Έπειτα από μία μακρά διαδρομή σε διεθνή φεστιβάλ που έγιναν διαδικτυακά (Σαγκάη, Σαράγεβο, Θεσσαλονίκη κλπ), τα «Μικρά Όμορφα Άλογα» του Μιχάλη Κωνσταντάτου («Luton») βγαίνουν σε διανομή στη χώρα μας υπό το ιδιότυπο καθεστώς της ψηφιακής προβολής, μιας πρακτικής που εν μέσω πανδημίας έχει γίνει πλέον κοινή.
Πρόκειται για ένα υπαρξιακό δράμα με νύξεις ψυχολογικού θρίλερ το οποίο μας βρίσκει εν μέσω μιας εν εξελίξει κρίσης. Την ίδια στιγμή, τα «Μικρά Όμορφα Άλογα» είναι ένα φιλμ που μοιάζει να ξεπήδησε μόλις από τα σπλάχνα μιας άλλης κρίσης, αυτής που μόλις προηγήθηκε (διαβάστε την κριτική μας για την ταινία εδώ).
Σε αυτό, ο Δημήτρης Λάλος και η Γιώτα Αργυροπούλου υποδύονται τον Πέτρο και την Αλίκη, ένα ζευγάρι που έχει εσχάτως εγκαταλείψει την Αθήνα και την άνετη ζωή που ήξερε για να κάνει ένα restart στην επαρχία. Υποτίθεται προσωρινό, αφού το πλάνο είναι να γυρίσουν μαζί με τον μικρό τους γιο στην πόλη, το συντομότερο δυνατό. Το πλάνο όμως κάπου σκαλώνει, το ίδιο και το ζευγάρι που δυσκολεύεται όλο και περισσότερο να στηρίξει πειστικά το αφήγημα που έχει φτιάξει. Οι μικροεντάσεις που βγαίνουν στην επιφάνεια δεδομένα δε βοηθούν την κατάσταση. Όμως, πολύ περισσότερο δε βοηθά το γεγονός ότι η οικογένεια έχει αρχίσει να οικειοποιείται εκείνο το άδειο πολυτελές σπίτι, τις εργασίες συντήρησης του οποίου έχει αναλάβει ο Πέτρος.
Η συνθήκη κατάληψης μιας ξένης ιδιοκτησίας που αποτελεί κεντρικό στοιχείο της πλοκής εδώ, μοιραία θα παραπέμψει τη σκέψη των περισσοτέρων στα περίφημα «Παράσιτα». Ωστόσο οφείλουμε να σημειώσουμε ότι πρόκειται για ένα εύρημα που ο Κωνσταντάτος είχε συμπεριλάβει στο σενάριό του πριν από την πολυβραβευμένη ταινία του Μπονγκ Τζουν-χο. Άλλωστε, ξέχωρα από την αυτονόητη οικουμενικότητα που κουβαλούν έννοιες όπως «κρίση» και «ταξική ανισότητα», είναι εύκολο να διαπιστώσει κανείς ότι τα «Μικρά Όμορφα Άλογα» γαλουχήθηκαν στη δεινή ελληνική πραγματικότητα της περασμένης δεκαετίας.
Οι ήρωες της ταινίας είναι δύο άνθρωποι που βρίσκονται σε μια limbo συνθήκη [...] οι αντιφάσεις τους είναι οι αντιφάσεις των ανθρώπων που βρίσκονται σε πανικό
Ας ξεκινήσουμε από τον τίτλο. Γιατί «Μικρά Όμορφα Άλογα»; Έχει να κάνει με τα παραμύθια που οι ήρωες λένε στους εαυτούς τους περί επιστροφής σε μια χαμένη ευμάρεια;
Το “All the pretty little horses” είναι ένα παλιό παραδοσιακό αμερικάνικο νανούρισμα. Τραγουδήθηκε από τους σκλάβους κατά τη διάρκεια του Εμφυλίου Πολέμου, οι οποίοι το τραγουδούσαν στα παιδιά τους, που συχνά έπρεπε να τα παραμελούν για να φροντίζουν τα αφεντικά τους, τα παιδιά αυτών και τα άλογα τους. Όταν κάποια στιγμή γράφοντας το σενάριο το άκουσα από μια παλιά εκτέλεση, ένιωσα αμέσως ότι ακούω τους ήρωες μου. Δεν ήταν αρχικά τόσο οι στίχοι του, όσο η αίσθηση του κομματιού που με έκανε να σταθώ σε αυτό. Έμοιαζε ακριβώς με το τι θα χρησιμοποιούσα αντί για λόγια για να περιγράψω την ψυχολογία των ηρώων μου στη δεδομένη στιγμή της ζωής τους.
Ταυτόχρονα είχε για εμένα ενδιαφέρον και νομίζω δεν ήταν τυχαίο ότι ένα νανούρισμα, ένα τραγούδι που η αξία του έχει να κάνει με το να ηρεμεί, να καθησυχάζει και να γεμίζει ασφάλεια μέσω μιας υπόσχεσης (και όχι ενός «παραμυθιού»), είχε εμπλακεί σαν ιδέα από την αρχή του σεναρίου. Οι ήρωές μου μέσα σε αυτή την μπερδεμένη περίοδο που περνάνε προσπαθούν να αγκιστρωθούν από υποσχέσεις που δίνουν στον εαυτό τους και εύχονται να βρουν τη δύναμη και την ικανότητα να τις τηρήσουν.
Η Αλίκη και ο Πέτρος καλούνται να διαχειριστούν μέσα από μια νέα πραγματικότητα και την ίδια τη σχέση τους. Πιστεύεις είναι πάντα αλληλένδετα αυτά τα δύο, μια τυχόν δύσκολη συγκυρία και οι σχέσεις με τους σημαντικούς άλλους; Συμπαρασύρει αναγκαστικά το ένα το άλλο;
Δυστυχώς νομίζω πως ναι. Οι περισσότερες σύγχρονες προσωπικότητες καθώς και οι σχέσεις τους δομούνται σχεδόν αποκλειστικά πάνω στο οικονομικό και επαγγελματικό status. Όταν αυτό διαταράσσεται, αναπόφευκτα η κρίση γίνεται ψυχολογική και κρίση σχέσεων. Η Αλίκη και ο Πέτρος καλούνται να διαχειριστούν το κενό που για πρώτη φορά διαπίστωσαν ότι υπάρχει ανάμεσά τους. Ένα κενό που σε μια καλή συγκυρία συνήθως δεν αποκαλύπτεται.
Πέραν από τα ψέματά τους, οι πρωταγωνιστές βρίσκονται εγκλωβισμένοι και σε μία αντίφαση: από τη μία η δρομολογημένη - υποτίθεται - επιστροφή στην πόλη, από την άλλη η δανεική πολυτέλεια του ξένου σπιτιού που οικειοποιούνται. Ποια είναι κατά τη γνώμη σου η σταθερά γύρω από την οποία κινούνται; Αν υπάρχει βεβαίως τέτοια.
Αν οι ήρωες αυτοί είχαν μια σταθερά δε θα μιλάγαμε για αυτή την ταινία. Είναι δύο άνθρωποι που βρίσκονται σε μια limbo συνθήκη. Η σταθερά που είχαν, ένα μεγάλο σπίτι, οι καλές δουλειές τους, τα χρήματα που έβγαζαν, η καλή ζωή που έκαναν, όλα αυτά στα οποία είχαν επενδύσει ως τη σταθερά τους, δεν υπάρχουν πια. Οι αντιφάσεις τους είναι οι αντιφάσεις των ανθρώπων που βρίσκονται σε πανικό. Που βρίσκονται ενδιάμεσα σε δύο καταστάσεις και δε μπορούν να ξεχωρίσουν σε ποια ανήκουν και γιατί. Είναι όμως και άνθρωποι που κάποια στιγμή είχαν έρθει κοντά, πριν από την κατασκευή της «σταθεράς» τους. Και αυτό είναι και η ελπίδα τους.
Στο φιλμ παρατηρούμε ένα μοτίβο επιθετικών παρορμήσεων, πρωτίστως σε ό,τι αφορά τις αντιδράσεις του Πέτρου. Ποια είναι η πηγή αυτής της έντασης;
Η επιθετική συμπεριφορά, πολλές φορές δεν είναι τίποτα άλλο παρά η εκτόνωση μιας αγχώδους κρίσης. Αν σε κάτι διαφέρουν οι άνθρωποι σε σχέση με αυτό είναι ο βαθμός ανοχής που έχουν στο άγχος. Το πρόβλημα φυσικά γιγαντώνεται σε περιόδους οικονομικής κρίσης και βίαιων αλλαγών καθώς μικραίνει ο βαθμός ανοχής. Είναι εμφανές ότι σε κοινωνίες όπου η ανεργία αυξάνεται, το συνολικό ποσοστό βίας αυξάνεται επίσης καθώς το άγχος για επιβίωση γίνεται μεγάλο και ο ανταγωνισμός πιο σκληρός.
Συνήθως τα χρήματα «αγοράζουν» το ένδυμα της χαλαρότητας, μιας ευτυχίας που στην πραγματικότητα δεν είναι τίποτα άλλο από μια επίπλαστη αίσθηση ασφάλειας. Όταν όμως μια προσωπικότητα βασίζει την ευτυχία σε αυτό το ένδυμα, δεν είναι καθόλου παράξενο αν αυτό εξαφανιστεί, να ανακαλύψει ξαφνικά ότι από κάτω υπάρχει ένας άνθρωπος που δε μπορεί να διαχειριστεί την πίεση, υπάρχει το αίσθημα ενός ανθρώπου που νιώθει πως δε μπορεί πια να προσφέρει, πως είναι «λίγος» και αυτό συχνά οδηγεί σε επιθετικές παρορμήσεις.
Το ζήτημα δεν είναι ποια κρίση πάει ή έρχεται, αλλά αν είμαστε προετοιμασμένοι και ανοιχτοί να δούμε την πραγματικότητα και τα λάθη μας ως έχουν
Τα «Μικρά Όμορφα Άλογα» είναι παιδί της ελληνικής κρίσης που προηγήθηκε ή αυτής που πάντα καραδοκεί να έρθει;
Τα «Μικρά όμορφα άλογα» γεννήθηκαν μέσα από την ανάγκη μου να μιλήσω για αυτά που έβλεπα γύρω μου. Για τον αντίκτυπο που είχε η κρίση στην ψυχολογία των ανθρώπων που μέχρι τότε ζούσαν στη φούσκα της ευμάρειας, ενώ το κακό ήταν από νωρίς εκεί και φαινόταν. Ήθελα να ασχοληθώ με το τι έχει κάνει ή καλύτερα τι έχει αποκαλύψει η κρίση στους ανθρώπους αυτούς. Ταυτόχρονα όμως αυτό που διαπιστώνει κανείς είναι πως όταν μια κρίση έχει έρθει και έχει αφήσει τόσα συντρίμμια είναι σχεδόν σίγουρο πως καραδοκεί να χτυπήσει ξανά. Γιατί το ζήτημα δεν είναι ποια κρίση πάει ή έρχεται αλλά αν είμαστε προετοιμασμένοι και ανοιχτοί να δούμε την πραγματικότητα και τα λάθη μας ως έχουν. Αν υπάρχει μια ελπίδα τα πράγματα να πάνε καλύτερα, αυτό είναι αν δεν κρυβόμαστε πίσω από το δάχτυλο μας.
Είναι γνωστό ότι έγραψες το σενάριο εδώ πριν τα «Παράσιτα». Πώς αντιμετώπισες ωστόσο τη θεματική συνάφεια που βρέθηκε εκ των υστέρων να έχει η δική σου ταινία με εκείνη του Μπονγκ Τζουν-Χο;
Ήταν παράξενο όταν τα είδα. Υπάρχει αυτή η θεματική συνάφεια αλλά από την άλλη πρόκειται για μια τελείως διαφορετική αντιμετώπιση του θέματος σε σχέση με τον τόνο της ταινίας, τις σεναριακές επιλογές και τελικά την ηθική στάση. Οπότε όσο την έβλεπα, η ταινία μου φαινόταν οικεία και ταυτόχρονα πολύ ξένη προς εμένα.
Τι συναισθήματα σου προκαλεί το ότι η ταινία σου ταξιδεύει διαδικτυακά για να γνωρίσει το κοινό της, με τις αίθουσες να παραμένουν κλειστές;
Αυτό είναι ακόμα πιο περίεργο. Το παράδοξο έχει γίνει πια η κανονικότητα μας. Οι ταινίες ταξιδεύουν με κλειστές αίθουσες, σε φεστιβάλ χωρίς δια ζώσης κοινό, χωρίς επαγγελματίες που ανταλλάσσουν απόψεις και εμπειρίες, χωρίς διάλογο με τους θεατές πάνω στις ταινίες.
Από την άλλη, μέσα σε αυτή τη δυσάρεστη κατάσταση το να βρίσκει ακόμα και διαδικτυακά η ταινία μου το κοινό της, μόνο θετικά συναισθήματα μπορεί να μου προκαλέσει. Και ιδιαίτερα όταν φτάνει σε εμένα με διάφορους τρόπους που δεν θα είχα φανταστεί προ πανδημίας, το feedback των θεατών. Αυτό είναι ό,τι καλύτερο.
INFO
Με σλόγκαν το «Ανοίξτε τα κλειστά σινεμά στο σπίτι σας», οι βασικοί πυλώνες της κινηματογραφικής αλυσίδας, Παραγωγός, Σκηνοθέτης, Διανομέας, Αιθουσάρχης, προχωρούν σε μια ψηφιακή από-μίμηση της φυσικής κινηματογραφικής εξόδου και προβάλλουν σε πρώτη προβολή την ταινία του Μιχάλη Κωνσταντάτου, στους ψηφιακούς κινηματογράφους Έλλη και Δαναό για δύο «κινηματογραφικές» εβδομάδες ξεκινώντας από την Πέμπτη 25 Μαρτίου.
Η προβολή θα γίνει μέσω του Viva.gr και οι θεατές μπορούν να προαγοράσουν το εισιτήριο τους σε έναν από τους δύο κινηματογράφους.
Για περισσότερες πληροφορίες, επισκεφτείτε το viva.gr, εδώ: