Αδυναμία στον Νίκολας Κέιτζ διότι μπορεί να μην ήταν/είναι ένας μεγάλος ηθοποιός με τα μέτρα του εντυπωσιακού εκφραστικού μέσου, της φιλοδοξίας βεληνεκούς (άρα επιλογής σεναρίου, συνεργατών και σκηνοθέτη) ή τις επισήμως καταγεγραμμένες «μεγάλες» ταινίες, είναι όμως γνήσια τρελός, έχει μια κεφάτη (κι όχι συχνά ελεγχόμενη) παρορμητικότητα, έχει κι ένα σπάνιο χάσιμο στο βλέμμα. Τα εκτιμούμε αυτά παρότι υπάρχουν στιγμές, όχι λίγες, που το over the top του είναι ανατριχιαστικά ακατάλληλο και εκνευριστικά υποτιμητικό για την ταινία και τον θεατή της.
Αν όμως ο Κέιτζ προσεχθεί από έναν σκηνοθέτη, αν πιστέψει, έστω και λίγο, πως δεν γυρίζει μια μπούρδα (φαινόμενο συχνό τελευταία, αλλά όχι όσο θέλει η lifestyle κριτική, που στηρίζει την ύπαρξή της στον κανιβαλισμό υποτιθέμενα εύκολων στόχων), μα ένα έργο κανονικό, τότε θα ανταμειφθείς όχι απλά με ένα αξιοσημείωτο αλλά, ίσως, κι ένα αξέχαστο.
Ιδού μια δωδεκάδα περιπτώσεων που η ερμηνευτική παρουσία του Νικ είναι αρκετή ως απάντηση στους αρνητές.
«Μπέρντι, ο Άνθρωπος Πουλί» (1984), του Άλαν Πάρκερ
Στην σκληρή μεταβιετναμική πραγματικότητα ο Πάρκερ απάντησε με μια στυλιζαρισμένη ποιητικότητα που ο Μάθιου Μοντίν προσωποποίησε και ο Νίκολας Κέιτζ στήριξε εντυπωσιακά, στον πρώτο ρόλο που τον έβαλε στον χάρτη της νέας τότε γενιάς πρωταγωνιστών.
«Ατίθαση Καρδιά» (1990), του Ντέιβιντ Λιντς
Μεσολαβούν έναν ρόλος σε Κόπολα («Η Πέγκι Σου Παντρεύτηκε»), η κλασσική ρομαντική κομεντί «Κάτω από τη Λάμψη του Φεγγαριού» του Τζούισον αλλά και οι αδελφοί Κοέν με το «Αριζόνα Τζούνιορ», όμως έχουμε την πολυτέλεια να τα περάσουμε στο γρήγορο, καθώς τα ‘90ς μπαίνουν με τον Ντέιβιντ Λιντς που βγάζει από τον Κέιτζ ένα τεράστιο δυναμικό απόλυτα ρομαντικής παραφροσύνης, τι να πρωτοπείς, Sailor αρκεί.
«Δυτικά του Κόκκινου Βράχου» (1993), του Τζον Νταλ
Λίγοι το έχουν δει, όσοι το είδαν ξέρουν όμως, ένα από εκείνα της φανταστικής σειράς νεονουάρ του Νταλ στα ‘90ς («Η Τελευταία Αποπλάνηση») με τον Κέιτζ ιδεώδη στον ρόλο ενός περιπλανώμενου που τον μπερδεύουν μ’ έναν εκτελεστή και αδυνατεί να ξεφύγει από τα σύνορα μιας μικρής πόλης.
«Αφήνοντας το Λας Βέγκας» (1995), του Μάικ Φίγκις
Το πανάξιο μοναδικό του όσκαρ, τι να πεις γι’ αυτό το έργο, νεκρικός ρομαντισμός, αυτοκαταστροφική γοητεία, ένα σκοτεινό αυτοσχέδιο από εκείνα τα μοναδικά του Φίγκις (αυτό είναι βέβαια το κορυφαίο) που αντλεί από τον Κέιτζ έναν άνθρωπο που νιώσαμε γιατί η Σάρα - «with an E» - (Ελίζαμπεθ Σου), αγάπησε τόσο.
«Αδίστακτα Πρόσωπα» (1997), του Τζον Γου
Μετά το όσκαρ ήρθαν κάτι «Βράχοι» και κάτι «Con Air», έχουν τους οπαδούς τους, δεν συγκαταλέγομαι, αν όμως πρέπει να διαλέξεις ένα από τα action που ξεφούσκωσαν εκκωφαντικά την μεταοσκαρική του περίοδο αυτό είναι τούτο το τελειοθηρικά φτιαγμένο του Τζον Γου στου οποίου την stardom θαλπωρή βλέπεις, δίπλα στον Τραβόλτα, την ταλαντούχα διαφορά.
«Σταυροδρόμια της Ψυχής» (1999), του Μάρτιν Σκορσέζε
Παρότι για τον υπογράφοντα η χειρότερη ταινία του σκηνοθέτη, ο Κέιτζ γλιτώνει άσπιλος, βρίσκει έναν καταπληκτικό, αϋπνιακό τόνο στο χαμένο και εναγώνιο μαζί παίξιμό του φτάνοντας υποδειγματικά στα ύψη οποιουδήποτε έπαιξε ποτέ τον κλασσικό Σκορσεζικό/Σρεϊντερικό χαρακτήρα.
«Adaptation» (2002), του Σπάικ Τζόνζι
Μεσολαβούν διάφορα πασίγνωστα («Λοχαγός Κορέλι», «Gone in 60 Seconds», «Snake Eyes»), όμως να εδώ ξανά μια απαιτητική αλλαγή πλεύσης, είσοδος στον ιδιότυπο κόσμο των Κάουφμαν και Τζόνζι, ο Κέιτζ αλλάζει όψη αλλάζει και τρόπο εξυπηρετώντας άριστα το αυτιστικό σύμπαν του (ή ενός) συγγραφέα σε ακινησία. Η δεύτερή του, και τελευταία ως σήμερα, υποψηφιότητα για Όσκαρ.
«Επαγγελματίες Απατεώνες» (2003), του Ρίντλεϊ Σκοτ
Από τις λιγοστές αξιόλογες ενέργειες Σκοτ αυτή είναι μία, με τον Κέιτζ στον ρόλο του…Τζακ Νίκολσον στο «Καλύτερα δεν Γίνεται», μόνο που εδώ ο Κέιτζ αντικαθιστά το χαριτωμένο με το πραγματικά άβολο μιας πάθησης, ενδίδει προσεκτικά στη μανιέρα τέτοιων ρόλων και βγάζει ένα αποτέλεσμα να θυμάσαι που όφειλε να αναγνωριστεί παραπάνω.
«Έχει ο Καιρός Γυρίσματα» (2005), του Γκορ Βερμπίνσκι
Μια πικρής επίγευσης κομεντί, με τον Κέιτζ σε άλλη μια επιδεικτική περίπτωση εξαφάνισης στον ρόλο ενός δύστυχου τηλεοπτικού μετεωρολόγου που όλα του πάνε στραβά. Δεν είχε την επιτυχία που του αναλόγησε, είναι όμως αδαμαντίνου χαρακτήρος, προτείνεται ανεπιφύλακτα.
«Σκοτεινός Κώδικας» (2009) του Άλεξ Πρόγιας
Θεαματικό και ψυχωμένο δραματικό sci-fi ενός ξεχασμένου (λέμε τώρα) auteur των '00ς, με τον Κέιτζ στο κέντρο να προσπαθεί να σώσει τον κόσμο. Καλύτερο απ' ότι ακούγεται, λιγότερο απ' ότι σου υπόσχεται. Αξίζει πάντως μιας θέασης από τους λάτρεις και μόνο για την εμπνευσμένα σκηνογραφημένη δράση του.
«Διαφθορά στη Νέα Ορλεάνη» (2009), του Βέρνερ Χέρτζογκ
Μεσολαβούν μεγάλες εισπρακτικές επιτυχίες («Στα ίχνη του Χαμένου Θησαυρού»), παραγνωρισμένα («Knowing», του Πρόγιας), και κάμποσα κάκιστα («Ghost Rider») για να έρθει ένας τρελός να σώσει έναν τρελό, τουτέστιν Χέρτζογκ και ο Κέιτζ ξαναβρίσκει με ευχέρεια τον εαυτό του σε μια ταινία που έχει στραβοπατήματα αλλά, μεταξύ μας, ποιος βλέπει το δάχτυλο με κοτζάμ δάσος εμπρός του.
«Joe: Μια Δυνατή Φιλία» (2013), του Ντέιβιντ Γκόρντον Γκριν
Έχοντας επισήμως εισέλθει στην πιο ατυχή περίοδο της φιλμογραφίας του Κέιτζ, με τις μετριότητες να ανταγωνίζονται τον απίστευτο ρυθμό παραγωγής τους (πάνω από τριάντα ταινίες μόνο στη δεκαετία που διανύουμε!), τούτο είναι ένα οφθαλμοφανές ξέφωτο, από τον σκηνοθέτη του νέου «Halloween», με τον Κέιτζ να ξαναβρίσκει τις καταχρήσεις -που του πάνε πολύ- όπως και την υπόγεια εξελισσόμενη έκρηξη προς ένα λυτρωτικό και καταδικαστικό μαζί φινάλε.