Η πιο σπουδαία λυρική, η ιέρεια του μπελ κάντο, η σοπράνο που υπερέβη την «απλή» φωνητική δυνατότητα και διέπρεψε στην δραματικότητα με τρόπο που συνεγείρει όλο και περισσότερους - ακόμα και σε μια εποχή σχεδόν πλήρως αποξενωμένη από το το (άλλοτε κατ΄εξοχήν λαϊκό) είδος της όπερας.
Για την Κάλλας τα υπερθετικά πλεονάζουν, όμως δεν επαρκούν. Ίσως γιατί η La Divina, έζησε μια σύντομη ζωή γεμάτη από το δράμα που τόσο ιδανικά ερμήνευσε στη σκηνή. Ίσως γιατί οι ιστορίες που ακολουθούν τις επιτυχίες και τα υποτιθέμενα καπρίτσια της θέλουν έναν τόμο να παρατεθούν, μπορεί λόγω της θυελλώδους, αδιέξοδης ερωτικής της ιστορίας με τον Αριστοτέλη Ωνάση. Μπορεί τελικά γιατί αποτέλεσε ένα ονειρώδες επίκεντρο του συγγραφικού/δημοσιογραφικού φαντασιακού που με στόχο αυτήν κατάφερε να αιχμαλωτίσει την λαϊκή φαντασία.
Όμως η ουσία παραμένει - και δίχως αυτήν πραγματικές ντίβες δεν υφίστανται. Άλλωστε, όταν εκείνο που μυθοποιείς, ίσως και ηρωοποιείς, εκείνο που αντιμετωπίζεις σαν με τον τρόπο του υπεράνθρωπο, καταφέρνει, όπως κατάφερε εκείνη ως τις αρχές της δεκαετίας του '60, να ανταποδίδει μια καλλιτεχνική επίδοση που ως σήμερα αποτελεί σημείο αναφοράς, τότε ξέρεις πως βρίσκεσαι ενώπιον του χαρισματικού. Που στην περίπτωση της Κάλλας ήταν με τον πιο εξέχοντα τρόπο ανθρώπινο: Η προικισμένη (αλλά όχι «επιστημονικά» τέλεια ορθή) φωνή της έγινε το μέσο να διαπεραστεί το ανεπανάληπτο ρεπερτόριο του 19ου αιώνα και να ποτιστούν μουσικά κείμενα με μια δραματικότητα το ύψος της οποίας μπορεί ολύμπιο και μυστηριώδες, αλλά τελικά απτά συγκλονιστικό. Η Κάλλας μπορεί με μια ηχογράφηση να πετύχει εκείνο που η καλύτερη ηθοποιός χρειάζεται την εικόνα για να πετύχει. (Εκεί δε που η Κάλλας έχει και την εικόνα μαζί της γίνεται μονομιάς η Εικόνα και η Ψυχή της όπερας).
Στον κινηματογράφο δυστυχώς δεν απολαύσαμε την ηθοποιό-Κάλλας. Δυστυχώς, γιατί μόνο ο Παζολίνι είχε την σκέψη και την τύχη να της δώσει την ευκαρία και το αποτέλεσμα όσο την αφορά ήταν τόσο σημαδευτικό που λυπάται κανείς για την έλλειψη συνέχειας. Ας δούμε όμως μερικές στιγμές που είδαμε, ακούσαμε ή βρεθήκαμε με τον τρόπο της βιογραφίας στον αστερισμό της:
«Μήδεια» (1969) του Πιερ Πάολο Παζολίνι
Στα τελη του '60 η Κάλλας βρίσκεται σε μια συναισθηματικά ευάλωτη θέση. Η σχέση της με την οπερατική σκηνή έχει ολοκληρωθεί από το 1965, η φωνή της (για άλλους, η καρδιά της και όχι η φωνή της) δεν μπορεί να ακολουθήσει τις επιταγές ενός καλλιτεχνικού αποτελέσματος που η ίδια όρισε. Η σχέση της με τον Ωνάση έχει λήξει σπαρακτικά για την ίδια και η κάθοδος έχει αρχίσει.
Ο Παζολίνι από την άλλη, ένας ακόμα της πνευματικής Ιταλίας που ήταν στα πόδια της, της ζητά να γυρίσουν την «Μήδεια», το έργο που θα ολοκλήρωνε τον δικό του μυθικό κύκλο και θα ήταν η πρεμιέρα της στο πανί.
Τα γυρίσματα ήταν εξαντλητικά για την ευαίσθητη κράση της, η ταινία σηκώνει πολλή συζήτηση και άπτεται εν πολλοίς της θέσης καθενός απέναντι στην «παζολινικότητα», όμως εκείνο που δεν σηκώνει μάλλον καμμία συζήτηση είναι το προνόμιο να βλέπεις την Κάλλας ηγερία και του κινηματογραφικού φακού. Η ικανότητά της να μετουσιώνει την ψυχή του ρόλου σε όψη, μακριά από κάθε λογική κοινότοπης βεριτέ, συλλαμβάνεται για μία, μοναδική, θεσπέσια φορά.
«Κάλλας για Πάντα» (Callas Forever, 2002) του Φράνκο Τζεφιρέλι
Την Κάλλας την αγάπησαν σφραγιστικοί Ιταλοί δημιουργοί. Πρώτος όλων ο Λουκίνο Βισκόντι βέβαια, βιβλίο χρειάζεται η σχέση τους. Αμέσως μετά ο Φράνκο Τζεφιρέλι, μαθητής του Βισκόντι άλλωστε, που πριν έρθει στο σινεμά, αλλά και καθ' όλη τη διάρκεια της ζωής του, σημάδεψε το λυρικό θέατρο με τις σκηνοθεσίες και τις σκηνογραφίες του. (Και) Για τον Τζεφιρέλι η Κάλλας ήταν πρόσωπο συμβολικής σημασίας, ειδωλολατρικού θα μπορούσε να πει κανείς βάρους. Και το 2002 αποφάσισε να κάνει μια ταινία για τις τελευταίες μέρες της.
Η ταινία δεν είναι καλή, μαστιζόμενη από συνήθη προβλήματα του σινεμά του Τζεφιρέλι - κυρίως σχετιζόμενα εδώ με ένα (κι όμως!) αδύναμο δράμα και τυπικές αφηγηματικές, δραματικές κρίσεις. Ωστόσο, αν πας από την άλλη πλευρά, υπάρχουν λόγοι που σε κερδίζουν και αξίζει να το δει κανείς: Η ανταπόκριση της Φανί Αρντάν με εκρηκτικότητα και ταμπεραμέντo, η (συνήθης στον Τζεφιρέλι) σύζευξη ταλαντούχων παρουσιών και πάνω απ' όλα: η διπλά εννοούμενη ατμόσφαιρα αποχαιρετισμού, σ' ένα πρόσωπο, μια εποχή, μια ζωή κι έναν μύθο, όλα τους πάντα με τον οπερατικό, αμετροεπή τρόπο του Τζεφιρέλι που βάζει τον εαυτό του δίπλα στο φως και παίρνει κι αυτός μία (εν μέρει δικαιότατη) αναγνώριση.
«Maria by Callas» (2018) του Τομ Βολφ
Το δώρο στον λάτρη. Μέσα από δικά της λόγια, από συνεντεύξεις, γράμματα, ανέκδοτες εικόνες προσωπικού αρχείου κι εν γένει υλικό πρωτόφαντο, εδώ η Κάλλας ξαναζωντάνεψε μπροστά μας σαν άνθρωπος, λαμπερός, πανέμορφος, χειραφετημένος, πονεμένος. Υπάρχει (;) πάντα ένα δέος (συχνά δυσπιστίας κι αμφιβολίας) όταν βρίσκεσαι ενώπιον της στιγμής που η καλλιτεχνική μορφή «πρέπει» να σταθεί δίπλα στην ανθρώπινη. Κι εδώ η Μαρία στάθηκε με τον τρόπο και της ντίβας και του κοριτσιού και της παχουλής σοπράνο-θαύμα και της μεταμορφωμένης ενσάρκωσης του λυρικού δράματος και της γυναίκας που ήξερε να απαιτεί, να δοξάζεται, να διδάσκει, να λυπάται, να χάνει.
Είναι κοινό μυστικό ότι αν ένας κινηματογραφικός δημιουργός θέλει να συμπεριλάβει εμβόλιμα στο δράμα του όπερα θηλυκού ρόλου δεν έχει άλλη επιλογή. Εντυπωσιακός αναπόφευκτα ο αριθμός των ηχητικών εμφανίσεων της Κάλλας στο σινεμά. Πλην της πασίγνωστης του Τομ Χανκς στο «Φιλαντέλφια» (που του χάρισε το Όσκαρ, μάλλον), παραθέτουμε μερικές ακόμα στιγμές που η μοναδική ερμηνεία ακούστηκε στο σινεμά:
«Do you like opera?»
«Το Φεγγάρι» (La Luna, 1979) του Μπερνάρντο Μπερτολούτσι
«Ο Αμερικάνος» (2010) του Άντον Κόρμπιν
«Yves Saint Laurent» (2014) του Χαλίλ Λεσπέρ
«Παζολίνι» (2014) του Έιμπελ Φεράρα