Κλέλια Ρένεση: «Η Καίτη Γκρέυ ήταν μία αρχόντισσα στην καρδιά»

Δυναμική, ειλικρινής κι αυθόρμητη - σαν μία γνήσια ρεμπέτισσα - η Κλέλια Ρένεση υποδύεται την Καίτη Γκρέυ στην κινηματογραφική βιογραφία του Στέλιου Καζαντζίδη «Υπάρχω» και μιλά στο ΣΙΝΕΜΑ για τη μεγάλη, ελληνική κινηματογραφική παραγωγή της χρονιάς.

Συνέντευξη στον Πάνο Γκένα
Κλέλια Ρένεση: «Η Καίτη Γκρέυ ήταν μία αρχόντισσα στην καρδιά»

Το καλλιτεχνικό και εμπορικό στοίχημα του Γιώργου Τσεμπερόπουλου «Υπάρχω», μία ταινία αφιέρωμα στην πορεία και την προσωπικότητα του Στέλιου Καζαντζίδη με πρωταγωνιστή τον Χρήστο Μάστορα, έρχεται σύντομα να πει ένα κινηματογραφικό «τραγούδι» στις αίθουσες. 

Στο περίτεχνο ψηφιδωτό της ζωής του, γεμάτο μουσική και φανατικούς θαυμαστές, επαγγελματικές διαμάχες με δισκογραφικές και πηγαία καλλιτεχνική έκφραση, η γνωριμία και ερωτική σχέση του με την θρυλική Καίτη Γκρέυ υπήρξε μία από τις σημαντικότερες ψηφίδες που όρισαν την καριέρα του. Στην ταινία, η Κλέλια Ρένεση αναλαμβάνει με πλήρη επίγνωση ευθύνης τον δύσκολο ρόλο και παραδίδει μία απολαυστική ερμηνεία που δυναμιτίζει την οθόνη, κουβαλά ανεπιτήδευτα το λαϊκό παράσημο της Γκρέυ και βγάζει το γνήσιο τσαγανό μιας δοτικής, ατρόμητης γυναίκας που ξέρει τη «νύχτα», όσο ξέρει και να ερωτεύεται, να θαυμάζει, να προωθεί.

Σε αντιδιαστολή με την καπνισμένη νύχτα των μπουζουξίδικων μιας άλλης εποχής, συνάντησα από κοντά την Κλέλια Ρένεση ένα ηλιόλουστο πρωινό για να μιλήσουμε για το ταξίδι του «Υπάρχω». Κι εκείνη μου χάρισε μία συνέντευξη-ποταμό. Ή μήπως τραγούδι;

Εγώ την ευχαριστώ πολύ γι’ αυτό, εσείς την απολαμβάνετε στη συνέχεια.

Καλησπέρα Κλέλια, συγχαρητήρια για την ταινία. Να σου πω πως μετά την παρακολούθησή της περιμένω spin off «Καίτη Γκρέυ». Θυμάμαι πως πριν από αρκετά χρόνια είχε γίνει μία απόπειρα για να γυριστεί τηλεοπτική σειρά με θέμα τη ζωή της.

Ναι, το έχω ακούσει. Νομίζω πως έχει κολλήσει σε θέματα οικογενειακά…

Και οικονομικά. Παρότι είχαν ξεκινήσει γυρίσματα σε Ελλάδα, Αίγυπτο, Τουρκία.

Καλά η ζωή αυτής της γυναίκας είναι πραγματικά απίστευτη. Και να την γυρίσεις θα πεις «αποκλείεται». 

Πώς έφτασε στα χέρια σου ο ρόλος; Ποιες ήταν οι πρώτες σκέψεις όταν σου ανακοινώθηκε πως θα ερμηνεύσεις τη θρυλική Καίτη Γκρέυ;

Ο νονός ήταν ο casting director Μάκης Γαζής, αυτό το μαμούνι το τεράστιο. Με πήρε τηλέφωνο και μου είπε πως σε σκεφτόμαστε για τη συγκεκριμένη δουλειά, σε σκεφτόμαστε για την Καίτη Γκρέυ. Του είπα αμέσως «έλα να το κάνουμε», αλλά τότε δεν είχε βρεθεί ακόμα ο Στέλιος. Υπήρξε μια μεγάλη αναζήτηση. Όταν έμαθα πως σκηνοθέτης θα ήταν ο Γιώργος Τσεμπερόπουλος είπα πως θα το αγκαλιάσω όλο αυτό, πως είμαι 100% μέσα, αλλά πρώτα πρέπει να βρούμε τον Στέλιο. Την ίδια ανησυχία είχαμε όλοι, γιατί αν δεν βρίσκαμε τον Στέλιο δεν θα είχαμε ταινία.

Δεν θα λειτουργούσε ουσιαστικά τίποτα.

Και όχι μόνο να βρίσκαμε «έναν Στέλιο», αλλά να κουμπώσει κιόλας. Η επιθυμία μου να συμμετέχω στην ταινία ήταν δεδομένη από την πρώτη στιγμή, προτού βρεθεί ο Χρήστος δηλαδή. Παράλληλα ήμασταν σε αναμονή γιατί έπρεπε να κουμπώσουν τα πρόσωπα μεταξύ τους. Υπήρχε περίπτωση να βρεθεί κάποιος με τον οποίο εγώ δεν θα κούμπωνα. Ηλικιακά ξεπερνούσα το level. Στην ταινία πιάνω την Καίτη όταν γνωρίζεται με τον Στέλιο. Τότε εκείνη ήταν 28 και ο Στέλιος αρκετά μικρότερος, νομίζω 18-19. Εγώ δεν είμαι 28, οπότε αν ερχόταν κάποιος που έμοιαζε με 18άρη, θα υπήρχε ένα πρόβλημα. Οπότε κι εγώ, με πολύ μεγάλη υπομονή και αγάπη είπα, παιδιά βρείτε το Στέλιο που θέλετε και μετά βλέπουμε αν κουμπώνουν όλοι οι υπόλοιποι. Η αλήθεια είναι πως δοκιμάστηκε πολύς κόσμος για τον ρόλο.

Και πώς ήταν το πρώτο δοκιμαστικό με τον Χρήστο Μάστορα;

Όταν έγινε το πρώτο δοκιμαστικό με τον Χρήστο, δεν σου κρύβω πως πήγα με μία τρομάρα, γιατί λες θα δοκιμάσω με έναν άνθρωπο που δεν είναι ηθοποιός. Δεν μου κόστιζε κάτι, αλλά ήθελα να δω πώς θα πορευτούμε. Το υπογραμμίζω γιατί είχαμε να βγάλουμε μία ταινία με σκληρές προδιαγραφές, εξωτερικά γυρίσματα, νύχτες, μέρες, πρόβες, αφοσίωση. Θέλει τρομερή δουλειά για να στηθεί όλο αυτό και όταν έρθει η ώρα που θα ακουστεί «3-2-1 πάμε» να κυλάει μόνο του, να έχει τη δική του ζωή. Υπήρχε, λοιπόν, αυτή η ανησυχία, αλλά μόλις πήγα και έκανα το δοκιμαστικό με τον Χρήστο αισθάνθηκα πολύ καλά.

Ο Χρήστος στο πρώτο δοκιμαστικό έπαιξε λίγο τον εαυτό του. Δεν είχε δουλευτεί ο άνθρωπος, καθόλου. Είχε τη διάθεση, όμως, να δοκιμάσει κάτι. Κι αυτό κάπως κούμπωσε πάρα πολύ. Άρχισα κι εγώ να καταλαβαίνω το σκεπτικό και του Μάκη και του Γιώργου, το τι έχει αυτό το πλάσμα, με ποιον τρόπο θα προσεγγίσει τον ρόλο κι έγινα εγκάρδια υπερασπίστρια της πρότασης αυτής.

Βίντεο από την επίσημη πρεμιέρα της ταινίας «Υπάρχω»

Και έρχεται η στιγμή που πρέπει κι εσύ να αναμετρηθείς με το λαϊκό μεγαθήριο, την Καίτη Γκρέυ. Τα τραγούδια της, η καριέρα της είναι βαθιά χαραγμένα στη συνείδηση του κόσμου, ο τρόπος με τον οποίο εκφράζει τον πόνο, αλλά και το κέφι είναι κάτι διαχρονικό. Πώς την προσέγγισες;

Δεν είμαι παντοδύναμη. Έχω ένα κείμενο να υπηρετήσω. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, προσεγγίζουμε τη γυναίκα αυτή με συγκεκριμένες μονάδες. Δηλαδή δεν τη βλέπουμε πως είναι στο μαγαζί της ως τραγουδίστρια, δεν τη βλέπουμε πως είναι ως μάνα, δεν τη βλέπουμε πως είναι ως φίλη. Τη βλέπουμε μόνο πως λειτούργησε σε σχέση με τον Στέλιο σε μια πολύ συγκεκριμένη περίοδο της ζωής του. Απομονώνοντας αυτό το στοιχείο, είχα μία πολύ συγκεκριμένη δουλειά, να ακολουθήσω τα χνάρια μιας συγκεκριμένη συνθήκης.

Γι' αυτό το λόγο και δεν χαώθηκα στην υπερπληροφόρηση του χαρακτήρα. Κράτησα πέντε πολύ δυνατά κομμάτια βλέποντας συνεντεύξεις της, διαβάζοντας για τη ζωή της, τα τσίμπησα και φλέρταρα με αυτά. Πρόκειται για μία γυναίκα πάρα πολύ σκληραγωγημένη, μια γυναίκα που έχει επιβιώσει από θάλασσες, φουρτούνες, εγκληματικά στοιχεία. Έχει περάσει δια πυρός και σιδήρου και βγήκε όρθια.

Θέλω να πω ότι ο Στέλιος ήταν ένας Γολγοθάς στη ζωή της, όσον αφορά τη σχέση τους. Ένας έρωτας μεγάλος, μια τεράστια αγάπη, αλλά κι αυτή είναι η Γκρέυ, λειτουργεί με τη δική της ουσία. Είναι ατσαλένια, είναι γυναίκα, είναι μαγκιόρα, έχει περάσει πολλά αλλά αγαπάει και ξέρει να πονάει. Ξέρει να δίνει την καρδιά της, ξέρει να δίνεται, αλλά είναι η Καίτη Γκρέυ. Δεν είναι ένα μικρό κορίτσι που θα την κατακρεουργήσει ένας έρωτας και θα σέρνεται στα πατώματα.

Είναι η Καίτη Γκρέυ, ένα όνομα - μαρκίζα.

Και δεν υπηρετεί μόνο τη μαρκίζα, υπηρετεί κι όλο το σθένος τόσων χρόνων που την κράτησε όρθια.

Ποια στοιχεία της βρίσκεις κοντά στο δικό σου χαρακτήρα και ποια τα νιώθεις λίγο πιο μακριά;

Λοιπόν, αισθάνομαι μεγάλη συγγένεια με τι θάρρος, θράσος και τόλμη ανοίγει την καρδιά της και μπαίνει στις καταστάσεις. Το συναισθάνομαι αυτό και μπορώ να πω ότι είναι κάτι με το οποίο ταυτίζομαι. Όταν τη βλέπω για παράδειγμα να φροντίζει τον Στέλιο και να τον προωθεί, να λέει «να ο Στέλιος, το καινούργιο αστέρι, ακούστε τη φωνή του». Πάει στον Χιώτη και του λέει πως πρέπει να κάνουμε ντουέτο με τον Στέλιο, όχι μόνη της. Τον προωθεί με όλη της την αγάπη. Δεν είναι μόνο καψούρα και ερωτευμένη, πιστεύει σε αυτόν, τον θαυμάζει. Μ' αρέσει αυτό το στοιχείο της. Δεν είναι μίζερη, είναι δοτική, είναι αρχόντισσα στην καρδιά. Αυτό είναι κάτι με το οποίο φλερτάρω κι εγώ στη ζωή μου, προσπαθώ δηλαδή όποτε μου το επιτρέπει η ζωή να είμαι αρχόντισσα στην καρδιά και να δίνω και ευκαιρίες. Να προωθώ κάτι που πιστεύω ότι αξίζει και λάμπει. Μ' αρέσει το μαγκιόρικο του χαρακτήρα της, γιατί μόνο έτσι επιβιώνεις σε τέτοιες περιπτώσεις. Μιλάμε για μια γυναίκα που μπορεί το ίδιο βράδυ να τραγουδούσε σε τρία διαφορετικά μαγαζιά. Την πήγαινε ένας με ένα παπάκι από το ένα μαγαζί στο άλλο, μετά να φάει ένα πιάτο φαγητό, να πάρει ένα μεροκάματο. Μιλάμε για σκληρές εποχές της νύχτας. Είναι η εποχή που πιάνει η ταινία. Δεν μιλάμε για αργότερα, που είναι πλέον μεγάλο όνομα και γεμίζει τα μαγαζιά μόνη της. Βρισκόμαστε σε μία άλλη «νύχτα» που έχει συγκεκριμένο πελατολόγιο, σε συγκεκριμένα καταγώγια, δεν είναι ακόμα για την υψηλή κοινωνία.

Η ίδια άλλωστε προερχόταν από τα μπουλούκια.

Αυτό. Έχει τέτοια χρώματα. Ναι, είναι όνομα ήδη όταν την πιάνουμε, αλλά είναι όσο όνομα μπορούσε να είναι κάποιος εκείνη την εποχή.

Και μιλάμε για μία ανδροκρατούμενη εποχή. Τώρα η επίκαιρη κουβέντα έχει να κάνει με την γυναικεία ενδυνάμωση και την ανατροπή της πατριαρχίας ως κοινωνικό σύστημα, αλλά τότε τα πράγματα είχαν έναν άλλο κώδικα.

Θα σου πω κάτι. Μπορεί να κάνω και λάθος. Δεν είμαι ειδήμων εκείνης της εποχής, αλλά υπάρχει μια μυρωδιά. Δεν θα μιλήσω για τον φεμινισμό γιατί με ανατριχιάζει, αλλά τις σέβονταν τις ρεμπέτισσες τότε. Τις σέβονταν τις γυναίκες της νύχτας, αν κρατούσαν σθεναρά αυτό το μοτίβο. Για παράδειγμα, στα μαγαζιά που δούλευε η Γκρέυ φρόντιζε ακόμα και τους σερβιτόρους να πάρουν το μεροκάμα τους. Η συμπεριφορά δεν ήταν «εντάξει, έλα μωρέ το κοριτσάκι να τραγουδήσει και να φύγει». Ήταν ένας άλλος ηθικός κώδικας και φαντάζομαι πως αυτό προϋπήρχε της εποχής της. Δηλαδή υπήρχε σεβασμός στο όνομά της, την ακούγανε. Όπως είπα και πριν, είπε στον Χιώτη «Δεν θα τραγουδήσω μόνη μου, θα πάρω και το Στέλιο. Πίστεψέ τον». Άκουγαν την άποψή της και τη σέβονταν. Το κέρδιζαν, βέβαια, με αίμα, αλλά τις σέβονταν.

Υποθέτω πως το βίωμα ενέπνεε και τον σεβασμό που αναφέρεις. Δηλαδή σέβονταν το τι έχεις ζήσει και κουβαλάς, πέρα από την την προσωπικότητα.

Βέβαια, είναι κάτι που το εκδηλώνεις, το εκφράζεις, το φέρεις. Όταν είσαι ένας άνθρωπος που έχεις περάσει από 40 κύματα, έχεις επιβιώσει, έχεις ζήσει μέσα στην απόλυτη φτώχεια, τον εξευτελισμό της ανέχειας κι έχεις βρει τρόπο να βγεις μπροστά, να βγάλεις ψυχή και ταλέντο, δεν μπορεί παρά να γίνεις σεβαστός. Ειδικά άμα δεν είσαι μίζερος, κάποιος που απλά προσπαθεί να αρπάξει και είσαι κιμπάρης, μοιράζεσαι τον εαυτό σου και τα καλούδια σου. Αυτό όλες οι πιάτσες το σέβονται, ακόμα και οι πιο σκοτεινές. Το σθένος πάει πρώτο.

Η ταινία σκιαγραφεί μία συγκεκριμένη εποχή και μία συγκεκριμένη προσωπικότητα. Οι παλαιότερες γενιές φυσικά και συνδέονται με αυτό, αλλά πώς πιστεύεις πως θα το αντιληφθούν οι νεότερες; Ο Καζαντζίδης εκφράζει μία αρρενωπότητα άλλης εποχής, πώς θα το δουν αυτό οι νέοι θεατές της ταινίας; 

Ας αφήσουμε λίγο την αρρενωπότητα στην άκρη, θα την πιάσω κι αυτή αργότερα. Ας πούμε τα βασικά πράγματα, τι μας λέει αυτή η ιστορία, σε πρώτο επίπεδο και γιατί είναι διαχρονική. Ακόμα κι αν ο Στέλιος δεν γινόταν ο Καζαντζίδης. 

Μιλάμε για το απόλυτο, αν το βάλουμε σε εισαγωγικά κάτι σαν το «American Dream». Ένας άνθρωπος που δεν έχει στον ήλιο μοίρα, ζει με τη μάνα του, τον αδερφό του και μετράνε τη δεκάρα για να φάνε. Αυτό το πλάσμα καταφέρνει να γίνει ο Στέλιος Καζαντζίδης. Από μόνο του αυτό, αξίζει το φακό. Υπάρχουν πάρα πολλοί ταλαντούχοι άνθρωποι, γύρω μας, αυτή την ώρα που μιλάμε εμείς εδώ. Περνάνε από κάτω, δίπλα μας, πάρα πολλοί. Δεν μπορούν, όμως, όλοι να γίνουν ο Στέλιος Καζαντζίδης. Δεν τα καταφέρνουν. Το 90% δεν καταφέρνει καν να αποδεχτεί αυτό το ταλέντο, να το τροφοδοτήσει, να το εμπλουτίσει και να το μοιραστεί. Πρέπει να υπάρχει κάτι μέσα, μια φλόγα που καίει. Μία φλόγα που σε κάνει να μην κοιμάσαι τα βράδια και να ονειρεύεσαι. 

Παρατηρούμε, λοιπόν, την πορεία ενός ήρωα που κατάλαβε τι ήταν και τα κατάφερε. Δεν πρόκειται για ντοκιμαντέρ, βλέπουμε έναν χαρακτήρα που κατάφερε αυτή τη φωνή να την κάνει «ο Στέλιος Καζαντζίδης». Βλέπουμε όμως και μία πορεία. Τι διάλεγε να τραγουδήσει, που διάλεγε να κάτσει, τι δεχόταν, τι δεν δεχόταν. Αυτό πιστεύω ότι μαγνητίζει. Έχει αξία να ειπωθεί πως ένα παιδί από τη Νέα Ιωνία, μέσα από τη φτώχεια και τα χώματα, έφτασε να γίνει ο Στέλιος Καζαντζίδης, ένας εθνικός τραγουδιστής επί της ουσίας, ένας τραγουδιστής που τραγούδησε όλο τον πόνο για τόσες γενιές.

Στις μέρες μας δεν μπορεί να συμβεί αυτό. Παιδιά που έχουν δυνατότητες δεν έχουν χρόνο να πάνε σε ένα ωδείο. 500 ώρες σχολείο, 200 ώρες φροντιστήρια ή δουλειά από τα 16 για να βοηθήσουν στο σπίτι. Η προσέγγισή μας είναι διαφορετική. Από μικρά τους λέμε να μάθουν μια δουλειά, να βγάλουν λεφτά και τελειώνει εκεί.

Στην εποχή του Καζαντζίδη υπήρχε κι ένας ρομαντισμός. Δηλαδή, τα όνειρα ανέπνεαν πιο δυνατά. Στην εποχή της υπερπληροφόρησης, πολλοί θέλουν να γίνουν μέρος ενός συστήματος, που καταπίνει το όνειρο. Η πληροφορία έχει φέρει πολύ ευεργετικά στοιχεία στη ζωή μας, έχει φέρει όμως και κλείδωμα μεγάλο. Έχω την ελπίδα, όμως, πως ο άνθρωπος πάντα θα ονειρεύεται. Αλλιώς θα σταματήσει να κοιτά ψηλά. 

Η διαφορά των χρόνων εκείνων με τα δικά μας είναι πως μιλάμε για μια εποχή που οι άνθρωποι ονειρεύονταν για να ζήσουν. Το βρίσκεις και στα τραγούδια αυτό. Θα έρθει η καινούργια μέρα. Μία καινούργια αγάπη θα ξαναρθεί. Η φτώχεια θα φύγει. Υπήρχε η ελπίδα. Υπήρχε το όνειρο ότι θα αλλάξουν όλα. Ζωτικά στοιχεία της ψυχής μας, που λειτουργούσαν ως κινητήριος δύναμη για να προχωράμε.  Υπήρχε πολλή ανέχεια και καταπίεση. Υπήρχαν απάνθρωπες ερωτικές συνθήκες και γαμήλιες υποχρεώσεις. Στα τραγούδια οι στίχοι μιλούσαν για ανθρώπους που δεν μπορούσαν να είναι μαζί, γιατί το δεδομένο τότε ήταν πως δεν είχες επιλογές. Τώρα δεν μπορεί να περιγραφεί αυτή η συνθήκη επαρκώς για να καταλάβουμε σήμερα το τι σημαίνει να αγαπάς κάποιον και να πρέπει να ζήσεις με έναν άλλον. 

Τώρα για την αρρενωπότητα. Θεωρώ πως ο τρόπος με τον οποίο αντιλαμβανόμαστε το αρσενικό στοιχείο στον άνθρωπο είναι υποκειμενικός. Στην ταινία ο Στέλιος περιγράφεται μέσα από ένα σενάριο. Σ’ αυτό βλέπουμε έναν άνθρωπο που κυνηγάει τα όνειρά του, τα παίζει όλα για όλα ώστε να ζήσει το όνειρό του και δεν κάνει εκπτώσεις. Δεν μειώνει τον χαρακτήρα του για να κατακτήσει το όνειρό του. Αυτός σου λέει «εγώ θέλω να τραγουδώ έτσι, θέλω να σέβονται την τέχνη μου, δεν θέλω να μου πετάνε πιάτα». Λειτουργώ με έναν τρόπο σεβάσμιο προς το τραγούδι και έτσι θέλω να μου επιστρέφεται. Έτσι λειτουργεί, έτσι θέλει. 

Όσον αφορά τα προσωπικά του και το πώς μοιραζόταν τη ζωή του με τις γυναίκες, σχετικά με την αρρενωπότητα που ανέφερες. Θεωρώ πως λειτουργούσε επίσης με τα τότε δεδομένα, σαν η γυναίκα να είναι αυτή που συνοδεύει τη ζωή του και πρέπει να αγκαλιάσει την προσωπικότητά του. Να αποδεχτεί την προσωπικότητα του Στέλιου, να γίνει συνοδοιπόρος αυτής χωρίς να τον πολεμάει. Νομίζω πως αυτό ήταν το δεδομένο για την εποχή εκείνη. 

Στην αρχή της κουβέντας μας μου ανέφερες τα πρώτα δοκιμαστικά με τον Χρήστο Μάστορα, όταν ξεκίνησαν τα γυρίσματα, όταν έφτασε η ώρα για το «3-2-1 πάμε» πώς δουλέψατε μαζί;

Με τον Χρήστο κάναμε αρκετή δουλειά, αρκετές πρόβες. Έκανε πολλή δουλειά όχι μόνο με εμένα, αλλά με όλο το καστ. Και με πολλή χαρά. Από τα βασικά μέχρι τις πινελιές, τις «δαντέλες» που βάλαμε τον τελευταίο μήνα. Μετά τα λόγια, τις κινήσεις, το στήσιμο της σκηνής, προχωρούσαμε στις «δαντέλες» που λέω. Ειδικά όταν μπήκαμε στου χώρους των γυρισμάτων. Εγώ εκεί είναι που παθαίνω, από στην κλίμακα από το 1 ως το 10, πάω στο 9 κατευθείαν. Εκεί λέω «εντάξει τώρα παιδιά, πάμε».

Η μεγάλη μου έγνοια ήταν να βάζω τις μικρές πινελιές της προσωπικότητας μέσα στους διαλόγους. Το σενάριο είναι συγκεκριμένο και, όπως καταλαβαίνεις, υπάρχουν χιλιάδες τρόποι για να ειπωθεί μια ατάκα. Εγώ επέμενα πάρα πολύ στη σχέση τους. Δεν είναι δύο τραπεζίτες που χωρίζουν ή τα φτιάχνουν ή ερωτεύονται. Είναι δυο αλάνια της νύχτας. Μπορεί οι ατάκες να είναι λίγο στρογγυλοποιημένες για να είναι κατανοητές ή μπορεί και πραγματικά να ήταν αυτές, δεν ξέρω και καθόλου. Σίγουρα, όμως, όταν χωρίζουν πρέπει να σπάσουν το σπίτι. Η Καίτη Γκρέυ και ο Στέλιος Καζαντζίδης δεν χωρίζουν σαν τραπεζίτες. Ας θυμηθούμε με τι νταλκά ξεκίνησαν και με τι νταλκά εκθέτουν τον εαυτό τους κάθε βράδυ. Δεν μπορεί στο πάλκο να βγάζουν όλη την ψυχή τους και μεταξύ τους να είναι κυρίες. Πρέπει να γίνει λίγο χαμός. Εγώ εκεί επέμενα, να τροφοδοτώ δηλαδή τη νύχτα. Μιλάμε για νυχτοπούλια, για νυχτερίδες μαύρες. Κάπως έτσι κύλησαν τα πράγματα στο γύρισμα, γιατί αγκαλιάστηκε αυτό και το ακολούθησαν όλοι. Και μου άρεσε πάρα πολύ.

Και όλο αυτό μέσα από την καθοδήγηση του Γιώργου Τσεμπερόπουλου, ο οποίος κακή ή αδιάφορη ταινία δεν έχει κάνει. Ένας σκηνοθέτης που επισκέπτεται το σινεμά, πολύ επιλεκτικά. Ουσιαστικά έχει μία ταινία ανά δεκαετία και φέτος επιστρέφει με το «Υπάρχω».

Ήταν πολύ συγκινητική η συνεργασία μου με τον Γιώργο, μου έχει αφήσει τέτοιο βάλσαμο στην καρδιά. Είμαι στη δουλειά αυτή περίπου 20 χρόνια και όταν συναντώ ανθρώπους σαν τον Γιώργο, θυμάμαι για ποιο λόγο την κάνω για να σου το πω κι έτσι. Είναι ένας άνθρωπος που υπηρετεί τη  φλόγα του, έχει αναμμένα μάτια, έρχεται στη δουλειά και αγαπάει αυτό που κάνει ρε παιδί μου, με την καρδιά του. Μπαίνει στο γύρισμα κι έχει αγαπήσει τον Στέλιο, την Καίτη, το πιατάκι που πιάνουνε. Ξέρει που θα είναι το καθετί. Ξέρει την ατάκα.

Έτυχε το εξής με τον Γιώργο. Μία ατάκα δεν την ήθελα, έξι μήνες αντιστεκόμουν. Δεν την καταλάβαινα, δεν μου κολλούσε. Του λέω Γιώργο δεν μου κολλάει στην οργάνωση της σκηνής. «Θα καταλάβεις» μου απαντούσε. 

Να ρωτήσω ποια;

Να σου πω την αλήθεια δεν θυμάμαι τώρα, αλλά θυμάμαι τη σκηνή. Εκεί που του λέω πως πρέπει να φύγουμε και να ζήσουμε στο δικό μας σπίτι. Εκείνος προφανώς έχει εγκαταλείψει την ιδέα γιατί έχει κουραστεί από τη σχέση και ματαιώνει τα σχέδια. Εκεί, λοιπόν, είχα μία ατάκα. Δεν έχει σημασία ποια είναι, γιατί θέλω να σου πω για την ποιότητα του Γιώργου. Ενώ θα μπορούσε να μου πει «Εντάξει ρε Κλέλια, βγάλ’ την», εκείνος μου έλεγε «Θα την καταλάβεις. Περίμενε. Αν μέχρι και την πρόβα της λήψης δεν την έχεις καταλάβει, τότε μη την πεις. Αλλά δώσε της χρόνο». Και έφτασε η στιγμή που την ένιωσα, την κατάλαβα. Θέλω να πω πως ο Γιώργος είναι ένας άνθρωπος που ξέρει καλά τι θέλει, πως να οργανώσει αυτό που θέλει και πώς να το εκμαιεύσει.

Υπάρχει τόση τρυφερότητα και τόση αγάπη στο βλέμμα του. Αγκάλιασε τόσο πολύ αυτό το όνειρο που το μόνο που μπορώ να πω είναι πως αυτό που θα δείτε στις οθόνες, κι εσύ το έχεις δει ήδη, είναι η αγάπη του Γιώργου και εμείς οι εκτελεστές της.

Το διατυπώνεις τόσο όμορφα.

Στο λέω ξεκάθαρα. Τον Χρήστο τον πήρε απ' το χέρι βήμα-βήμα. Μας αγκάλιασε όλους σαν να ήμασταν οικογένειά του. Με έναν τρόπο που δεν υποκριτικός, ούτε εξαρτητικός. Είναι ένας απόλυτος κυρίαρχος της κατάστασης, ένας σωστός καπετάνιος, ο οποίος έδινε αγάπη κι έδειχνε τον δρόμο με την ίδια του τη στάση. Δεν μπορεί ο Γιώργος, με τόσα γαλόνια πάνω του, να μην κοιμάται για την ταινία κι εγώ να διανοηθώ να πάω αδιάβαστη ή χωρίς να έχω να προτείνω δέκα πράγματα για μία σκηνή. 

Μία μέρα είχε ζητήσει συγκεκριμένες ελιές για ένα γύρισμα, αυτές που είχαν τότε στα μαγαζιά. Είχε μαλλιάσει η γλώσσα του για να τις βρουν και τελικά έφεραν άλλες. Ε, την τρίτη μέρα έφερε ο ίδιος σακούλα με τις ελιές που ζητούσε. Όπως σου είπα, 20 χρόνια κάνω αυτή τη δουλειά. Το να έρχεται ο σκηνοθέτης, ο Γιώργος Τσεμπερόπουλος, με τη σακούλα με τις ελιές και να λέει «ορίστε» είναι σχολείο για ‘μένα και ο λόγος που κάνω αυτή τη δουλειά. Όχι την ατάκα που δεν καταλάβαινα θα έλεγα. Άλλες δεκαπέντε και θα σκούπιζα το βράδυ πριν φύγω. Γιατί όταν ο άνθρωπος έχει αγάπη και μεράκι παρασέρνει βουνά. Είναι καρδιά.

Και όταν κάποιος εμπνέει, συντονίζονται όλοι σε μία αγαπητική πορεία και με συγκεκριμένο στόχο.

Ε, βέβαια. Σκέψου επίσης τον μαέστρο Γιάννη Δρακουλαράκο στα φώτα, τον καλύτερο φωτογράφο που έχουμε στην Ελλάδα. Αυτοί οι δυο μαζί φτιάξανε ένα σύστημα, ένα πλαίσιο, στο οποίο όλοι μας αισθανθήκαμε άνετα ώστε να δουλέψουμε μαζί με περηφάνεια. Είμαι πολύ χαρούμενη για τη συνεργασία.

Αισθανθήκατε ποτέ το βάρος μιας τέτοιας παραγωγής; Δεν το λέω μόνο λόγω της προσωπικότητας Καζαντζίδη. Μιλάμε για μία ταινία που απευθύνεται στο κοινό και θέλει να πετύχει εμπορικά.

Κοίτα, το βάρος δεν ήταν στις πλάτες μας. Εντάξει, μιλώ εκ του ασφαλούς. Στον Χρήστο μπορεί και να ήταν. Το βασικό, όμως το έχει ο Γιώργος. Ο Γιώργος είναι πίσω απ' όλο αυτό γιατί το σήκωσε όλο στις πλάτες του. Το βάρος της επιλογής «Θα κάνω μία ταινία για τον Καζαντζίδη». Όλο το βάρος και ο χρυσός είναι στον Γιώργο. 

Σχετικά με την επιτυχία… Πετυχαίνει κάτι όταν γίνεται με αγάπη. Εγώ δεν μπορώ να κάνω κάτι που δεν το πιστεύω, ποτέ. Εύχομαι κι ελπίζω λοιπόν να το πιστέψει και ο κόσμος.

Είναι σημαντικό να κινείται και εμπορικά το ελληνικό σινεμά, πέρα από την επιτυχημένη φεστιβαλική πορεία και τις βραβεύσεις. Ο κόσμος πρέπει να διαπιστώσει την εξωστρέφειά του. Ειδικά στην περίπτωση του «Υπάρχω», ήταν καλό που αποσαφηνίστηκε νωρίτερα στην κουβέντα μας το πλαίσιο της προσωπικότητας Καζαντζίδη. Σήμερα κυριαρχεί έντονα μία τάση να ερμηνεύεται το παρελθόν με επίκαιρα κοινωνικά εργαλεία.

Άμα ξεκινήσουμε με την σημερινή κουλτούρα της ακύρωσης, θα πρέπει να ακυρωθούν όλοι οι αγώνες. Δεν μπορείς να καταρρίψεις ένα είδωλο, ένα σύμβολο, έναν αγωνιστή γιατί στην εποχή του η κοινωνία ήταν εντελώς διαφορετική. 

Όσον αφορά το ελληνικό σινεμά. Το παρακολουθώ και δούλεψα back-to-back με δυο αγαπημένους μου σκηνοθέτες. Μαζί με τον Τσεμπερόπουλο, έκανα και Οικονομίδη τη «Σπασμένη Φλέβα». Θα σου πέσει το σαγόνι κάτω με αυτό που θα δεις εκεί! Βλέπω πως γίνονται πράγματα τόσο στο σινεμά, όσο και στην μυθοπλασία της τηλεόρασης. Οπότε, είναι ελπιδοφόρο και μ' αρέσει. Από τη μία μου αρέσει που γυρίζονται βιογραφίες, πιστεύω ότι έχει αξία να βιώσεις τις ζωές ανθρώπων που έχουν εμπνεύσει και μπορούν να εμπνεύσουν για πάντα. Από την άλλη θα ήθελα να υπήρχε και η δυνατότητα να ρισκάρει ο παραγωγός. Να πάμε σε άλλο level.

Ποια είναι η γνώμη σου για το streaming; Προλαβαίνεις να πας σινεμα;

Δεν έχω εύκολα τη δυνατότητα να αφήνω το παιδί, παρακολουθώ λοιπόν αρκετά πράγματα στην τηλεόραση και στις πλατφόρμες. Πιστεύω πως το σινεμά σαν συνθήκη και σαν διαδικασία, θα είναι πάντα γοητευτικό. Είναι έξοδος. Το γεγονός, όμως, πως υπάρχουν οι πλατφόρμες και μπορούν οι ταινίες να φτάσουν στον καναπε σου δεν είναι κακό. Είναι όπλο μεγάλο, που μπορούμε να εκμεταλλευτούμε. Φτάνει να δουλέψουμε σθεναρά στη λογική των ανθρώπων γιατί η ψυχαγωγία δεν μπορεί να είναι μόνο μιας εύκολης μορφής, να πατάς δηλαδή ένα κουμπί. Αυτό μπορεί να σε κάνει νοθρό σε σχέση με το τι θα δεις, πώς θα σκεφτείς και τι θα επιλέξεις. Αλλά δεν μπορώ να μην αναγνωρίσω πως έχει μεγάλη δύναμη. Μπορεί να σου φέρει στην πόρτα σου, στον καναπέ σου, μία ταινία που θα σου κολλήσει το στομάχι και να αλλάξει τη ζωή σου. Το νόμισμα έχει δύο όψεις.

Πιστεύω ότι όπου επενδύεις, παίρνεις. Αν η εγχώρια κινηματογραφική κοινότητα συνεχίσει να επενδύει σε καλά σενάρια και σε καινούργιες ιδέες, οι κινηματογράφοι θα παραμείνουν ζωντανοί. Θέλω να πω ότι το σινεμά πάντα θα έχει τη κλειδί του, πάντα θα έχει τον εραστή του.

Επειδή είσαι ένας άνθρωπος που μιλάς με πολύ ειλικρινή τρόπο και λόγο, χωρίς να λογαριάζεις την κραταιά άποψη της πλειοψηφίας, ποια πιστεύεις πως είναι η ευθύνη του δημόσιου λόγου; Ειδικά σε μία αρκετά ζοφερή περίοδο, όπως αυτή που ζούμε.

Μα επειδή αναγνωρίζω αυτή την ευθύνη, μιλάω έτσι. Το είπες μόνος σου. Ξέρεις, υπάρχουν πολλοί τρόποι για να αντιμετωπίσει κάποιος τα φώτα, την προσοχή που στρέφεται πάνω του. Σε μένα συμβαίνει γιατί ερμηνεύω ρόλους στην οθόνη. Λέω ιστορίες στον κόσμο και ο κόσμος θέλει να δει την κοπέλα πίσω από την ιστορία. Υπάρχουν πολλοί τρόποι για να αντιμετωπίσεις αυτή την προσοχή. Ο ένας είναι να αρχίσεις να μιλάς για αυτά που σου αρέσουν. Είναι κάτι που το κάναμε για πολλά χρόνια κι εγώ προσωπικά έχω πει τις προτιμήσεις μου. 

Θεωρώ, λοιπόν, ότι ο χρόνος που μου αναλογεί για να μιλήσω στο κοινό, δεν έχει να κάνει με την επικοινωνία της δουλειά μου, αλλά με μία διάθεση να αφυπνίσω γιατί διαπιστώνω μία νωθρότητα, ένα μούδιασμα, κάτι που βρωμάει και δεν κουνιέται. Σαν να λίμνασε το νερό πολύ καιρό και μούχλιασε. 

Πάντα είχα αυτή την διάθεση. Με ρώταγαν προσωπικά πράγματα σε συνεντεύξεις και σκεφτόμουν «τι νοιάζει τον κόσμο τώρα αυτό;». Μία προσωπική ιστορία θα τη μοιραστώ μόνο και μόνο αν μπορεί να είναι κάτι εμπνευστικό. Για παράδειγμα ξυπνάω πάρα πολύ νωρίς το πρωί γιατί μου αρέσει που η πόλη κοιμάται, δεν ακούω τη φασαρία και οι ενέργειες των ανθρώπων δεν έχουν την τρέλα της υπόλοιπης ημέρας. Μέσα σ’ αυτή την ησυχία μπορώ να είμαι διαυγής, να θυμηθώ ποια είμαι, τι θέλω και τι κάνω. Λέγοντας αυτό, μπορεί κάποιος, κάποια να πει «Ρε φίλε, μήπως το δοκιμάσω κι εγώ. Ίσως μου είναι ευεργετικό». Έχει να κάνει με το πώς διαχειρίζεσαι τον εαυτό σου και τι θέλεις να μοιραστείς από αυτόν. Δεν έχει κανένα νόημα να μοιραστώ την παραμική προσωπική λεπτομέρεια της ζωής μου, αν αυτό δεν επιφέρει ως μεταφορά, ως αγωγός, μία άλλη κίνηση σκέψης. Αν δεν επιφέρει κάτι ευεργετικό. Δεν θα σου πω διδακτικό. Δεν θα πω ότι εγώ μέσα από τη ζωή μου διδάσκω, σε καμία περίπτωση. Θα μοιραστώ κάτι με την αλήθεια και την ελευθερία που το νιώθω εγώ, ώστε να μπορεί να ακουμπήσει κάπου και ίσως γίνει βάλσαμο. 

Υπάρχουν πάρα πολλά στεγανά, συνθήκες που μας υποχρεώνουν να σκεφτόμαστε σε κουτάκια, να βάζουμε ταμπέλες και να τακτοποιούμε έτσι διάφορες διαδικασίες. Εμένα αυτό πάντα με ανατρίχιαζε. Είμαι απ' τη φύση μου έτσι. Εγώ πάντα προσπαθούσα να ξεφύγω απ' τις ταμπέλες. Έλεγα κάτι κόντρα στην κυβέρνηση, αμέσως έλεγαν πως «είναι αριστερή ή είναι Σύριζα». 

Τα κουτιά που λέγαμε.

Ναι. Γιατί συμβαίνει αυτό; Γιατί είναι πολύ βολικό. Έτσι μπορεί να στοχοποιηθείς ανά πάσα ώρα και στιγμή. Οπότε έχω μια μεγάλη μέριμνα στο να μην ανήκω πουθενά για να μη με κατηγοριοποιήσει κανείς κατά τα δικά του θελήματα και ζητούμενα. Ζω και βιώνω τη ζωή μου ακριβώς όπως τη νιώθω. Ταυτίζομαι με όσα πράγματα ταυτίζομαι, όποτε και αν. Και δεν θεωρώ ότι πρέπει να εξηγώ γιατί και πώς.

Γι' αυτό το λόγο μπορώ να σου απαντήσω ότι ναι, όταν έχω δημόσιο λόγο θα φροντίσω και θα προσπαθήσω να συμπεριλάβω τη συλλογική συνείδηση. Έχω πάντα τη σκέψη μέσα μου ότι με ακούει κόσμος που δεν έχει να φάει, που έχει 150 προβλήματα, που μπορεί να βρίσκεται άρρωστος στο νοσοκομείο. Πάντα έχω στο μυαλό μου να είμαι προσεκτική και ό,τι ειπωθεί να μην είναι προκλητικό.

Δεν λέω να μη μιλάς για τα όμορφα πράγματα. Αγαπάω το παιδί μου, χαίρομαι πάρα πολύ που το έχω. Κάποιοι δεν μπορούν να έχουν παιδί. Δεν έχω την ενοχή της αυτάρκειας επειδή είμαι καλά, έχω να φάω, έχω ένα παιδί, έχω μια δουλειά που αγαπώ. Μια χαρά θα τα πω, αλλά θα κοιτάξω να δώσω κι ένα εργαλείο στο πως μπορείς κι εσύ να το ‘χεις.

Για φινάλε θα σου πω τέσσερις τίτλους τραγουδιών της Καίτης Γκρέυ…

Ωχ, ωχ!

Για να μου πεις εσύ ποιο απ’ αυτά είναι πιο κοντά στην Κλέλια. «Άναψε το Τσιγάρο», «Τα Ξένα Χέρια», «Το πες και το κανες», «Μια Γυναίκα Μόνο Ξέρει».

Το «Μια Γυναίκα Μόνο Ξέρει» σίγουρα όχι, δεν πιστεύω ότι μια γυναίκα μόνο ξέρει, δεν μπορεί η γνώση να είναι θέμα φύλου. Θα σου πω πως «Τα Ξένα Χέρια» είναι ένα φοβερό τραγούδι, το οποίο ευτυχώς δεν το έχω ζήσει. Αυτή, όμως, το είχε ζήσει στο μεδούλι της και είναι κάτι που με συγκινεί πάρα πολύ. Ξέροντας τη ζωή της Γκρέυ, αν είναι να προτιμήσω κάτι θα είναι αυτό γιατί ξέρω ποια είναι αυτή. Αλίμονο στους ανθρώπους που δεν έχουν ζεστά χέρια για να τους αναστήσουν στη ζωή. Να μην έχουν μάνα, να μην έχουν σπίτι, να μην έχουν μέρη ως ζεστή αγκαλιά, να είναι τα αδέσποτα του κόσμου.

Σε ευχαριστώ πολύ για τη συνέντευξη Κλέλια.

Εντάξει είμαστε; Σε τρέλανα, ε!

photo credits: Marilena Anastasiadou

INFO
Η ταινία «Υπάρχω» κυκλοφορεί 19 Δεκεμβρίου στις αίθουσες από την Tanweer.

Είναι της ζωής σας ο ένας (Eλληνικό Box-office, Tετραήμερο 19/12/24 - 22/12/24)Ανασκόπηση 2024: Ψηφίστε την καλύτερη ταινία της χρονιάς και κερδίστε δώρα από το ΣΙΝΕΜΑ