Σινεμά: Τα σενάρια που γράφεις τα αντιμετωπίζεις με ερωτική διάθεση;
Κάραλη: Οχι. Σε μένα υπάρχει έλλειψη ζήλου. Στη Μαρκετάκη, αν θέλεις, εγώ έβαλα τις εικόνες και αυτή έβαλε τους διαλόγους, ενώ μας κατηγόρησαν για το ανάποδο.
Σινεμά: Έχω την εντύπωση οτι εσύ δεν παίρνεις σοβαρά τα σενάρια που γράφεις.
Κάραλη: Οχι βέβαια. Με πήρε η Τώνια Μαρκετάκη και με κλείδωσε στα Κύθηρα και εγώ άρχισα να ασχολούμαι με τις εικόνες. Διότι εγώ φτιάχνω εικόνες και οι δικές μου εικόνες ήταν ο «Τράγος» του Γκόγια. Δεν είχα διαλόγους. [...] Αλλα ξέρεις, όλα αυτά έγιναν αφού οι άλλοι έπεσαν πάνω μου και μου έλεγαν: Κάτσε γράψε και λοιπά.
[...] Αν εγώ πάω στην επαρχία και πρέπει να στήσω μια σκηνή, η πρώτη εικόνα που θα βάλω δε θα είναι ένα παγκάκι, και μπροστά μου θα περνάει ένα λεωφορείο. Όχι. Εγώ θα βάλω τα κοτόπουλα τα λιωμένα που πέφτουνε σε πούλπες και δίπλα την γκόμενα με το διπλοβαμμένο νύχι. Αυτά είναι τα δικά μου πράγματα. Τα δικά μου πράγματα ενώνονται πάντα με ένα τραπέζι, όπου κάθονται τέσσερις γυναίκες αδελφές, μαυροφορεμένες και επειδή το τραπέζι είναι μικρό και αυτές δεν μπορούν να δουν τα χαρτιά που παίζουν και δεν τα φτάνουν, μια από αυτές είναι υποχρεωμένη να τοποθετήσει την πέμπτη σειρά πάνω στα βυζιά της. Έτσι θα την έστηνα εγω αυτή την εικόνα. Και ο άλλος μόλις το δει αυτό, θα πει αυτό το πράγμα είναι μαλβινιά. Και τελικά αν γυρίσεις τη σκηνή με τα χαρτιά «νορμάλ» κάτω στο τραπέζι, ε αυτή η σκηνή δε χρειάζεται, είναι πλέον κοινότοπη. Είναι αυτό που έλεγε ο Μπρεσόν: «Μη βάζεις δυο βιολιά εκεί που χρειάζεται ένα».
Σινεμά: Για ποιο λόγο δεν έγινες ηθοποιός;
Κάραλη: Πρώτον, δεν με ενδιέφερε ποτέ να βγω σε μια σκηνή και να παίξω. Αυτό που με ενδιέφερε ήταν να τραγουδάω ακόμα και κακόφωνα, σε μπουλούκια ή κάτι τέτοιο.
Σινεμά: Υπάρχουν σενάρια τα οποία πρέπει να σου αρέσουν. Η «Ευδοκία», ας πούμε.
Κάραλη: Ναι. Ρόλοι που εκ των πραγμάτων δεν μπορώ να τους παίξω: Όπως αυτόν στην «Αυτοκρατορία των Αισθήσεων», ή στην «Ευδοκία», που είμαι η Ευδοκία. Γιατί δε δοκιμάζω να γίνω ηθοποιός; Γιατί πρώτον δεν έχει συμβεί αυτό μέχρι σήμερα, δε βγηκε δηλαδή κανείς για να μου πει σου δίνω τον πρώτο ρόλο, αλλά και να μου το έλεγε αμφίβολο αν θα δεχόμουν. Σε ένα πάλκο όμως θα δεχόμουν να βγω. Θα γούσταρα να τραγουδήσω: «Αυτός που μου υποσχέθηκε πως θα μου αλλάξει τη ζωή, αυτός δεν είχε μέσα στα στήθια του ψυχή». Ένα τραγούδι τριών λεπτών, το οποίο με ακρίβεια λέει αυτό που δεν μπορεί να πει μια ταινία.
Σινεμά: Πως αποκτάει μια γυναίκα, πατρίδα;
Κάραλη: Αγαπώντας έναν άντρα –πατρίδα μου είναι ο τόπος του αγαπημένου μου- σημειολογώντας τα τραγούδια της χώρας της, ξέροντας τι σημαίνει «σέρνω τον χορό» - πολύ βασικό πράγμα διότι είναι η μόνη στιγμή όπου μπορείς να κάνεις τις φιγούρες σου- και το βασικότερο: Έχοντας μάτια. [...] Δεν θα μπορούσα να πάω σε ένα μέρος και να γίνω Γαλλίδα, γιατί όταν πας σε κάποιον τόπο πρέπει να είσαι αυτή. Στο Παρίσι πρέπει να είσαι Παριζιάνα.
Σινεμά: Τελικά, η τηλεόραση μπορεί να απορροφήσει τα πάντα εκτός από την ποίηση.
Κάραλη: Ό,τι θέλεις κάνεις στην τηλεόραση. Μόνο την υψηλή τέχνη δεν μπορούμε να μεταφέρουμε εκεί. Δεν μπορούμε στην τηλεόραση να δούμε το «8 ½ » του Φελίνι. Όποιος καθίσει και τη δει στη μικρή οθόνη είναι για φτύσιμο.
Σινεμά: Κάποιος που γράφει θέλει ντε φακτο να γίνει διάσημος.
* Η Μαλβίνα Κάραλη, ως σεναριογράφος, τιμήθηκε με δύο κρατικά βραβεία σεναρίου (από το φεστιβάλ κινηματογράφου Θεσσαλονίκης) για τις ταινίες «Ξένια» (1989) του Πατρίς Βιβάνκος και «Κρυστάλλινες Νύχτες» (1992) της Τώνιας Μαρκετάκη. Επίσης, ήταν συν - σεναριογράφος στις ταινίες «Αρχάγγελος του Πάθους» (1987) του Νίκου Βεργίτση (με τον ίδιο) και «Ζωή Χαρισάμενη» (1993) του Πατρίς Βιβάνκος (με τον ίδιο και την Αννυ Βερον).