάγνο. Ο γεννημένος το 1914 καλλιτέχνης υπήρξε ένας από τους πιο μοντέρνους σκηνοθέτες που τίμησαν τον κινηματογραφικό τρόμο, εισάγοντας σε ένα αραχνιασμένο και περιορισμένο αισθητικά είδος μια επανάσταση χρώματος, φωτοσκιάσεων και οπτικοακουστικής δύναμης, όμοια σε πειραματισμό και θράσσος με τις υπερβατικές πινελιές που χρησιμοποιούσε ο Μινέλι για να ζωγραφίσει τα μεγαλοπρεπή του μιούζικαλ και ίση με τις καινοτομίες που εισήγαγαν ο Μαξ Οφίλς και ο Ντάγκας Σερκ στον τρόπο με τον οποίο μια απόχρωση ή ένα ντεκόρ γίνονταν στα χέρια τους ψυχολογική αντανάκλαση και προέκταση των διαθέσεων που διέπουν το εσωτερικό των ηρώων.

Ρίχνοντας κανείς μια ματιά στις πυρετικές τεχνικολόρ παλέτες των περισσότερων ταινιών του Μπάβα, διαπιστώνει πόσο λειτουργικές και απόλυτα εναρμονισμένες είναι με μια συγκεκριμένη αίσθηση ατμόσφαιρας και κλίματος που ο σκηνοθέτης επιθυμεί να δώσει, προεκτείνοτας τον στοιχειωμένο διάκοσμο σκιών, τριγμών και ψιθύρων με μια υφή παραμυθιού και φαντασίας. Ολόκληρο το σινεμά του Μάριο Μπάβα μπορεί, άλλωστε, να ιδωθεί ως ένα ατέλειωτο όνειρο, ένα ναρκωτικό ταξίδι ή μια κατάδυση στο υποσυνείδητο, όμοια με αυτές που απελευθερώνει ο νυχτερινός ύπνος.

Μέσα σε ένα ρευστά παραισθησιογόνο σύμπαν κολυμπούν και οι μόνιμες εμμονές και θεματικές του, η πλειοψηφία των οποίων χαιρετίζει την αποδοχή ενός ευρύτερου αγνώστου που λειτουργεί δυναστικά στις ζωές των ανθρώπων ή παρακολουθεί την αποδόμηση και συντριβή θεσμών και κοινοτήτων από την ξαφνική έλευση του παραλόγου και του αόρατου κακού. Οι χαρακτήρες των ταινιών του Μπάβα είναι αναλώσιμοι, σχεδόν πάντοτε καταδικασμένοι να καταλήγουν στο τέλος νεκροί, σημαδεμένοι από μια τραγωδία ή συνειδητοποιημένοι ως προς την πλήρη ήττα τους απέναντι σε μια μεταφυσική την οποία αγνοούν ή αδυνατούν να αντιμετωπίσουν.

Πιθανόν να μην είναι, συνεπώς, δίκαιο να αναφερόμαστε στον σκηνοθέτη ως έναν μαέστρο της τεχνικής και της κάμερας αλλά ως έναν γνήσιο auteur που μπορεί να εφηύρε και να έθεσε τα θεμέλια σε μερικές από τις πιο δημοφιλείς υποκατηγορίες του τρόμου (το giallo και το slasher) ή να γέννησε άθελά του αμέτρητους μιμητές που οδήγησαν το σινεμά τρόμου στην παρακμή του, στην ουσία όμως χρησίμευσε ως μια σπουδαία γέφυρα. Ένωσε τα υποβλητικά μαθήματα φόβου που δίδαξαν οι δημιουργίες τις οποίες παρήγαγε η Universal στην δεκαετία του ’30 και του ’40  και τις συναφούς αισθητικής γοτθικές ιστορίες που διηγήθηκαν πολλοί σκηνοθέτες της βρετανικής Hammer Films με τον κυνικό και ανελέητο τρόμο που βασίλεψε στις οθόνες από τα μέσα της δεκαετίας του ’60 μέχρι σήμερα. Κάθε ταινία που γέννησε το συγκεκριμένο είδος μέχρι σήμερα και κάθε σκηνοθέτης που προήλθε μέσα από αυτό χρωστούν κάτι παραπάνω από ευγνωμοσύνη στον Μάριο Μπάβα. Του χρωστούν τη φήμη και τις καριέρες τους.

Διαβάστε ακόμη:

Το cinemagazine ψηφίζει τις 100 καλύτερες ταινίες τρόμου που έγιναν ποτέ (50-1)

Το cinemagazine ψηφίζει τις 100 καλύτερες ταινίες τρόμου που έγιναν ποτέ (100-51)

Τρεις κορυφαίες ταινίες του Μάριο Μπάβα

Η Μασκα του Δαίμονα (LaMascheradelDemonio, 1960)

Μπορεί οι εξαιρετικά βίαιες για την εποχή σκηνές της ταινίας να λογοκρίθηκαν σε μερικές χωρές και να οδήγησαν στην απαγόρευσή της από τις αίθουσες της Μεγάλης Βρετανίας για τουλάχιστον οχτώ χρόνια, στον υπόλοιπο κόσμο όμως η «Μάσκα» χαιρετήθηκε ως ο ερχομός ενός πολύ σημαντικού σκηνοθέτη στο είδος του τρόμου. Με τη βοήθεια της εξαιρετικής μαυρόασπρης φωτογραφίας, την αξέχαστη παρουσία της Μπάρμπαρα Στιλ και μια ιστορία υπερφυσικού ζόφου και σαδιστικής εκδίκησης, ο Μπάβα παρέδιδε στο κοινό της δεκαετίας του ’60 έναν ατμοσφαιρικό σταθμό του γοτθικού σινεμά.

Αίμα και Μαύρη Δαντέλα (SeiDonneperlAssassino, 1964)

Η μητέρα όλων των slasher ταινιών βυθίζει εξαρχής τα πάντα σε μια πανέμορφη τεχνικολόρ δεξαμενή και βλέπει τον Μπάβα να απομακρύνεται από τον κόσμο του ρεαλιστικού για να συνθέσει ένα οπερετικό θρίλερ στο οποίο κάθε σκηνή μετράει και κάθε απεικόνιση φόνου αποτελεί και ένα μικρό αριστούργημα του μακάβριου, καθώς μια σειρά από θηλυκά μοντέλα πέφτουν νεκρά από το γαντοφορεμένο χέρι ενός αθέατου δολοφόνου.

Σκότωσε Μωρό μου, Σκότωσε (OperazionePaura, 1966)

Με σταθερή θέση στις λίστες με τις κορυφαίες ταινίες τρόμου όλων των εποχών και με δηλωμένους θαυμαστές όπως ο Φεντερίκο Φελίνι, ο Μάρτιν Σκορσέζε και ο Ντέιβιντ Λιντς, η καλύτερη ίσως δημιουργία του Μπάβα παρακολουθεί ένα χωριό των Καρπαθίων να τρομοκατείται από το δολοφονικό φάντασμα ενός μικρού κοριτσιού. Απόκοσμοι χρωματισμοί στη φωτογραφία, παραισθησιογόνα εικονογράφηση, κλίμα δέους μεταμορφώνουν το φιλμ σε μια μυσταγωγία πάνω στη σύγκρουση της προόδου με τη δεισιδαιμονία και την ανθρώπινη αδυναμία μπροστά στη σαρωτική έλευση του Αγνώστου.