Γιάννης Καράμπαμπας: «Το σκοτάδι εκεί έξω είναι διάχυτο, ας αρχίσουμε να βρίσκουμε το φως μέσα μας»

Ο Γιάννης Καράμπαμπας πραγματοποιεί το κινηματογραφικό του ντεμπούτο στο αφοπλιστικά ανθρώπινο «Wishbone» της Πέννυς Παναγιωτοπούλου, κερδίζει το βραβείο Πρωτοεμφανιζόμενου Ηθοποιού στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης και εμείς στο ΣΙΝΕΜΑ χαιρόμαστε διπλά, γιατί συναντάμε ξανά έναν παλιό μας συνεργάτη, αλλά και έναν ταλαντούχο ηθοποιό που αξίζει να ανακαλύψετε.

Συνέντευξη στον Πάνο Γκένα
Γιάννης Καράμπαμπας: «Το σκοτάδι εκεί έξω είναι διάχυτο, ας αρχίσουμε να βρίσκουμε το φως μέσα μας»

Η νέα ταινία της Πέννυς Παναγιωτοπούλου «Wishbone» παίζει «γιάντες» και κερδίζει το μεγάλο στοίχημα στο πρόσωπο του πρωταγωνιστή της, Γιάννη Καράμπαμπα. Άφθαρτος στον κινηματογραφικό φακό, αλλά με εκλεκτική δουλειά στη θεατρική σκηνή (από τη Μονή Λαζαριστών και το θέατρο Χώρος ως το Κουν και το Άττις), ο Γιάννης Καράμπαμπας ερμηνεύει με αβρότητα τον Κώστα του «Wishbone», συμμερίζεται την αγωνία και τα προσωπικά του διλήμματά, συμπαραστέκεται στην οικογενειακή τραγωδία, συνοδεύει φωτεινά τη λύση της.

Συντονισμένος με τον τρυφερό φακό της Πέννυς Παναγιωτοπούλου στην τρίτη μεγάλου μήκους της μετά τα «Δύσκολοι Αποχαιρετισμοί: Ο Μπαμπάς μου» και «September», ο Γιάννης Καράμπαμπας στο ρόλο ενός ευαίσθητου σεκιουριτά που εργάζεται σε δημόσιο νοσοκομείο, εμπνέει άμεσα την ταύτιση του θεατή. Παράλληλα ενσαρκώνει την ανάγκη του για φροντίδα, αλλά και το διαυγές του αίτημα για δικαιοσύνη.

Με αφορμή την κυκλοφορία του «Wishbone» στις αίθουσες, η συνέντευξη που ακολουθεί υπήρξε μία διπλή ευκαιρία: είδαμε ξανά από κοντά τον Γιάννη στο γραφείο του ΣΙΝΕΜΑ και των Νυχτών Πρεμιέρας (υπήρξε συνεργάτης του Φεστιβάλ το 2022), διαπιστώσαμε εκ νέου πως η ηρεμία, το ταλέντο και η καλοσύνη παραμένουν εργαλεία για ένα φωτεινό μέλλον.

(κεντρική φωτογραφία άρθρου: Ο Γιάννης Καράμπαμπας στο αγαπημένο μας Ιντεάλ από την Τελετή Λήξης του 28ου ΔΦΚΑ Νύχτες Πρεμιέρας, credit Γιάννης Στεφανίδης)

«Πώς μπορείς να απαιτήσεις από ένα άτομο να αναλάβει τις ευθύνες του όταν το ίδιο το σύστημα είναι φτιαγμένο έτσι για μην αναλαμβάνει καμία ευθύνη;»

Το «Wishbone» είναι το πρωταγωνιστικό, κινηματογραφικό ντεμπούτο σου. Πώς προέκυψε η γνωριμία και η ανάθεση του ρόλου από την Πέννυ Παναγιωτοπούλου και πόσο εξοικειωμένος ήσουν με το κινηματογραφικό της «ανθρωπισμό»;

Μου τηλεφώνησε η Σοφία Δημοπούλου, που είχε αναλάβει το casting της ταινίας, και μου πρότεινε να κάνω ένα δοκιμαστικό. Δεν θα σου πω ψέματα, δεν γνώριζα τη δουλειά της Πέννυς. Έψαξα και βρήκα «Δύσκολοι Αποχαιρετισμοί: Ο Μπαμπάς μου», «September», τα είδα και είπα «εδώ είμαστε», κάτι μετακινήθηκε μέσα μου. Συγκινήθηκα, με την έννοια ότι μετατοπίστηκα συναισθηματικά και πνευματικά από την τρυφερότητα και την ευαισθησία με τα οποία αντιμετώπιζε την ζωή και τον ανθρώπινο ψυχισμό. Στην πρώτη μας συνάντηση κατάλαβα πως απέναντί μου ήταν ένας άνθρωπος πολύ άμεσος, δεν υπήρξαν ανάμεσά μας σύννεφα και καθωσπρεπισμοί. Υπήρξε οικειότητα, κάναμε μερικές συναντήσεις ακόμα, δουλέψαμε μερικές σκηνές και πολύ γρήγορα μου είπε πάμε να το κάνουμε παρέα, πάρε το σενάριο. Το διάβασα, και αυτό αποτέλεσε ένα πολύ σημαντικό σημείο στο οποίο ακούμπησα και είπα «πάμε».

Ο Κώστας, ο χαρακτήρας που υποδύεσαι στην ταινία, είναι ένας νέος άντρας που καλείται να αναλάβει σημαντικές, βαριές ευθύνες που ξεφεύγουν από τον έλεγχό του και να ανταπεξέλθει σε αυτές. Πως προσέγγισες έναν χαρακτήρα που μοιάζει να χάνει τα προσωπικά του θέλω για να ισορροπήσει τις ανάγκες των υπολοίπων;

Τον προσέγγισα ως έναν κανονικό άνθρωπο, εγκλωβισμένο ανάμεσα στον εαυτό του και την κοινωνική του πραγματικότητα. Στην αρχή της ιστορίας βλέπεις έναν άνθρωπο που αγωνιά για την ζωή του, τα όνειρά του, προσπαθεί να βρει μια οικογένεια, μια παρέα, να δημιουργήσει σχέσεις και να επικοινωνήσει. Προσπαθεί να διεκδικήσει αυτά τα προσωπικά θέλω που είπες. Όμως, τόσο τα προσωπικά του τραύματα όσο και οι δυσκολίες της καθημερινότητάς του τον φέρνουν αντιμέτωπο και με τον εαυτό του και με την συνθήκη την ίδια. Η δυσκολία του στο να εκφραστεί και να ανοιχτεί είναι μεγάλη. Η συστολή του και η ανάγκη να καμουφλάρει την ευαλωτότητά του προκειμένου να επιβιώσει είναι έντονες. Η σύγκρουση οπότε είναι πολύπλευρη. Όταν λοιπόν οι ανάγκες των άλλων και τα καινούργια τραύματα παρουσιάζονται εκ νέου αυτή η προσπάθεια κλονίζεται σημαντικά. Πάνω σε αυτό το δίπολο προσπάθησα λοιπόν να πατήσω. Από την μία ο τόσο έντονος ψυχισμός του και η ανάγκη του για ελευθερία και επικοινωνία και από την άλλη η συρρίκνωση και η πίεση που ασκείται από το περιβάλλον μέσα στο οποίο υπάρχει.

Μιας και μιλάμε για φως, η κάμερα της Παναγιωτοπούλου συλλαμβάνει με μία αίσθηση αυθεντικότητας τους χώρους της ταινίας. Επίσης ξέρω πως είναι ένας άνθρωπος πολύ ανοιχτός στην εμπειρία της στιγμής με σκοπό να «χωρέσει» την πραγματικότητα. Μίλησέ μου λίγο για την εμπειρία των γυρισμάτων στη Νέα Πέραμο και κατά πόσο - ενδεχομένως - εξέλιξαν τον χαρακτήρα και την ερμηνεία σου.

Με βοήθησαν οργανικά, γιατί οι σκοτεινοί αυτοί, έρημοι χώροι αρχικά ήταν πολύ συγγενικοί με τον ψυχισμό του Κώστα και με το σύμπαν της ιστορίας και έπειτα μου ταίριαζαν αισθητικά τόσο πολύ που είχα την αγωνία να τους ανακαλύψω, με ενέπνεαν. Σε συνδυασμό λοιπόν με την ελευθερία που μου προσέφερε η Πέννυ -γιατί αυτός είναι ο τρόπος της, το να αντλεί δηλαδή παράλληλα με το γύρισμα την αλήθεια της στιγμής-, η συνθήκη που διαμορφώθηκε ήταν πολύ δημιουργική.

Το σενάριο βασίζεται στο διήγημα της Κάλλιας Παπαδάκη «40 Μέρες». Η μεγάλη διαφορά είναι πως ο κεντρικός χαρακτήρας εκεί είναι εντελώς διαφορετικός, ένας συνταξιούχος 65χρονος άντρας. Συζητήσατε με την Κάλλια την αλλαγή;

Είχαμε πλέον να δουλέψουμε έναν διαφορετικό χαρακτήρα, αυτόν που αποτυπώνεται στο σενάριο. Συζητήσαμε για τον Κώστα, για το παρελθόν του, την προσωπικότητά του, το βλέμμα μέσα από το οποίο βλέπει τον κόσμο. Για να είμαι ειλικρινής, δεν το έχω διαβάσει ακόμα. Όταν ολοκληρωθεί όμως ένας κύκλος της ταινίας και πάρω και εγώ μια απόσταση, θα το κάνω σίγουρα.

Ένα κινηματογραφικό αξίωμα λέει «μην παίζεις με παιδιά, θα σου κλέψουν την παράσταση». Η αλήθεια είναι πως η μικρή Γαρουφαλίνα Κοντόζου είναι αποκάλυψη στην ταινία και η μεταξύ σας πατρική σχέση αποτυπώνεται με μία ωραία ευκολία. Σε άγχωσε καθόλου η συνεργασία με ένα μικρό παιδί, πώς δουλέψατε τις σκηνές σας μαζί;

Δεν με άγχωσε καθόλου, γιατί και η Γαρουφαλίνα μπήκε στο γύρισμα με την αθωότητά και την ενέργεια που έχουν τα παιδιά για παιχνίδι. Έτσι το αντιμετώπισα κι εγώ, είπα «ας παίξουμε». Υπήρχαν πολύ δύσκολες σκηνές, όπως αυτή της απώλειας του πατέρα της και ακόμα και εκεί ανταποκρίθηκε με έναν τόσο ώριμο και αγνό τρόπο. Ήταν αξιοθαύμαστη.   Ασφαλώς όλο το συνεργείο ήταν πολύ προστατευτικό μαζί της και η Πέννυ είχε δουλέψει με παιδιά και στις προηγούμενες ταινίες της οπότε υπήρχε ιδιαίτερη φροντίδα.

Την είδε την ταινία;

Βέβαια, ανεβήκαμε στην Θεσσαλονίκη. Το χάρηκε πολύ και εκείνη και εμείς μαζί της!

Και στην οποία φύγατε με το Βραβείο Κοινού και εσύ με το Βραβείο Πρωτοεμφανιζόμενου. Το αναφέρω γιατί είναι πολύ σημαντικό και για σένα προσωπικά, αλλά και γιατί η ταινία δείχνει πως βρήκε τη σύνδεσή της με το κοινό. Πώς αισθάνθηκες με τη βράβευση, τι ώθηση σου δίνει;

Είναι αυτό που λες. Η ομάδα αισθάνεται δικαιωμένη σε έναν βαθμό, κάτι πήγε καλά, όλος αυτός ο κόπος κάπου βρήκε και ακούμπησε. Ότι τελικά η ταινία συνομίλησε με τον κόσμο, ότι πέτυχε τον σκοπό της δηλαδή, ότι άνοιξε ένας διάλογος. Τώρα για το βραβείο πρωτοεμφανιζόμενου, χάρηκα πολύ ναι, με τον ίδιο τρόπο, σαν να παίρνεις κάτι πίσω για την προσπάθεια και την αφοσίωση. Η ταινία είναι ομαδική δουλειά και ο καθένας μας έκανε το καλύτερο. Για να δούμε.  Έχει πολύ δρόμο μπροστά της.

Η Γαρουφαλίνα μπήκε στο γύρισμα με την αθωότητά και την ενέργεια που έχουν τα παιδιά για παιχνίδι. Έτσι το αντιμετώπισα κι εγώ, είπα «ας παίξουμε»

Στην ταινία θίγονται άμεσα οι δυσκολίες του υγειονομικού συστήματος. Πώς προετοιμάστηκες για τον ρόλο ενός ευαίσθητου σεκιουριτά που γίνεται μάρτυρας του ανθρώπινου πόνου με δεδομένο πως οι συνθήκες στα επείγοντα ενός νοσοκομείου είναι οριακές.

Δεν έκανα κάποια ιδιαίτερη διαδικασία. Αρκεί να έχεις βιώσει το δημόσιο νοσοκομείο ως ασθενής. Η υποβάθμισή του και η υποστελέχωσή του από το κράτος είναι ένα από τα σημαντικά προβλήματα των ημερών μας. Συγκεκριμένο πολιτικό σχέδιο με συγκεκριμένο επιχειρηματικό σκοπό. Αυτή την υποτίμηση βιώνει ο Κώστας και οι εργαζόμενοι εκεί και οι ασθενείς και αυτή είναι που ανοίγει τις πόρτες της διαφθοράς και της ευρύτερης κοινωνικής και πολιτικής κρίσης που αποτυπώνεται τόσο στην ταινία όσο βιώνεται και στην πραγματική ζωή.

Και περνάμε, έτσι, σε ένα σημαντικό θέμα της ταινίας. Το «Wishbone» θίγει το ζήτημα της ανάληψης ευθυνών και της συστημικής διαφθοράς. Επίσης κυκλοφορεί σε μία ιδιαίτερη συγκυρία, όπου το αίτημα για δικαιοσύνη είναι έντονο λόγω Τεμπών. Μπήκες στη θέση να κρίνεις τον Κώστα και το δίλημμα που αντιμετωπίζει;

Πώς μπορείς να απαιτήσεις από ένα άτομο να αναλάβει τις ευθύνες του όταν το ίδιο το σύστημα είναι φτιαγμένο έτσι για μην αναλαμβάνει καμία ευθύνη; Όταν η πολιτική εξουσία «δεν ξέρει», «δεν εμπλέκεται» και κάνει πως δεν καταλαβαίνει; Όταν σε αφήνει έκθετο και ευάλωτο απέναντι στις δικές της πρακτικές;

Το ζήτημα των Τεμπών αποκαλύπτει ακριβώς αυτή την πραγματικότητα. Μπαίνοντας στην θέση του Κώστα καταλαβαίνω ότι τα διλήμματα δημιουργούνται στους ανθρώπους που έχουν ένα ζωντανό κομμάτι μέσα τους με το οποίο παραμένουν σε επαφή.  

Θέατρο, σινεμά, τηλεόραση. Τώρα που έχεις εμπειρία από τα παραπάνω πεδία, ποιες είναι οι προκλήσεις που αναγνωρίζεις σε κάθε ένα απ’ αυτά; Υπάρχει κάτι που προτιμάς;

Θα έλεγα και τα δυο…

…νομίζω πως δεν συμπεριέλαβες στην απάντηση την τηλεόραση.

(γέλια) Ανέφερες και την τηλεόραση, ε; Η αλήθεια είναι πως και η τηλεόραση είναι ένα κομμάτι της δουλειάς μας και απασχολούνται εκεί πολύ ταλαντούχοι και δημιουργικοί άνθρωποι αλλά η συνθήκη η ίδια δεν βοηθάει. Οι ταχύτητες, οι χρόνοι είναι τόσο πιεστικοί που όσο και να θέλεις δεν μπορείς να εμβαθύνεις ή έστω να αναζητήσεις, να επιμείνεις σε κάτι. Στο σινεμά και το θέατρο, σε μια καλή συνθήκη βέβαια, αυτόν τον χωροχρόνο μπορείς να τον βρεις.  Επιπλέον σημαντικός είναι και ο κοινός φυσικός χώρος, είτε σε μια κινηματογραφική αίθουσα, είτε σε ένα θέατρο, δημιουργούνται σχέσεις, συναντήσεις, υπάρχει κάτι αμοιβαίο. Από την πλευρά του ηθοποιού, θα έλεγα ότι όπου και να βρεθείς, η πρόκληση είναι να είσαι γενναιόδωρος, διαθέσιμος και ειλικρινής ως προς την διαδικασία.

Όπως είπαμε και στην αρχή, ο κινηματογραφικός κόσμος της Πέννυς Παναγιωτοπούλου είναι τρυφερός, ένας κόσμος που αναζητά μία χαραμάδα φωτός. Ποιες ταινίες είναι τα δικά σου κινηματογραφικά φώτα, ιστορίες που μπορείς να έχεις ως αποκούμπι;

Πιο γενικά θα έλεγα, οι ταινίες του Τσιώλη, του Βέντερς, του Νικολαΐδη είναι ταινίες που ο κόσμος τους με συγκινεί.

Το «Wishbone» είναι οι γιάντες, ένα παιδικό παιχνίδι ευχών. Με αυτό ως αφορμή, ποια ευχή σου έχει πραγματοποιηθεί και ποια θες να εκπληρώσεις στο μέλλον;

Νιώθω ολοκληρωμένος και τυχερός για τους ανθρώπους που έχω δίπλα μου. Με τους οποίους αισθάνομαι ασφαλής, δημιουργικός και έτοιμος να αντιμετωπίσω το οτιδήποτε. Τώρα για το μέλλον… θα κάνω αυτή που έκανα σαν παιδί, μία ευχή αγάπης. Το σκοτάδι εκεί έξω είναι διάχυτο. Ας αρχίσουμε να βρίσκουμε το φως μέσα μας.

INFO
Η ταινία «Wishbone» κυκλοφορεί στις αίθουσες από την Rosebud.21

Χρόνια πολλά Γκάρι Όλντμαν! Οι 7 αγαπημένες μας ερμηνείεςΟ κροίσος του streaming που έγινε Βασιλιάς του Χόλιγουντ: Ο Τεντ Σαράντος μιλά στο Variety