Γιουλ Μπρίνερ: Ο εμιγκρές που λατρεύτηκε από το Χόλιγουντ του '50

Με αφορμή την γέννηση του γνωστότερου φαλακρού του σινεμά, θυμόμαστε δέκα ταινίες που αξίζουν τον κόπο ενδιαφερόμενων σινεφίλ και σε μεταφέρουν και σ' έναν άλλον, μπορεί και καλύτερο, χολιγουντιανό τρόπο.

Από τον Ηλία Δημόπουλο
Γιουλ Μπρίνερ: Ο εμιγκρές που λατρεύτηκε από το Χόλιγουντ του '50

Σε μια άγρια κινηματογραφική πραγματικότητα διαρκούς υπερπροσφοράς πληροφορίας, προϊόντος και «καυτής» επικαιρότητας, ο Γιουλ Μπρίνερ μένει αδιαμαρτύρητα στο χρονοντούλαπο της ιστορίας του σινεμά και δεν βγαίνει από κει παρά μια στις τόσες ως μαυροφορεμένος Κρις από τους «Επτά Υπέροχους» να θυμίσει ένα άπταιστο cool και μια στόφα σταρ που, ωστόσο, τότε ήταν απολύτως δεδομένη.

Βλέπεις ο Ρώσσος, ελβετογερμανομογγολικής καταγωγής, που γεννήθηκε το 1920 στο Βλαδιβοστόκ, υπήρξε στη δεκαετία του '50 ένας από τους λαμπερότερους αστέρες, έστω κι αν οι ταινίες του υπήρξαν περισσότερο φημισμένες παρά σπουδαίες. Για αυτούς που παρακολουθούν αλλιώς το σινεμά και τους ανθρώπους του, που βλέπουν δηλαδή μια τέχνη μέσα από μια ιστορική συνέχεια, διαλέξαμε  δέκα ταινίες που αξίζει να δει κανείς με πρωταγωνιστή τον κλασσικό κεφαλοξυρισμένο (πριν τον δικό μας Τέλυ Σαβάλας) του σινεμά

«Ο Βασιλιάς Κι Εγώ» (The King and I, 1956) του Γουόλτερ Λανγκ

Από το 1951 και μετά ο Γιουλ Μπρίνερ έπαιξε στο θέατρο έναν ρόλο που έμελλε να τον χαρακτηρίσει για πάντα. Ο Σιαμέζος βασιλιάς Μονγκούτ θα ήταν ρόλος ζωής (πάνω από 4.500 φορές τον ενσάρκωσε) και πέντε χρόνια αργότερα, το 1956 θα τον έχριζε πρωταγωνιστή, ουσιαστικά στην δεύτερή του κινηματογραφική εμφάνιση. Ο Μπρίνερ ξυρίζει το κεφάλι του για τις ανάγκες του ρόλου, το Yul Brynner look θα γινόταν μόδα έκτοτε και για πολλές δεκαετίες, ενώ δίπλα στην Ντέμπορα Κερ θα κέρδιζε Όσκαρ Πρώτου Ανδρικού Ρόλου και αειθαλή φήμη στην τότε γενιά θεατών.

«Οι Δέκα Εντολές» (1956) του Σεσίλ ΝτεΜίλ

Την ίδια χρονιά ο Σεσίλ ΝτεΜίλ τον θέλει Ραμσή Β' στο επικό ριμέϊκ της δικής του ταινίας του 1923, οι περισσότεροι βαριούνται αυτά τα έργα πια, οι λιγότεροι καλοπερνάνε με τον μπαροκισμό και τις «ανώμαλες» πινελιές τους (εδώ ο καταπληκτικός σαδομαζοχιστικός φετιχισμός του ΝτεMίλ) αλλά έτσι κι αλλιώς ο Μπρίνερ είναι αξέχαστος εδώ στο ρόλο του καταστρεπτικά ξεροκέφαλου βασιλιά.

«Αναστασία» (1956) του Ανατόλ Λίτβακ

Φαντάσου σε μια χρονιά να έχεις ήδη κάνει τα παραπάνω αλλά να παίζεις και σ' ένα ακόμα. Και να είναι η «Αναστασία» του Λίτβακ, η ταινία που σηματοδότησε την επιστροφή της Μπέργκμαν στο Χόλιγουντ (μετά το ροσελινικό «παραστράτημα») και της έδωσε και το δεύτερο από τα τρία της όσκαρ. Το Χόλιγουντ πάντα ήθελε να πιστεύει πως η νεότερη κόρη του Τσάρου επέζησε της Οκτωβριανής Επανάστασης (δεν επέζησε), πόσο μάλλον αφού συνεγείρονταν τόσο ο κόσμος από αυτή την ιστορία. Λαμπρός, σινεμασκόπ πλούτος, γερή ιστορία, το παλιό Χόλιγουντ στις δόξες του.

«Αδελφοί Καραμαζώφ» (1958) του Ρίτσαρντ Μπρουκς

Το αριστούργημα του Ντοστογιέφσκι δεν έχει μεταφερθεί πολύ στο σινεμά, το καλύτερο παραμένει το Σοβιετικό του '69, όμως και τούτη η μεταφορά του Ρίτσαρντ Μπρουκς («Η Ζούγκλα του Μαυροπίνακα», «Λυσσασμένη Γάτα», «Εν Ψυχρώ») παραμένει πολύ ενδιαφέρουσα με τον Μπρίνερ επιβλητικό Ντμίτρι Καραμαζόφ.

«Το Ταξίδι» (The Journey, 1959) του Ανατόλ Λίτβακ

Νέα επιστροφή του Μπρίνερ σε ρώσσικα χώματα και ρόλους αλλά και νέα συνάντηση με την Ντέμπορα Κερ, το «Ταξίδι» είναι ένα ωραίο πολιτικό δράμα τοποθετημένο στην εποχή της Ουγγρικής Επανάστασης του '56, με τον Μπρίνερ στον ρόλο ενός κομμουνιστή αξιωματικού που ερωτεύεται μια δυτική και διακυβεύει την θέση του.

 

«Η Μανία της Σάρκας» (The Sound and the Fury, 1959) του Μάρτιν Ριτ

Την ίδια χρονιά ο Μάρτιν Ριτ σκηνοθετεί τη μεταφορά του αριστουργήματους του Φόκνερ με θέμα την αποσύνθεση της αριστοκρατίας  του αμερικανικού Νότου, ο αθάνατος Έλλην μεταφραστής διαπιστώνει σχεδόν στηλιτευτικά την «Μανία της Σάρκας», ωστόσο το έργο είναι μια σοβαρή αποτύπωση της ατμόσφαιρας του Φόκνερ.

«Και οι Επτά Ήταν Υπέροχοι» (1960) του Τζον Στάρτζες

Κλασσική μεταφορά των «Επτά Σαμουράϊ», εμβληματικό ποπ γουέστερν με έγκυρο βλέμμα στην μυθολογία του Ουέστ και ονειρικό καστ, ενδεχομένως η μόνη ταινία του Μπρίνερ που παραμένει αλώβητη σήμερα και αυτή που ευθύνεται για το ότι τουλάχιστον μέχρι τους σημερινούς 40+ ο ηθοποιός είναι σημείο αναφοράς.

«Τάρας Μπούλμπα» (1962) του Τζ. Λι Τόμσον

Γιγάντια, πανάκριβη, εξωτική περιπέτεια βασισμένη στην ιστορία του Γκογκόλ, πασίγνωστη τότε, αν και έφερε πίσω μόνο ένα μέρος του τεράστιου προϋπολογισμού της, με δίδυμο Τόνι Κέρτις-Γιουλ Μπρίνερ (παρότι με πέντε μόλις χρόνια διαφορά ο Μπρίνερ κάνει τον Τάρας-μπαμπά του Κέρτις) να σε κρατά, να το προτείνεις και να χαμογελάς και λίγο με το αναχρονιστικό πια camp της.

«Η Μάχη του Ποταμού Νερέτβα» (1969) του Βέλικο Μπούλατζιτς

Αντίθετα δεν χαμογελάς καθόλου με αυτό το ωραίο πολεμικό δράμα Δευτέρου Παγκοσμίου, Παρτιζάνοι εναντίον δυνάμεων του Άξονα, ωραίο καστ (Όρσον Ουέλς, Κουρτ Γιούργκενς, Μποντάρτσουκ, Κοσίνα, Νέρο), η κλασσική, μεγάλη ευρωπαϊκή συμπαραγωγή που στα μάτια του σινεφίλ μια χαρά στέκει ακόμα κι ας έχει ξεχαστεί.

«Ο Επαναστάτης της Νύχτας» (Westworld, 1973) του Μάικλ Κράιτον

Τελευταία η cult δημιουργία του Μάϊκλ Κράιτον, η δεύτερη ταινία που πιθανά φέρνει ως το σήμερα τον Μπρίνερ, γουέστερν επιστημονικής φαντασίας, με τον ηθοποιό στο ρόλο ενός ρομπότ που παρανοεί κι αρχίζει να καθαρίζει του επισκέπτες ενός theme park που φτιάχτηκε για να εκπληρώσει διακοπές πλουσίων. Τα γεννοφάσκια του «Τζουράσικ Παρκ», σα να λέμε.

Ο Μπρίνερ νυμφεύθηκε τέσσερεις φορές, απέκτησε τρία παιδιά και υϊοθέτησε δύο, παρότι μη καπνιστής από το '71 διαγνώστηκε καρκινοπαθής στον πνεύμονα το 1983 (κάπνιζε απ' τα 12 βέβαια) και πέθανε δυο χρόνια αργότερα αφήνοντας λυπητερή αντικαπνιστική παρακαταθήκη ένα τηλεοπτικό διαφημιστικό που ξεκινά με τον ίδιο να κοιτάζει την κάμερα λέγοντας: «now that I'm gone»...