«Η αγαπημένη μου ταινία»: Οι υποψήφιοι δημιουργοί για ΙΡΙΣ ταινίας μυθοπλασίας γράφουν στο ΣΙΝΕΜΑ

Τα βραβεία ΙΡΙΣ πλησιάζουν και το cinemagazine.gr παρουσιάζει τους δημιουργούς που έχουν υποψήφια ταινία μέσα από τις αγαπημένες τους κινηματογραφικές ταινίες και σκηνές.

Από τον Πάνο Γκένα
«Η αγαπημένη μου ταινία»: Οι υποψήφιοι δημιουργοί για ΙΡΙΣ ταινίας μυθοπλασίας γράφουν στο ΣΙΝΕΜΑ

Μέσα στην πρωτόγνωρη συνθήκη της πανδημίας, το ελληνικό σινεμά αντιστάθηκε και δήλωσε παρών σε διεθνή φεστιβάλ, online πρεμιέρες κι εγχώριες προβολές, διεκδικώντας μεγάλες βραβεύσεις και θερμές κριτικές. Η Ελληνική Ακαδημία Κινηματογράφου με σύνθημα «Κάθε ταινία είναι μία εξέγερση» γιορτάζει τον πλουραλισμό της ελληνικής κινηματογραφίας ως καλλιτεχνικό «αντίδοτο» στην δυσθυμία των καιρών και προετοιμάζει την Τελετή Απονομής των βραβείων ΙΡΙΣ σε φυσικό χώρο στα μέσα Ιουνίου.

Το ΣΙΝΕΜΑ cinemagazine.gr τιμώντας τους δημιουργούς των ελληνικών ταινιών που είναι υποψήφιες στα φετινά βραβεία, απευθύνθηκε σε όλους τους/τις σκηνοθέτες/-τιδες ζητώντας τους να γράψουν την αγαπημένη τους ταινία ή σκηνή. Μοναδικός όρος να εμπνευστούν από την κατηγορία για την οποία είναι υποψήφιοι/-ες. Έτσι, οι υποψήφιοι δημιουργοί ταινιών μικρού μήκους μας έστειλαν κείμενα για άλλες μικρομηκάδικες απολαύσεις, όσοι/-ες είναι υποψήφιοι/-ες στην κατηγορία ντοκιμαντέρ για ταινίες τεκμηρίωσης κ.ο.κ.

Σήμερα δημοσιεύουμε το τελευταίο, τέταρτο μέρος του αφιερώματος με τις προτάσεις των δημιουργών ταινιών μεγάλου μήκους.

Ευχαριστώ όλους/-ες τους/τις δημιουργούς που ανταποκρίθηκαν στο κάλεσμα, την Ελίνα Ψύκου και την Μέη Καραμανίδη από την Ελληνική Ακαδημία Κινηματογράφου για την βοήθεια.

Μην χάσετε τις προβολές των ταινιών στο Cine Άνεσις από Πέμπτη 3 έως και την Τετάρτη 9 Ιουνίου. Πρόκειται για μία μοναδική ευκαιρία για να απολαύσετε τις περισσότερες από τις υποψήφιες ταινίες στον φυσικό τους χώρο και σε άψογη, ποιοτική προβολή από 4Κ λέιζερ προτζέκτορα (τον μοναδικό σε θερινό σινεμά της Αθήνας).

Διαβάστε περισσότερα:
«Η αγαπημένη μου ταινία»: Οι υποψήφιοι δημιουργοί για ΙΡΙΣ ταινίας ντοκιμαντέρ γράφουν στο ΣΙΝΕΜΑ

«Η αγαπημένη μου ταινία»: Οι υποψήφιοι δημιουργοί για ΙΡΙΣ ταινίας μικρού μήκους γράφουν στο ΣΙΝΕΜΑ
«Η αγαπημένη μου ταινία»: Οι υποψήφιοι δημιουργοί για ΙΡΙΣ ταινίας animation γράφουν στο ΣΙΝΕΜΑ
ΙΡΙΣ 2021: Οι υποψηφιότητες των βραβείων της Ελληνικής Ακαδημίας Κινηματογράφου
ΙΡΙΣ 2021: Δείτε τις υποψήφιες ταινίες στο Cine Άνεσις

Σιαμάκ Ετεμάντι

Σκηνοθέτης του «Παρί» με 8 Υποψηφιότητες: Μεγάλου Μήκους Ταινίας Μυθοπλασίας | Σκηνοθεσίας | Πρωτοεμφανιζόμενου Σκηνοθέτη | Α’ Γυναικείου Ρόλου | Β’ Γυναικείου Ρόλου | Φωτογραφίας | Μοντάζ | Ενδυματολογίας. Προβολή στο Cine Άνεσις: Δευτέρα 7 Ιουνίου, 22:45. 

«Δαμάζοντας τα Κύματα» του Λαρς φον Τρίερ | Σκηνή: Η Μπες απολαμβάνει το ροχαλητό του Ίαν 

Είναι μια σύντομη στιγμή, 10, 15 δευτερόλεπτα. Δεν την λες και σκηνή, ένα πλάνο είναι. Και όμως η στιγμή έχει χαραχτεί στο μυαλό μου, τώρα πια για πάνω από δύο δεκαετίες. Είναι στο δεύτερο κεφάλαιο της ταινίας, “Η ζωή με τον Ίαν”, η σύντομη χαρούμενη περίοδος στον τραγικό έρωτα τους. Η παρθένα Μπες ανακαλύπτει την χαρά του σεξ με τον Ίαν, τον άνδρα που αγαπάει απόλυτα. 

Δεν πρόσεξα την σκηνή την πρώτη φορά που είδα την ταινία. Δεν μου άρεσε καν η ταινία. Δεν ταίριαζε με την ιδεολογία μου. Μου επισήμανε την συγκεκριμένη σκηνή το αμόρε μου. “Και τι σου άρεσε ακριβώς;” την ρώτησα. “Τον αγαπάει τόσο πολύ που ακόμα και το ροχαλητό του το απολαμβάνει.” μου απάντησε. Και πάλι δεν το πολύ κατάλαβα. Είμασταν και οι δύο μας νέοι. Δεν ροχαλίζαμε.  

Πέρασαν τα χρόνια. Χωρίσαμε. Χαθήκαμε. Άρχισα να ροχαλίζω - μου το επισημαίνουν οι άλλοι. Είδα την ταινία ξανά, και ξανά. Και ξανά. Και εκείνη η σύντομη στιγμή στην κρεβατοκάμαρα της Μπες απέκτησε όλο και μεγαλύτερο συναισθηματικό βάθος. Αλήθεια, πόσα συναισθήματα χωράνε σε ένα πλάνο; Του θεατή, εννοώ… 

Γράψανε τα παιδιά στο flix.gr για Το «Δαμάζοντας τα Κύματα» “… ουρλιάζοντας συναίσθημα στον θεατή, τολμάει να αναρωτηθεί για τη σχέση πίστης, αγάπης, καλοσύνης, αρρώστιας μέσα από ένα σπαρακτικό δράμα”. Αυτό Με ενοχλούσε παλιά. Όχι πια. Τώρα πιστεύω ότι υπάρχει τόσο μυστήριο, τόση αμφισημία σε αυτά τα μεγάλα ερωτήματα της ζωής που με την λογική μου δεν έχω καμία ελπίδα να βρω άκρη. Υπάρχει μόνο το αίνιγμα της πίστης και τα απρόβλεπτα και φευγαλέα συναισθήματα μου που αργά και βασανιστικά με πάνε κάπου. Όχι δηλαδή ότι έχω και ιδιαίτερη ελπίδα να βρω απαντήσεις, απλώς δεν έχω και την επιλογή να σταματήσω να ψάχνω. 

“Σε ευχαριστώ για το μεγαλύτερο δώρο των πάντων, το δώρο της αγάπης”, λέει η Μπες στον Θεό της. “Αλλά θυμήσου ότι πρέπει να είσαι καλό κορίτσι, Μπες. Γιατί πρέπει να ξέρεις ότι εγώ την δίνω και εγώ την παίρνω πίσω.”, απαντάει η ίδια στον εαυτό της με μια μπάσα και αρσενική φωνή, η φωνή του Πατριάρχη Θεού μέσα της. Και μετά ακολουθεί, στις επόμενες δυόμιση ώρες της ιστορίας, η αργή και βασανιστική θυσία της. 

Danilo Caputo

Σκηνοθέτης του «Σπείρε τον Άνεμο», υποψήφια για Βραβείο Ταινίας Ελληνικής Μειοψηφικής Συμπαραγωγής. Προβολή στο Cine Άνεσις: Τρίτη 8 Ιουνίου, 22:50.

«J’entends plus la guitare» (1991) του Φιλίπ Γκαρέλ

Ανακάλυψα τις ταινίες του Γκαρέλ το 2005. Τότε ζούσα στη Νάπολη, όπου σπούδαζα φιλοσοφία. Δεν γνώριζα πολλά για σινεμά, αλλά άρχισα να δανείζομαι ταινίες από μια μικρή ταινιοθήκη. Και έτσι είδα το «J’entends plus la guitare». Δεν μιλούσα γαλλικά εκείνη την εποχή, αλλά με εντυπωσίασε μια λέξη που χρησιμοποιούσαν πολύ: "mec". Την επαναλάμβαναν όλη την ώρα - "mec" αυτό, "mec" εκείνο. Το 2014 μετακόμισα στο Παρίσι και κάθε φορά που άκουγα κάποιον να λέει "mec", σκεφτόμουν την ταινία του Γκαρέλ. Η λέξη μου θύμιζε μια συγκεκριμένη σκηνή: ο βασικός χαρακτήρας κάθεται μόνος σε ένα διαμέρισμα, η αγαπημένη του τον άφησε ξανά. Υπήρχε κάτι πολύ στενόχωρο στην σκηνή, το δωμάτιο φαίνεται άδειο, λες και οι τοίχοι είναι έτοιμοι να καταρρεύσουν.

Εκείνη την στιγμή ένιωσα πως η ζωή μου έχει καταρρεύσει γι' αυτό και η ταινία μου «μίλησε» τόσο έντονα. Είχα μεγαλώσει θέλοντας να γίνω μουσικός, αλλά όταν ήμουν 20 ετών, την στιγμή που θα ξεκινούσε η καριέρα μου, έπρεπε να σταματήσω να παίζω εξαιτίας ενός μυϊκού τραυματισμού. Σαν να είχε πεθάνει ένα κομμάτι μου και αγωνιζόμουν να αναστήσω τον εαυτό μου. Αυτή η ταινία με βοήθησε να το κάνω, με βοήθησε να επαναφέρω τη ζωή μου.

Ένιωσα πως η ταινία με κατανοούσε. Ένιωσα πως είχα απέναντι έναν καθρέφτη. Δεν ξέρω πώς να το εξηγήσω, αλλά αισθανόμουν την παρουσία ενός ατόμου μέσα στην ταινία που με έκανε να νιώθω ζεστασιά, όπως νιώθεις κοντά σε έναν φίλο. Έτσι έγινα φίλος με την ταινία και με το άτομο που «ζούσε μέσα σ' αυτή». Έτσι εγώ και ο Γκάρελ γίναμε φίλοι, στο μυαλό μου φυσικά.

Θα παρακολουθήσω ξανά την ταινία τώρα, μετά από 16 χρόνια. Θα είναι μια εντελώς διαφορετική εμπειρία, πιθανότατα θα είναι μια εντελώς άλλη ταινία. Με κάνει να σκεφτώ ότι μια ταινία μοιάζει με μία μουσική σύνθεση και εμείς την ερμηνεύουμε - η μουσική όμως είναι μόνο στο μυαλό μας. Και είμαι βέβαιος ότι θα ακούσω πολύ διαφορετική μουσική αυτή τη φορά.

Φωκίων Μπόγρης

Σκηνοθέτης της ταινίας «Πρόστιμο» με 2 Υποψηφιότητες: Μεγάλου Μήκους Ταινίας Μυθοπλασίας | Β’ Ανδρικού Ρόλου. Προβολή στο Cine Άνεσις: Κυριακή 6 Ιουνίου, 22:30.

«Star 80» του Bob Fosse

Δεν γνώριζα την ύπαρξη του “Star 80”, μέχρι που τo συνάντησα τυχαία σε ένα Βουλγάρικο site με torrents, αρχές του 2020. Είχε τεράστια επίδραση πάνω μου.

Πρόκειται για την τελευταία του Bob Fosse - μέχρι τότε είχα δει τα αριστουργηματικά “Lenny” και “All That Jazz”.  Αρχικά μου τράβηξε το μάτι ο τίτλος (και η χρονιά παραγωγής: 1983) και στην συνέχεια το όνομα του σκηνοθέτη και η σύνοψη: “Η τραγική δολοφονία της Dorothy Stratten, μοντέλου για το περιοδικό Playboy, από τα χέρια του μανιακού συζύγου/μάνατζερ της, Paul Snider». Ασυνήθιστα τα spoiler στις περιλήψεις, όμως πρόκειται για μία πραγματική ιστορία. Γνωρίζουμε δηλαδή εξ αρχής ποια θα είναι η κατάληξη - ο λόγος που παρακολουθούμε την ταινία, είναι για να δούμε το πως η ιστορία οδηγείται στο σοκαριστικό της φινάλε. Και εκεί, η ταινία δεν κάνει πίσω: Πρόκειται για ένα από τα πιο μηδενιστικά φινάλε που έχουν κινηματογραφηθεί ποτέ. Σπάνια έχουμε ξαναδεί την αθωότητα να δολοφονείται τόσο βάναυσα, τόσο απάνθρωπα. Και χρησιμοποιώ την λέξη «αθωότητα», επειδή η Dorothy μπορεί να είναι ένα «Γυμνό Μοντέλο» (ο Ελληνικός τίτλος), ταυτόχρονα όμως παραμένει παιδί (αξίζει να αναφερθεί πως η επίμαχη σκηνή γυρίστηκε στο ίδιο σπίτι όπου είχε δολοφονηθεί η πραγματική Stratten).

Δουλεύοντας σε φαστφουντάδικο στο Καναδά, η άβγαλτη Dorothy (Mariel Hemingway του “Manhattan”) γνωρίζει τον εντυπωσιακό Paul (ο Eric Roberts λίγο πριν το «Τρένο της μεγάλης φυγής»). Γοητευμένος από την ομορφιά της, κάνει τα πάντα για να την κερδίσει, πράγμα που πετυχαίνει πολύ γρήγορα. Δείχνει larger than life, στην πραγματικότητα όμως είναι ένας loser, υπερχρεωμένος στους τοκογλύφους. Ταυτόχρονα ζηλεύει αρρωστημένα το lifestyle των πλούσιων & διάσημων – ο ίδιος είναι κινητή εγκυκλοπαίδεια των celebrities καθώς γνωρίζει τα πάντα για τους ηθοποιούς, τους αθλητές και φυσικά, τα μοντέλα του Playboy.  Βλέπει την Dorothy ως το εισιτήριο του για τον λαμπερό κόσμο που πάντα ονειρευόταν. Ο κόσμος αυτός βέβαια, δεν θέλει την παραμικρή σχέση μαζί του - του κλείνει την πόρτα επανειλημμένα. Κι όσο η καριέρα της αγαπημένης του απογειώνεται, τόσο η ζήλεια του χτυπάει κόκκινα.

Εδώ υπάρχουν κοινά με μία άλλη αγαπημένη μου ταινία, το “Boogie Nights”, του Paul Thomas Anderson. Θεματικά και οι δυο ασχολούνται με έναν, λαμπερό στην επιφάνεια του, κόσμο που έχει ως επίκεντρο το σεξ. Η απεικόνιση βέβαια διαφέρει: Η ταινία του Anderson είναι δροσερή, με χρώματα που βγάζουν μάτι, ενώ αυτή του Fosse είναι αστίλβωτη, θυμίζοντας ταινία της προηγούμενης δεκαετίας. Σημαντικό ρόλο σε αυτό παίζει η φωτογραφία του Sven Nykvist, συνεργάτη του Ingmar Bergman. Θεωρώ πως η αφήγηση εδώ θα έπρεπε να διδάσκεται - ειδικά η χρήση συνεντεύξεων με τους χαρακτήρες σε ντοκιμαντεριστικό ύφος είναι ιδιοφυής και μπροστά από την εποχή της. Το δε μοντάζ, καταιγιστικό (κάτι ανάλογο είδαμε αργότερα και στο “Casino” του Martin Scorsese). Ο δε Roberts παραδίδει μία πολύ μεγάλη ερμηνεία. Ο Fosse πάλι, δεν έκρυβε πως έβρισκε στον εαυτό του κοινά στοιχεία με τον χαρακτήρα του Paul και δεν ξέρω πόσο «προβληματικό» ακούγεται αυτό αλλά θεωρώ πως είναι σημαντικό να υπάρχει αυτού του είδους η σύνδεση, ώστε το περιεχόμενο να αφορά όντως τον δημιουργό του και τελικά, το κοινό. Το τελευταίο βέβαια δεν αγκάλιασε το “Star 80”: Eλάχιστοι θιασώτες του mainstream ήταν διατεθειμένοι να κόψουν εισιτήριο για να παρακολουθήσουν κάτι τόσο δυσοίωνο.

Προσωπικά θα πλήρωνα για να το δω σε αίθουσα, με την ίδια ευκολία που πάτησα το “download”.

Βασίλης Παπαθεοχάρης

Σκηνοθέτης της ταινίας «Η Οδύσσεια του Βάση», υποψήφια για Βραβείο Ταινίας Ελληνικής Μειοψηφικής Συμπαραγωγής. Προβολή στο Cine Άνεσις: Τετάρτη 9 Ιουνίου, 22:50.

Η Νεμπράσκα είναι ίσως για εμένα  ένα από τα καλύτερα παραδείγματα  ενός νεορεαλιστικού κινηματογράφου στην σημερινή εποχή. Η αισθητική, το ύφος και η ομορφιά  του ασπρόμαυρου συνδυάζει το νοσταλγικό και το πραγματικό σε αυτή την κοινωνική σάτιρα του Αλεξάντερ Πέιν.  

Η ιστορία του Γέρο Γούντι (Μπρους Ντερν), ενός ηλικιωμένου πότη ο οποίος νομίζοντας ότι έχει κερδίσει 1 εκατομμύριο από κάποιο διαφημιστικό φλάιερ θα προσπαθήσει να πάει περπατώντας παρά την επιβαρυμένη υγεία του από την Μοντάνα μέχρι την Νεμπράσκα έτσι ώστε να το εισπράξει μόνο και μόνο για να αφήσει κάτι στους γιους του πριν πεθάνει (όπως τους εξομολογείτε πριν το τέλος της ταινίας) είναι στην πραγματικότητά  η ιστορία μίας  δυσλειτουργικής οικογένειας που μέσα από αυτό το συμβάν θα ενωθεί ξανά.  

Σε  αυτό το ταξίδι, στην τέλεια αποτυπωμένη μέσα από τον φακό της κάμερας προαστιακή Αμερική  θα συναντήσουμε όλων των ειδών τους περίπλοκους χαρακτήρες. Γεμάτους από ελαττώματα και προσωπικές αποτυχίες  ταξιδεύοντας με νοσταλγία στο μελαγχολικό  παρελθόν τους αλλά και το στάσιμο πάρων τους.  Ο Αλεξάντερ Πέιν γνωρίζοντας καλά την Νεμπράσκα μιας και ο ίδιος γεννήθηκε εκεί αποτυπώνει μία κοινωνία στην οποία μοιάζει σαν ο χρόνος να έχει σταματήσει. Μία κοινωνία της οποίας εάν της αλλάξεις την αρχιτεκτονική και την γλώσσα  οι χαρακτήρες της θα μπορούσαν να είναι οι χαρακτήρες οποιασδήποτε άλλης επαρχιακής κοινότητας ακόμη και στην χώρα μας. Μία κοινωνία που όπως βλέπουμε και σε πλάνα της ταινίας είναι γεμάτη από σιδηροδρομικές γραμμές αλλά το τρένο ποτέ δεν σταματά εκεί.  

Τελικά, η ταινία σε οδηγεί εκεί που πρέπει. Ο Γούντι σαν βγει στον πηγαιμό για την Νεμπράσκα του, θα καταφέρει να ζήσει την Οδύσσεια, την περιπέτεια του που έπρεπε έστω και αργά να ζήσει. Βλέποντας τον να αναπνέει τον καθαρό αέρα από το παράθυρο του αυτοκινήτου από νωρίς στην ταινία καταλαβαίνουμε ότι ίσως πότε δεν ήταν σκοπός αυτό το ψεύτικο λαχείο του 1 εκατομμυρίου. Αυτό μάλλον ο Γούντι το ήξερε από πολύ νωρίς. Ένα πράγμα είναι σίγουρο πως σε αυτό το ταξίδι σίγουρα «κέρδισε» αυτό που πραγματικά χρειαζόταν.  

Δάφνη Χαριζάνη

Σκηνοθέτις της ταινίας « Sisters Apart», υποψήφια για Βραβείο Ταινίας Ελληνικής Μειοψηφικής Συμπαραγωγής.

Σε μια σκηνή της ταινίας «Minnie and Moskowitz», ο Moskowitz (Seymour Cassel) και η Μinnie (Gena Rowlands) συναντιούνται με της μητέρες τους σε ένα εστιατόριο. Την εβραια μητερα του Moskowitz την παιζει η μητερα του John Cassavettes, Ζωη.

Η  εβραία μητέρα (Zoe Cassavettes) ρωτάει τι υπαρχει για φαγητό. Ο γιος της απαντά: Εστιατόριο είναι μαμά, ότι έχουν σε ολλα τα εστιατόρια. Τωτε η μητερα του στρεφεται στους αλλους και λεει: Αυτός δεν ξέρει τίποτα, κουτος ειναι! Δεν έχει ιδέα, το μονο που ξερει εινα τα fast food και τα σουβλατζίδικα.

Αργοτερα ο Moskowitz ανακοινώνει οτι αυτος και η Minnie Θελουν να παντρευτουν. Για την μητερα της Μinnie τα νεα ειναι υπέροχα. Η μητέρα του Moskowitz εκπλήσσεται. Τι βρισκεις υπέροχο σ'αυτο; Ρωτα την μητερα της κοπελας. Ο γιος μου είναι βοηθός σε στάθμευση αυτοκίνητων. Και η κόρη σου είναι πολύ ομορφη! Ο γιος μου ε....ας το πουμε...δεν είναι Albert Einstein. Πως θα βρουν κάτι να κοιμηθούν, πως Θα βρουν κάτι να φάνε; Αυτος Θα ειναι ο πατέρας του μωρού της κόρης σου. Όταν η Minnie της λεει οτι δεν ειναι εγκυος και απλως αγαπιουνται. Η μητερα του Moskowitz γινεται εξω φρενων: Τοτε γιατι θελεις να τον παντρευτεις, ρωτα την κοπελα. Αυτος ειναι τεμπελης, κ' εσυ εισαι ομορφη… αν θελεις να παντρευτης εναν αχαρο τεμπελη- τοτε παντρεψου τον. Ασχετα και αν μιλαει αγγλικα και παίζει εβραια μαμα, αυτη τη στιγμη στα δικα μου αυτια ακουγεται σαν να μιλαει ελληνικα.