Χάσαμε λίγη κωμωδία ακόμα: Τζιμ Έιμπραμς (1944-2024)

O συνδημιουργός, με τα αδέλφια Ζούκερ, θρυλικών κωμωδιών («Airplane», «Top Secret») θα είναι παρών πλέον μόνο μέσω του έργου του. Δόξα και τιμή εντός.

Από τον Ηλία Δημόπουλο
Χάσαμε λίγη κωμωδία ακόμα: Τζιμ Έιμπραμς (1944-2024)

Είναι παράδοξη η μελαγχολία, αν όχι ξεκάθαρη στεναχώρια, να αποχαιρετάς κωμικές φυσιογνωμίες. Σε έχουν κάνει τόσο να γελάσεις που αισθάνεσαι κάπου μέσα σου ότι δεν τους πρέπουν δάκρυα, δεν θα το ήθελαν ούτε κι εκείνοι. (Άντε να το κάνεις αυτό, ας πούμε, στην περίπτωση του Ρόμπιν Γουίλιαμς.)

Το ακόμα πιο δύσκολο στην περίπτωση του Έιμπραμς, είναι ότι τα αστεία που συνέλαβε με τους Τζέρι και Ντέιβιντ Ζούκερ ήταν όλα τους τόσο οπτικά που ο συγγραφικός αποχαιρετισμός είναι ακόμα δυσκολότερος. Να ας πούμε τώρα θυμάμαι ένα σερί ανάλογων αστείων: Τον γιγάντιο ανδριάντα...περιστεριού με τους αλεξιπτωτιστές που κάθονται πάνω του - κι έναν που πέφτει...όπισθεν του πέτρινου πτηνού - το σερί δύστυχων επιβατών που αυτοκτονεί στο άκουσμα των ιστοριών του πρωταγωνιστή στο πρώτο «Airplane», την μορφή του τούνελ απόδρασης στο «Top Secret», την περσόνα του Λέσλι Νίλσεν που σφυρηλάτησαν...

Οι ΖΑΖ (ο Έιμπραμς ήταν το Α) σφυρηλάτησαν και μέρος, μεγάλος μέρος, της δικής μας κωμικής απόλαυσης, μάς ξεκούρασαν, μάς χάρισαν αισιοδοξία, δεν είχαν, όπως οφείλουν οι κωμικοί, ιερό και όσιο, ήταν ασυγκράτητα εφευρετικοί και είχαν μια αίσθηση του γκαγκ καθαρά οπτική που κρατούσε από τις πρώτες μέρες του κινηματογράφου. Άχρηστο να επαναληφθεί πόσο εξοντωτικά λείπει η κωμωδία τους στους αγέλαστους, φοβισμένους καιρούς μας. 

Οι τρεις τους, πραγματικά αξεδιάλυτοι εξού και χρησιμοποιώ πληθυντικό πρόσωπο, γνωρίστηκαν στο Γουισκόνσιν, σε κάποιο Γυμνάσιο του Μάντισον, αφού οι πατεράδες τους ήταν συνεταίροι. Ήταν οι Ζούκερ που του βρήκαν την κωμική του φλέβα. Από το 1971, εκεί στο Μάντισον, γεννήθηκε η τριάδα, εκεί φτιάχτηκε το Kentucky Fried Theater, εκεί ξεκίνησε η τάση τους να διακωμωδούν διάσημα σόου και εμπορικές συνταγές. Εκεί γεννήθηκε και το εξοντωτικό «Kentucky Fried Movie», μια πλατφόρμα πάνω στην οποία πάτησαν στη συνέχεια, που όμως φτιάχτηκε στο Λος Άντζελες όπου τους είχε εντοπίσει ο Τζον Λάντις στον οποίον επίσης χρωστάμε τόσα.

Μετά, ήρθε το 1980 και το «Airplane». Κι εκεί οι ταινίες καταστροφής βρήκαν τον δάσκαλό τους σε ένα μανιακό δημιούργημα, μια ατόφια τρέλα σινεμά, εξαιρετικά καλογυρισμένη και ραφιναρισμένη που εκτιμώ πρέπει να ήταν η αγαπημένη κωμωδία της (ομονοούσας) γενιάς που ανέθρεψε. Τα αστεία συνέβαιναν με ρυθμούς παραληρήματος αμέσως μετά, κινηματογραφικά μιλώντας, στο «Top Secret», ένα οπτικό αριστούργημα όπου ο ασθενής ψυχορραγεί από τα γέλια στην προσπάθεια του να κρατήσει ανοιχτά τα μάτια γελώντας μην χάσει τα οπτικά ευρήματα που έρχονται πολυβολικά.

Ενδιάμεσα υπήρξε το «Police Squad» για την τηλεόραση που δεν έζησε πολύ αλλά ενέπνευσε το κινηματογραφικό «Naked Gun», που γνώρισε και δύο συνέχειες και λατρεύτηκε από αυτούς που ήταν να λατρευτεί - αν και η κριτική δεν νομίζω να ήταν όσο ευγενική θα έπρεπε. Σε αυτά όμως ο Έιμπραμς δεν ήταν πια παρών, η ομάδα δεν βρισκόταν σε σύμπνοια (ο Τζέρι Ζάκερ θα έκανε το «Ghost», ο Ντέιβιντ θα κατέληγε σε σίκουελ του «Scary Movie» - στο 4ο με γραφιά τον Έιμπραμς).

Το '91 και το '93, μιας και η ομαδική συνταγή προμήνυε την εξάντλησή της, ο Έιμπραμς έκανε τα «Hot Shots» με τον Τσάρλι Σιν που εξακολουθούν στην λογική της σάτιρας επιτυχημένων ταινιών και έχουν πλήθος στιγμών που αποδεικνύουν ότι ίσως ο μεγάλος visual μετρ των γκαγκς ήταν αυτός. Ο Τζέρι Ζούκερ είναι ο καλύτερος αφηγητής «κανονικής» ταινίας, αλλά ποιος θέλει τέτοια πράγματα στην κωμωδία;

Και, ένα ακόμα, δεν μπορείς να μην αγαπάς έναν άνθρωπο, και μια ομάδα δημιουργών, που κατάφεραν σε μέγιστο βαθμό να κάνουν την σοβαροφάνεια (βλέπε περσόνα Λέσλι Νίλσεν) τόσο καταγέλαστη, να δώσουν φινέτσα στην χοντροκοπιά, να γεννήσουν κάμποσες ατάκες έξω από τα οπτικά γκαγκς, ενώ υπέσκαψαν τόσο καλόψυχα την genre μανία του Χόλιγουντ. Surely θα μας λείπει πάντα αυτό το σινεμά.

Don't call me Shirley.

Tο πρεστίζ του ηθοποιού χαρακτήρων: 7 ρόλοι για τον Εντ ΧάριςΒάνια Τέρνερ: «Όσο υπάρχουν άνθρωποι που αγωνίζονται, υπάρχει ελπίδα»