Καλοκαιρινός ήλιος, αφόρητη ζέστη και η πόλη να απλώνεται διάχυτη και τσιμεντένια από κάτω καθώς βράζει. Η συνθήκη ενός τέτοιου αστικού καμινιού δεν θα μπορούσε να είναι πιο ταιριαστή για τα γυρίσματα ενός φιλμ που εμπνέεται από πραγματικά γεγονότα και σχολιάζει τις κοινωνικές εντάσεις. Η «Τελευταία Κλήση», η νέα κινηματογραφική παραγωγή της Tanweer («Ευτυχία», «Σμύρνη μου Αγαπημένη», «Υπάρχω»), βασίζεται στην πολύκροτη υπόθεση Σορίν Ματέι που σόκαρε - συλλογικά και σε απευθείας τηλεοπτική μετάδοση - το πανελλήνιο τη δεκαετία του '90, αλλά ταυτόχρονα αποπειράται να ξεφύγει μυθοπλαστικά και να δώσει μία πρωτότυπη διάσταση στα πραγματικά περιστατικά.
Τέλη Ιουνίου και ο χώρος των γυρισμάτων, το Θεμιστόκλειο συγκρότημα στη Νίκαια, αποτελεί μία χρονοκάψουλα. Το μεταμορφωμένο, εντυπωσιακά ομολογουμένως, περιβάλλον σε μεταφέρει άμεσα στα ‘90s. Ένα τηλεοπτικό στούντιο ειδήσεων, το control room από πάνω ως τεχνικός εγκέφαλος της ροής, διάδρομοι του καναλιού και ένα μικροαστικό διαμέρισμα που χτίζεται εκ θεμελίων, συνιστούν τα πεδία των επιμέρους δραματικών συγκρούσεων. Εκεί κι ένα επιτελείο από εκλεκτούς ηθοποιούς υπό τις σκηνοθετικές οδηγίες του Σέριφ Φράνσις στην πρώτη του μεγάλου μήκους, ετοιμάζονται με επαγγελματισμό και αίσθηση ευθύνης να ακούσουν το «πάμε» μιας συνταρακτικής ιστορίας.
Η «Τελευταία Κλήση» μας πηγαίνει πίσω στην παραμονή Πρωτοχρονιάς του 2000. Μια κλοπή όπλων από ένα στρατόπεδο. Ένας γνωστός εγκληματίας κρατάει όμηρο μια οικογένεια στο Παγκράτι και απειλεί να την ανατινάξει αν δεν εμφανιστεί ζωντανά στην τηλεόραση. Ένα τηλεοπτικό κανάλι σε αναβρασμό και η αστυνομία να κοιτάζει έναν δραπέτη να την εκθέτει για πολλοστή φορά. Όλοι τους νήματα σε έναν ιστό που κάποιοι υφαίνουν στο παρασκήνιο.
Στην ταινία πρωταγωνιστούν μερικοί από τους καλύτερους και πιο αναγνωρισμένους σύγχρονους Έλληνες ηθοποιούς. Στο διάλειμμα των γυρισμάτων, το ΣΙΝΕΜΑ είχε την ευκαιρία να συνομιλήσει με τον σκηνοθέτη της ταινίας, Σέριφ Φράνσις (ο οποίος συνυπογράφει το σενάριο με την Κατερίνα Μπέη), και τους πρωταγωνιστές Ορφέα Αυγουστίδη, Γιώργο Μπένο και Νίκο Ψαρρά.
Διαβάστε στη συνέχεια όσα είχαν να μας πουν για την εμπειρία των γυρισμάτων και σημειώστε (από τώρα) στην ατζέντα σας πως η «Τελευταία Κλήση» κυκλοφορεί στις αίθουσες 19 Μαρτίου 2026!
ΣΕΡΙΦ ΦΡΑΝΣΙΣ | ΜΙΑ ΚΛΗΣΗ ΜΕΓΑΛΟΥ ΜΗΚΟΥΣ
20 χρόνια μετά από αρκετά μουσικά βίντεο και δουλειά στη διαφήμιση, αποφάσισες να κάνεις το μεγάλο βήμα με το κινηματογραφικό ντεμπούτο σου στην «Τελευταία Κλήση». Γιατί επέλεξες την συγκεκριμένη ιστορία;
Γιατί ανήκει σε ένα είδος που μου αρέσει πάρα πολύ, το αστυνομικό θρίλερ, ενώ έχει και δόσεις δράσης. Δημιουργεί ένταση κι έτσι φαντάστηκα, όπως προσεγγίζω τα βίντεο κλιπ, πως μπορώ να φέρω κάτι καινούργιο σε αυτό.
Ποιο ήταν το μεγαλύτερο ηθικό ή καλλιτεχνικό δίλημμα που αντιμετώπισες κατά τη διάρκεια της παραγωγής;
Δεν αντιμετώπισα κάποιο καλλιτεχνικό δίλημμα. Η μόνη τύποις δυσκολία ήταν να «βρει» ο κάθε ηθοποιός τον χαρακτήρα του σε πολύ περιορισμένο χρόνο, όπως το είχα φανταστεί. Οι ηθοποιοί, βέβαια, είναι έμπειροι και ταλαντούχοι και τελικά δεν υπήρξε κάποιο θέμα. Ηθικά δεν νομίζω ότι υπήρξε κάποιο δίλημμα. Στην ομάδα όλα γίνονται με καθαρότητα και ευκολία.
Η δράση ξετυλίγεται κυρίως σε δύο βασικούς χώρους, τον τηλεοπτικό σταθμό και το διαμέρισμα. Ποιες είναι οι προκλησεις στο γύρισμα;
Ο τηλεοπτικός χώρος απαρτίζεται από το κοντρόλ ρουμ και το πλατό, υπάρχει επίσης ο χώρος του διαμερίσματος, όπως αναφέρεις. Εξωτερικά, υπάρχει και ο χώρος όπου βρίσκεται ο ταξίαρχος Οικονόμου, κάτω από την πολυκατοικία. Οι προκλήσεις είναι το άγχος και η ανάγκη να βγει το σενάριο πιστά.
Τι ρόλο παίζει η κάμερα στην ταινία; Είναι παρατηρητής, δικαστής ή συνένοχος;
Είναι παρατηρητής κυρίως. Τα αλλα τα αφήνω στο θεατή. Δεν υπάρχει στοχοποίηση ατόμου.
Πώς δούλεψες με τους ηθοποιούς της ταινίας; Υπήρξαν πρόβες και συζητήσεις κατά την προετοιμασία.
Κάναμε πρόβες, συζητήσεις και ανάλυση χαρακτήρων. Όταν έγραφα το σενάριο και κατά τη διάρκεια του development με την Κατερίνα Μπέη και με τον Άγγελο Φραντζή, είχαμε κατά νου, όσον αφορά τους διαλόγους, έναν μεταφορικό αστερίσκο, ώστε όταν οι ηθοποιοί μπουν στον χαρακτήρα να διαμορφώσουν τον διάλογο με δικές τους λέξεις. Αυτό δείχνει και ότι έχουν συνδεθεί με τον χαρακτήρα.
Ποιες είναι οι κινηματογραφικές αναφορές ή επιρροές στην «Τελευταία Κλήση»;
Εγώ είμαι μεγαλωμένος στα ‘80s και τα ‘90s και έχω επηρεαστεί από τα μπλοκμπάστερ της εποχής. Με γοητεύει η αίσθηση αδρεναλίνης που σου δημιουργούν όταν τα βλέπεις. Δεν θα έλεγα ότι αναφέρομαι σε κάποια συγκεκριμένη ταινία, ωστόσο.
ΑΥΓΟΥΣΤΙΔΗΣ, ΜΠΕΝΟΣ, ΨΑΡΡΑΣ | ΠΑΓΙΔΕΥΜΕΝΟΙ ΣΕ ΖΩΝΤΑΝΗ ΜΕΤΑΔΟΣΗ
Μιλήστε μου λίγο για τον χαρακτήρα που υποδύεστε στην «Τελευταία Κλήση». Αντιλαμβάνομαι πως η προσωπική ιστορία του καθένα καθορίζει δραματουργικά τον κύριο άξονα της πλοκής.
Ορφέας Αυγουστίδης: Για 'μένα είναι σημαντικό το γεγονός ότι βλέπουμε έναν άνθρωπο που σε μια πολύ κομβική στιγμή, έχοντας πάρει μια απόφαση μέσα σε μια θολούρα - υπό την επήρεια διαφόρων ουσιών - καθορίζει τη ζωή του και τις ζωές των ανθρώπων που συναντά. Αυτό φωτίζεται μέσα από το πρίσμα που τον κοιτάζουν οι υπόλοιποι χαρακτήρες της ταινίας, οι οποίοι δεν βρίσκονται στον ίδιο χώρο μαζί του και δεν τον γνωρίζουν. Είναι ένας άνθρωπος του περιθωρίου, ένα παιδί - και εδώ έρχεται ο τρόπος με τον οποίο προσπαθώ να τον προσεγγίσω κι εγώ - που διεκδικεί σε όλη του τη ζωή με πολύ λάθος τρόπο, δυστυχώς, επειδή ίσως δεν είχε την κατάλληλη καθοδήγηση. Από την άλλη, δεν του δόθηκε ποτέ η ευκαιρία από την κοινωνία να συνυπάρξει, να ακούσει και να ακουστεί. Όπως λέει και ο ίδιος ο χαρακτήρας κάποια στιγμή «Μούντζα από γέννα». Είναι ένα παιδί που δεν κοίταξε ποτέ το φως και συνεπώς δεν γοητεύτηκε ποτέ από αυτό. Ωστόσο, διεκδικεί το χώρο του στο χάσμα της ύπαρξης, μέχρι και τη στιγμή που καταλαβαίνει πως πια είναι αργά και αφήνεται σε αυτό το πεπρωμένο, εντός πολλών εισαγωγικών, που ο ίδιος έσπειρε.
Γιώργος Μπένος: Ο ρόλος μου είναι ο Αντώνης Δούκας, ένας ρεπόρτερ που ενώ ετοιμάζεται να φύγει από το γραφείο του, καλείται να βγει στον αέρα και να συνομιλήσει με τον Νικολάι. Δεν έχει πει ποτέ ειδήσεις μέχρι εκείνη τη στιγμή. Ξαφνικά καλείται να φέρει εις περας αυτή την αποστολή. Δεν έχει ξαναβρεθεί σε αυτή τη θέση και καλείται επιπλέον να επικοινωνήσει με έναν άνθρωπο ο οποίος κρατάει ομήρους. Αυτή είναι η δυσκολία. Με αυτόν τον τροπο μπαινει στην πλοκή.
Νίκος Ψαρράς: Εγώ υποδύομαι τον Σταύρο Παπαγεωργίου, τον επικεφαλής αυτού του τηλεοπτικού σταθμού και γενικότερη φίρμα στην Ελλάδα της εποχής. Είμαστε παραμονή πρωτοχρονιάς, πριν το Μιλένιουμ, και παρά την γιορτινή κατάσταση ψάχνουμε πιο πολύ να βγάλουμε θέματα καταστροφολογίας. Θυμάσαι τότε το Y2K, τον φόβο πως θα μηδενιστούν τα κινητά, οι λογαριασμοί και οι υπολογιστές μας. Την θυμάμαι πολύ έντονα εκείνη την βραδιά. Στην ταινία, λοιπόν, βρισκόμαστε σ’ εκείνη τη χρονική στιγμή και ενώ όλοι ετοιμάζονται να φύγουν, πέφτει ένα ξαφνικό τηλεφώνημα ότι ένας περιβόητος κρατούμενος έχει ξεφύγει, έχει κάνει χρήση ναρκωτικών και κρατά ομήρους κάποιους ανθρώπους και πρέπει εκτάκτως να βγούμε σε ζωντανή σύνδεση. Εγώ ετοιμάζομαι να το αναλάβω, αλλά ενημερώνομαι πως εκείνος θέλει έναν άλλον ρεπόρτερ για να μιλήσει. Στην πορεία, όμως, της ταινίας αυτό που βλέπουμε είναι ότι υπάρχουν πάρα πολλοί άνθρωποι διαπλεκόμενοι, πολιτικά πρόσωπα, αστυνομία, υπόκοσμος.
Ποια ήταν η προσέγγιση στους ρόλους σας, δεδομένου πως βασίζονται εν μέρει σε υπαρκτά πρόσωπα. Ποια ήταν η προετοιμασία για τον χαρακτήρα μέσα από την έρευνα ή (ενδεχομένως) και τις πρόβες;
Ορφέας Αυγουστίδης: Η ταινία και οι χαρακτήρες είναι πολύ ελαφρά επηρεασμένα από την πραγματικότητα. Δηλαδή, η συνθήκη και ο δραματουργικός άξονας είναι εμπνευσμένα από μια εποχή και κάποια γεγονότα. Δεν υπάρχει κάποιο άλλο πραγματικό στοιχείο ή προσπάθεια από κανέναν ηθοποιό για κάτι τέτοιο. Όσον αφορά την προσωπική μου διαδικασία ως ηθοποιός, αυτό που με αφορούσε ήταν να βρω το δίκιο του χαρακτήρα. Όταν έχεις χαρακτήρες με αρνητικό πρόσημο, υπάρχει ο κίνδυνος να τους προσεγγίσεις γνωρίζοντας εξαρχής το φινάλε και τις πράξεις τους. Εγώ προσπάθησα να μην επηρεαστώ και να καταλάβω τι διεκδικεί και να του δώσω δίκιο, αν όχι στον τρόπο, στο δικαίωμα του να ονειρεύεται και εν τέλει να διεκδικεί. Το άλλο σκέλος έχει να κάνει με στιγμές και αποφάσεις. Είναι κάτι ζωντανό που ζυμώνεται μέρα με τη μέρα, είτε μετά από πολλή σκέψη, είτε μέσα από την εκάστοτε συνθήκη στο γύρισμα, κι εμπλουτίζεται.
Γιώργος Μπένος: Εμπιστεύτηκα τον σκηνοθέτη μου. Από την αρχή είχαμε πολύ καλή επικοινωνία με τον Σέριφ, υπήρχε μια κοινή γραμμή. Η βοήθειά του μου έκανε πολύ εύκολο το να προσεγγίσω τον ρόλο. Πριν τις πρόβες έκανα, φυσικά, και έρευνα. Αναζήτησα παρόμοιες υποθέσεις στην Ελλάδα, ώστε να δω πώς οι δημοσιογράφοι διαχειρίζονται τέτοιες καταστάσεις. Ωστόσο, αυτό ήταν κάτι που δεν αξιοποίησα πολύ, καθώς ο Αντώνης είναι νέος ρεπόρτερ και δεν έχει πείρα στην παρουσίαση ειδήσεων, επομένως ο τρόπος διαχείρισής του έπρεπε να ανταποκρίνεται σε αυτή την πραγματικότητα. Έκανα επιπλέον έρευνα, όμως, σχετικά με το πώς μιλάνε οι δημοσιογράφοι, πώς τονίζουν τις λέξεις κτλ. Για παράδειγμα, βρήκα αποσπάσματα από δελτία ειδήσεων, στα οποία δημοσιογράφοι βρέθηκαν σε άβολες συνθήκες. Ακόμη και δελτίο ειδήσεων που γίνεται σεισμός την ώρα της παρουσίασης αξιοποίησα. Σκοπός μου ήταν να καταλάβω τις αντιδράσεις τους. Είδα ότι όλοι προσπαθούσαν να διατηρήσουν μια ψυχραιμία και αυτό ήταν ένα στοιχείο που αξιοποίησα. Ο χαρακτήρας μου, ανεξαρτήτως της ακραίας συνθήκης στην οποία βρίσκεται, γνωρίζει ότι τον παρακολουθεί όλη η Ελλάδα. Αυτό σε συνδυασμό με το ότι η παρουσίαση του δελτίου ειδήσεων μπορεί και να ήταν το όνειρο του, έδωσαν μια κατεύθυνση στην ερμηνεία. Στη συνέχεια, μαζί με τον σκηνοθέτη, καταλήξαμε στις τελικές επιλογές.
Νίκος Ψαρράς: Η ταινία εμπνέεται από ένα πάρα πολύ έντονο περιστατικό, υπάρχει κόσμος εκεί έξω που θυμάται όλες τις λεπτομέρειες. Ο χαρακτήρας μου είναι ένας άνθρωπος που μιλά με την κυβέρνηση, με την αντιπολίτευση, με αρχηγούς υπηρεσιών. Δηλαδή έχει μία άλλου είδους άνεση και παράλληλα κρατάει κρυμμένα χαρτιά. Υπάρχουν, πολύ ωραίοι ρόλοι στην ταινία, όπως για παράδειγμα ο Ταξίαρχος που τον υποδύεται ο Δημήτρης Λάλος και έχει μία φοβερή πορεία. Ο δικός μου είναι πιο συγκεκριμένος και πιο… ύπουλος. Έχει ένα ενδιαφέρον αυτό.
Στην ταινία το Δελτίο Ειδήσεων είναι ένα άμεσο «παράθυρο», μία ζωντανή σύνδεση με την πραγματικότητα. Ο κόσμος, όμως, έχει αλλάξει πολύ και πλέον μέσα από τα κινητά μας, μέσα από τα SoMe γινόμαστε οι φορείς της είδησης. Νίκο, ως «επικεφαλής δημοσιογράφος» του σταθμού, θα ήθελα ένα σχόλιο για το πώς διαχειριζόμαστε πλέον την πληροφορία, την είδηση ή και τα fake news.
Νίκος Ψαρράς: Κοίταξε, όσο περνούν τα χρόνια είμαστε πολύ πιο κοντά στην είδηση. Συγκεκριμένα, είμαστε πολύ πιο κοντά στην άγρια είδηση. Κάποια στιγμή, όμως, πρέπει να πάρεις μια απόφαση, αν είσαι κομμάτι όλης αυτής της αγριότητας ή αν θέλεις να σε προστατεύσεις. Στο σπίτι μας η τηλεόραση είναι κλειστή μήνες τώρα, παρότι έχω έναν γιο που είναι 10μισό. Έχω κάνει μία συμφωνία μαζί του για λίγες ώρες την εβδομάδα. Τώρα με όλους αυτούς τους βομβαρδισμούς που γίνονται και την απειλή μιας πυρηνικής καταστροφής που θα μας επηρεάσει όλους, δυστυχώς βρισκόμαστε στο παρά πέντε, σε ένα σημείο πολύ θλιβερό για την ανθρωπότητα. Από τη μία καίγομαι να διαβάσω και να ενημερωθώ, από την άλλη σκέφτομαι πως είμαι ο τελευταίος που θα ρωτήσουν.
Οι ειδήσεις σου δίνουν μία αίσθηση κλειδαρότρυπας και ταυτόχρονα μιας άνεσης πως όλα αυτά συμβαίνουν κάπου αλλού, σε έναν άλλον. Δεν είναι σωστή θέση αυτή. Το ότι βγαίνουν στο φως τόσα περιστατικά γυναικοκτονιών, τόση βία, τόσος θυμός είναι κάτι που οφείλει να μας απασχολεί πολύ. Έχουμε γίνει μια χώρα που έχει καταπατηθεί ψυχικά. Από τότε που μπήκαμε στο μιλένιουμ, μιας και μιλάμε για εκείνη την περίοδο στην ταινία, έχει αλλάξει πολύ η κοινωνία και η νοοτροπία μας. Βλέπω πως αυτή η αλλαγή έχει γίνει βίαια και άγρια, κάτι που δεν με χαροποιεί καθόλου.
Διαβάζοντας το σενάριο ποιες στιγμές αισθανθήκατε συναισθηματικά φορτισμένοι ή και ηθικά αμφίθυμοι;
Ορφέας Αυγουστίδης: Διαβάζοντας το σενάριο, ένιωσα τη δυναμική του και άρχισα να φαντάζομαι πώς κάποια πράγματα θα μπορούσαν να υπερασπιστούν ή να ενισχυθούν. Δεν είναι μόνο η εκάστοτε ιστορία που θα σε συγκινήσει, είναι ο τρόπος που εμπλέκονται τα σώματα, οι ψυχές και τα μυαλά. Πολλές φορές ο τρόπος είναι αυτός που σε συγκινεί και όχι μόνο μια ιδέα, ειδικά στον κινηματογράφο. Υπάρχει χώρος γι’ αυτό.
Γιώργος Μπένος: Στα γυρίσματα σίγουρα υπήρξαν στιγμές πολύ συναισθηματικά φορτισμένες. Ο χαρακτήρας μου βιώνει μια ακραία συνθήκη και καταλαβαίνει πως στην πραγματικότητα τα πράγματα εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από τον ίδιο και τον συνομιλητή του. Γι’ αυτόν τον λόγο, πρέπει να μετράει όσα λέει, αν ο Νικολάι είναι πιο έντονος ή δεν καταλαβαίνει ή αμφισβητεί. Έπρεπε υποκριτικά να βρω τρόπο να μετράω κάθε μου λέξη και κίνηση. Οι off-air σκηνές, στις οποίες ο χαρακτήρας μου διαπραγματεύεται με τον εαυτό του ή με τους ανθρώπους στο κανάλι, όπως για παράδειγμα με την αρχισυντάκτρια που ενσαρκώνει η Μαρία Ναυπλιώτου, αποτέλεσαν επίσης πρόκληση. Ήταν οι στιγμές που ο χαρακτήρας έρχεται αντιμέτωπος με το αφόρητο βάρος να διαπραγματευτεί με αυτόν τον άνθρωπο, ενώ αισθάνεται πως η κατάσταση αυτή δεν είναι δική του ευθύνη. Σε αυτά τα γυρίσματα ήταν που κι εγώ συνειδητοποίησα πόση ψυχραιμία και διαύγεια απαιτεί όλο αυτό, ειδικά από έναν άνθρωπο, ο οποίος είναι νέος και δεν έχει πείρα, αλλά ακόμη και για κάποιον έμπειρο. Είναι πολύ δύσκολο.
Πώς συνεργαστήκατε με τον Σέριφ Φράνσις, έναν πρωτοεμφανιζόμενο κινηματογραφικά σκηνοθέτη;
Γιώργος Μπένος: Πάρα πολύ όμορφα! Είδα στα μάτια του πολλή αγάπη για αυτή τη δουλειά, πολλή αγάπη για το σενάριο, φροντίδα… Κάτι που είχα κι εγώ όταν ξεκίνησα. Ήταν και για τους δυο η πρώτη μας μεγάλου μήκους ταινία. Είπαμε «Πάμε μαζί». Μπορεί ανάμεσα στις πρόβες να είχα μια ιδέα και ο Σέριφ ήταν εκεί, στο τηλέφωνο, να την ακούσει, να προτείνει κι εκείνος κατι που εγώ μπορεί να μην είχα σκεφτεί. Πιστεύω αυτό θα φανεί και στο αποτέλεσμα. Όταν τελείωσε το γύρισμα και μου είπε «Σε ευχαριστώ πολύ που ήσουν περισσότερο από 100% εδώ» με συγκίνησε, γιατί κι εγώ αυτό εισέπραξα από εκείνον. Τον ευχαριστώ πολύ και δημόσια για αυτήν τη συνεργασία.
Νίκος Ψαρράς: Ήταν πολύ ωραία! Θα σου πω κάτι που μου είπε προχθές. Κάναμε break και του λέω εγώ «Σέριφ είσαι χαρούμενος;» και μου απαντά «Πάρα πολύ φίλε,αισθάνομαι σαν να έπαιζα ξυπόλυτος μπάλα σε αλάνες τόσα χρόνια και τώρα μου έδωσαν παπούτσια για να παίξω σε γήπεδο με γρασίδι». Νομίζω αυτή η φράση τα λέει όλα. Ο Σέριφ μας έπεισε όλους, έχει ένα πάρα πολύ δυνατό καστ, ένα καταπληκτικο κι έμπειρο συνεργείο και όλο το έδαφος για να το χαρεί και να δημιουργήσει.
Γιώργο το ύφος της ταινίας καθορίζεται από τους κλειστούς χώρους των γυρισμάτων. Ποια σκηνή της αποτέλεσε την μεγαλύτερη πρόκληση ερμηνευτικά;
Γιώργος Μπένος: Σε όλη τη διάρκεια της συνομιλίας, αλλά κυρίως στο πρώτο μέρος, όταν ο χαρακτήρας μου καλείται απρόσμενα να βγει στον αέρα, ενώ ετοιμάζεται να φύγει και δεν μπορεί να το διαχειριστεί. Η στιγμή που κάθεται πρώτη φορά στην καρέκλα του παρουσιαστή ήταν ερμηνευτικά πολύ δύσκολη. Η στιγμή που βγαίνει στον αέρα, να μιλήσει με έναν άνθρωπο που κρατάει ομήρους, απαίτησε σημαντικό ζύγισμα εκφραστικά. Επίσης, όταν ο χαρακτήρας μου παθαίνει μια κρίση πανικού, χωρίς να γνωρίζει τι ακριβώς είναι αυτό που του συμβαίνει αποτέλεσε μία πρόκληση. Γενικότερα, η συνθήκη της ταινίας είναι απαιτητική για όλους. Υπάρχει μια χειροβομβίδα, η οποία αν εκραγεί θα επηρεάσει τους πάντες. Τον Αντώνη, τον Νικολάι που την κρατά σφιχτά, τους ομήρους, την αρχισυντάκτρια.
Ορφέα για ποια σκηνή ανυπομονείς να έρθει η ώρα της στο γύρισμα;
Ορφέας Αυγουστίδης: Οι ενδιαφέρουσες σκηνές για ‘μένα είναι εκείνες που σιγοβράζουν και δεν εκτονώνονται. Εν προκειμένω, αυτό συμβαίνει αρκετά. Στον πυρήνα αυτού του ρόλου βρίσκεται το ότι κάτι σιγοβράζει κι έρχεται, αλλά αργεί να ξεσπάσει.
φωτογραφίες άρθρου: Δομνίκη Μητροπούλου
INFO
Η «Τελευταία Κλήση» θα κυκλοφορήσει στις αίθουσες 19 Μαρτίου 2026.
Credits
Παίζουν: Ορφέας Αυγουστίδης, Μαρία Ναυπλιώτου, Γιώργος Μπένος, Δημήτρης Λάλος, Ρένια Λουιζίδου, Νίκος Ψαρράς, Ερρίκος Λίτσης, Καλλιόπη Χάσκα, Γιάννης Καράμπαμπας, Βασίλης Ρίσβας, Πολύδωρος Βογιατζής, Θοδωρής Σκυφτούλης, Ράσμη Τσόπελα | Σκηνοθεσία: Sherif Francis | Σενάριο: Sherif Francis & Κατερίνα Μπέη | Παραγωγός: Διονύσης Σαμιώτης | Δημιουργικός Σύμβουλος: Αγγελος Φραντζής | Διευθυντής Φωτογραφίας: Ramon Malapetsa | Production Designer: Μιχάλης Σαμιώτης | Art Director: Μυρτώ Δασκαρόλη | Μοντάζ: Θοδωρής Αρμάος G.F.E | Μουσική: KotiK | Ηχοληψία: Πάνος Παπαδημητρίου | Ενδυματολόγοι: Άννα Ζώτου & Εβελίνα Δαρζέντα | Casting Director: Μάκης Γαζής | Μακιγιάζ: Κατερίνα Βαρθαλίτου | Κομμώσεις: Σωτήρης Πατεράκης | Line Producer: Πάνος Πετρόπουλος | Associate Producer: Κωνσταντίνος Κοντοβράκης | Συμπαραγωγός: Κώστας Λαμπρόπουλος | Εκτέλεση Παραγωγής: View Master Films | Παραγωγή: Tanweer Productions | Σε συμπαραγωγή με τους: ΕΡΤ Α.Ε., Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου, Οπτικοακουστικών Μέσων & Δημιουργίας - Creative Greece, NOVA, Finos Film | Mε την υποστήριξη του Ε.Κ.Κ.Ο.ΜΕ.Δ | Διανομή: Tanweer Alliances