Έτσι το ήθελε το ανδρικό βλέμμα μιας ολόκληρης εποχής, έτσι το κατάφερε. Δεν ξέρει κανείς, πλην ίσως των οικείων της, αν, πόσο ή με ποιον τρόπο η Ρακέλ Γουέλτς «μετάνιωσε» την ομορφιά της (για το Playboy ήταν η τρίτη ωραιότερη γυναίκα του 20ού αιώνα, πάνω από την Μπαρντό), αλλά η αλήθεια είναι, έστω και σε βάρος ενός υπολογίσιμου ταλέντου και μιας δεδομένα σταρ-παρουσίας, πως η ομορφιά αυτή, με τις μετατροπές και τις εκμεταλλεύσεις μιας γιγάντιας βιομηχανίας βασισμένης στην γυναικεία ομορφιά, την έκανε είδωλο.
Με μπαμπά Βολιβιανό και μητέρα Αμερικανή, η Γουέλτς θα μπορούσε, εν μέρει άδικα, να περιγραφεί στο 1966 της. Μια χρονιά μετά το «Thunderball» του 007, κι αφ΄ότου ο Μπροκόλι δεν την πήρε τελικά ως Bond-girl (πήρε την Κλοντίν Οζέ), η Γουέλτς βρέθηκε σε μια μικρή παραγωγή της Hammer, στο παράλληλο με τις ταινίες τρόμου κύκλωμά της. Το «Ένα Εκατομμύριο Χρόνια π.Χ.» αρκούσε. Η φωτό με το παράξενο «προϊστορικό» μπικίνι, δεν άφησε περιθώρια για διάλογο - ούτε στην ταινία, ούτε στην διαδοχή της Μέριλιν. Ο Άντι Ντιφρέν είχε βρει το επόμενο κορίτσι του τοίχου για την ελευθερία του και ο χολιγουντιανός προβολέας το αντικείμενο του πόθου του. Εκείνη τη χρονιά η Γουέλτς ήταν και στο «Φανταστικό Ταξίδι», ήταν δίπλα και στον Μαστρογιάννι στο «Μια Γυναίκα Δυναμίτης» - ο τότε Έλληνας εκμεταλλευτής έπιασε μεμιάς το νόημα.
Από εκεί κι έπειτα η ιδιόρρυθμη καταδίκη ήταν γεγονός. Δεν θα βρείτε πολλές ταινίες στα επόμενα χρόνια στων οποίων την αφίσα δεν υπήρχε ημίγυμνη η Γουέλτς. Το όνομά της έγινε συνώνυμο μιας σεξουαλικότητας, η μορφή της συνόδευσε φαντασιώσεις, κατέστη εν ριπή οφθαλμού ένα φραστικό παράδειγμα καλλονής. «Ε δεν είναι και Ράκελ Γουέλς», θα ακούγες «ανορθόγραφα» από μεγαλύτερους ακόμα κι αν μεγάλωνες χρόνια αργότερα από το ντεμπούτο της.
Ταινίες καλές δεν έκανε. Έκανε μερικές που η ειδική σινεφιλία κάποιων από εμάς ευχαριστιέται, ας πούμε το «Bedazzled» («Τα Επτά Αμαρτήματα») είναι μια χαρά, το «Lady in Cement» δίπλα στον Φρανκ Σινάτρα είναι απόλαυση, «Τα 100 Ντουφέκια», δίπλα στον Τζιμ Μπράουν και τον Μπαρτ Ρέινολντς, είναι επίσης διασκεδαστικά.
Έκανε και κολοσσιαίες βλακείες που δεν σώζονταν ούτε από την καλλονή της, ούτε από το κωμικό της μπρίο. Για παράδειγμα «Το Φλογερό Αγοροκόριτσο» (σε πρώτη ύλη Γκορ Βντάλ! - όχι πάντα εγγύηση αυτό), ή το «The Beloved» (γυρισμένο στην Κύπρο, από τον Τζόρτζ Κοσμάτος!), που χρειάζεται εθνικό φρόνημα για να το υποστείς. 'Εκανε δύο γουέστερν εκείνη την περίοδο που δεν ήταν άσχημα: Το «Bandolero», ανάμεσα σε Ντιν Μάρτιν και Τζίμι Στιούαρτ (που της είχε πει, σοφά κατά την ίδια, να αποφεύγει όπως ο διάολος το λιβάνι εκείνο που λατρεύουν οι φανς να κάνει, πόσο το έκανε είναι ερώτημα) και την «Αγριόγατα του Γουέστ» του Μπέρτ Κένεντι (στο οποίο ήταν υπερβολικά όμορφη η άτιμη).
Με λίγα λόγια, από το '66 μέχρι το '77, περίπου δηλαδή όσο κρατάει ενός κανονικού σταρ η μπογιά, η Γουέλτς ήταν παντού. Αλλά αυτό το παντού αν δεν ήταν β' κύκλωμα, ήταν ανεπιτυχές α'. Γιατί συμπρωταγωνιστές είχε πάντα. Από τον Ρίτσαρντ Μπάρτον στον «Κυανοπώγωνα», μέχρι τον Ρέινολντς (παραπάνω από μία φορές) και από προαναφερθέντες (Σινάτρα, Στιούαρτ) μέχρι επίκεντρο ενός all star cast, στο «Last of Sheila», ένα συμπαθέστατο whodunit του Χέρμπερτ Ρος. Εκεί όμως τους έβγαλε το λάδι, ο Τζέιμς Μέισον έλεγε ότι χειρότερη επαγγελματία δεν συνάντησε ποτέ του.
Η διασημότερη, και ίσως καλύτερη, ταινία της είναι μάλλον «Ο Ντ' Αρτανιάν και ο Τρεις Σωματοφύλακες» του Ρίτσαρντ Λέστερ, μεγάλη επιτυχία, που γνώρισε και αξιοπρεπεές σίκουελ την αμέσως επόμενη χρονιά. Εδώ το καστ είναι εντυπωσιακό (Γιορκ, Ριντ, Τσέιμπερλεϊν, Λι, Ντάναγουεϊ και πλειάδα άλλων. Εδώ το επίκεντρο το προβλήματων ήταν - ποιος άλλος; - ο Ολίβερ Ριντ. Η Γουέλτς ήταν θαυμάσια, πήρε και Χρυσή Σφαίρα, σε έναν ρόλο που τον έφερε σε μέτρα που ήθελε εκείνη, μέτρα κωμικής διάστασης, Μπορούσε και έπρεπε να είχε κάνει κι άλλα τέτοια. Κάποιοι αναφέρουν ότι το έκανε εν μέρει στην τηλεόραση, δεν έχουμε γνώση.
Με τον Υβ Σαιν Λοράν
Τα επόμενα χρόνια, από τα τέλη του '70 κι έπειτα η Γουέλτς ασχολήθηκε με το τραγούδι - είχε και δικό της σόου στο Λας Βέγκας - έκανε πολλή τηλεόραση, πολλή γιόγκα, κόντεψε να πάρει τον ρόλο της Αλέξις Κάρινγκτον στην «Δυναστεία» από την Τζόαν Κόλινς, έπαιξε στο θεάτρο και στο Μπρόντγουεϊ, εξακολούθησε την καριέρα του μοντέλου, ήταν «μόνιμη» στο Playboy (περίφημα όμως ποτέ γυμνή, όπως και σε καμμιά της ταινία), παντρεύτηκε και χώρισε τέσσερεις φορές, έκανε και δύο παιδιά, στον πρώτο της γάμο με τον Τζέιμς Γουέλτς του οποίου το όνομα ως γνωστόν και κράτησε ισόβια. (Το πραγματικό της ήταν Τζο Ρακέλ Τεχάδα).
Αγέραστη η μνήμη της, το κάνει αυτό τέτοια ομορφιά, από τις περιπτώσεις που ένα κείμενο νομιμοποιείται στο κλισέ «σφράγισε μια εποχή», την οποία και παίρνει μαζί της.
Αντίο Ρακέλ, θα τα πούμε στις ταινίες.